Το τελευταίο χρονικό διάστημα η Ευρώπη αναμετριέται με τον εαυτό της. «Παγιωμένες» απόψεις και δεδομένες συμμαχίες, τελούν υπό αναθεώρηση. Φεντεραλιστικές προσεγγίσεις, Ευρωφιλικά ένσημα, Ευρωσκεπτικιστικοί αφορισμοί, μοιάζει να βρίσκονται σε μια διαδικασία διαρκούς επιβεβαίωσης και ελέγχου του περιεχομένου τους.

Πόσο φίλος είναι πράγματι κάποιος, πρόσωπο ή χώρα και όχι απλά κατ’ όνομα της Ευρώπης, όταν επιδιώκει πολιτικές που ευνοεί παρωχημένα πρότυπα, καταδικάζουν στη φτώχεια πλειάδα κρατών μελών και ευνοούν κατά διαβολική σύμπτωση μόνο τη χώρα του;

Και αντίστοιχα πόσο Ευρωσκεπτικιστής είναι κάποιος όταν προβληματίζεται και αντιδρά σε πολιτικές, με χαρακτηριστική αυτή του λεγόμενου ‘μεταναστευτικού’, πυροδοτεί αντιδράσεις, ενισχύει τη δυσθυμία των κοινωνιών, ευνοεί την άνοδο των ακραίων και δημαγωγών και ακρωτηριάζει την Ευρωπαϊκή Ένωση; Και όλα αυτά στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης πολιτικής ορθότητας και ενός στρεβλού κοινωνικού ακτιβισμού, ελεγχόμενων κινήτρων και στοχεύσεων.

Το πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ανέδειξε ανάγλυφα τα νέα δεδομένα. Η Ιταλία που σταθερά επεδίωξε τους στόχους της και έκανε αισθητή την παρουσία της. Από άποψη θεματικής και προτεραιοτήτων κατ’ αρχήν και στη συνέχεια μέσα από μια παραδοχή για την ανάγκη στήριξής της. Η τοποθέτηση του πρωθυπουργού της, το δίχως άλλο ήταν αγέρωχη. Και με βέτο απείλησε και δεν κάμφθηκε από τους εξυπνακισμούς περί πυροσβεστών και μεταλειοεργατών.

Ορθά και εμφατικά ανέδειξε ότι αφορούσε τα προτάγματα της χώρας του. Κατά τούτο μια διαδικασία που σε άλλες εποχές θα διέπονταν από τον τόνο που έθετε η Γερμανία, ‘τράβηξε’ σε μάκρος, προκειμένου να συμπεριλάβει τις αντιτιθέμενες θέσεις. Οι ‘συνήθεις’ σαρκασμοί και οι εκ των υστέρων προβληματισμοί για την απειλή χρησιμοποίησης και την προβολή του βέτο δεν μπορούν να παραγνωρίσουν την πραγματικότητα που τα κυρίαρχα κράτη μέλη μπορούν και διαμορφώνουν.

Αναμφισβήτητα κανείς δε επιχαίρει με τη δυστοκία στην εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων. Εύλογη είναι και η ανησυχία εν όψει του «δύσκολου δρόμου» για το ενιαίο Ευρωπαϊκό άσυλο, μέσα από την αρχή της αλληλεγγύης. Ταυτόχρονα όμως δεν μπορεί να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι όλοι ομονοούν στην ανάγκη ενίσχυσης και θωράκισης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι μια παραδοχή που αντικατοπτρίζεται και στο σχέδιο του Κοινοτικού προϋπολογισμού. Το κονδύλι για τις δράσεις ασφάλειας και φύλαξης των εξωτερικών συνόρων έχει τετραπλασιαστεί και από 5 περίπου δισεκατομμύρια που ήταν στο προηγούμενο προϋπολογισμό, προτείνεται να ανέλθει στα 21 δισεκατομμύρια Ευρώ. Μια πραγματικά «χρυσή ευκαιρία» για τη χώρα μας. Που ούτως ή άλλως ιστορικά και με συνέχεια έχει τον ρόλο του ακρίτα της Ευρώπης.

Δικαιούται το δίχως άλλο να αξιοποιήσει τους Κοινοτικούς σχεδιασμούς και αποφάσεις στον τομέα αυτό. Με σκληρή και συνεχή διαπραγμάτευση. Ακόμα και αν αυτή δε γίνεται από έναν «καθηγητή της Νομικής».

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι δικηγόρος, Δ.Ν και αν. Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων