Το σημείο εκκίνησης από το οποίο πρέπει να αρχίσει η διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής για την αριστερά είναι η αποδόμηση της περιοριστικής επιλογής ανάμεσα στη ρύθμιση από την αγορά και την κοινωνική ρύθμιση.

Η ίδια η ιδέα της κοινωνικής ρύθμισης της παραγωγικής διαδικασίας είναι διαλεκτικά συνδεδεμένη με την αντίθεσή της στη ρύθμιση από την αγορά, νοούμενη ως κάτι που βασίζεται αποκλειστικά στην ατομική επιδίωξη του κέρδους.

Μόνο στη βάση της απόλυτης και περιοριστικής φύσης αυτής της αντίθεσης είναι δυνατόν να ειδωθεί ο σοσιαλισμός.

​Από τη στιγμή που δεν υπάρχει καμία αντικειμενική ιστορική τάση ανάδειξης του κοινωνικού ως ομοιογενούς υποκειμένου που θα ταυτιζόταν με την κενή καθολικότητα του αντιθέτου του ατομικού, κάθε κοινωνική ρύθμιση επαφίεται στη δράση ιστορικά περιορισμένων κοινωνικών πραττόντων.

Έτσι, η ριζοσπαστικότητα μιας πολιτικής δεν εξαρτάται από την εμφάνιση ενός υποκειμένου ικανού να ενσαρκώσει το καθολικό, αλλά από την επέκταση και τον πολλαπλασιασμό των κατακερματισμένων, μερικών και περιορισμένων υποκειμένων που εμπλέκονται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Μια ριζοσπαστική δημοκρατία ενέχει τον πολλαπλασιασμό των συνιστωσών που καθορίζουν την κοινωνική διαχείριση της παραγωγής και του εθνικού προϊόντος.

Η κοινωνική ρύθμιση συνδέεται επομένως με την ουσιαστική αστάθεια και ατέλεια των συνιστωσών που την ορίζουν, και δεν είναι δυνατόν να αναχθεί στον κρατισμό ή και στη αγορά.

Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι, η κοινωνική ρύθμιση είναι μία σύνθετη και πραγματιστική διαδικασία, στην οποία κρατική παρέμβαση και μηχανισμοί της αγοράς συντίθενται σύμφωνα με μορφές που δεν είναι αναγώγιμες, σε οποιαδήποτε απριοριστική αρχή.

Ο βαθμός προσέγγισης (λαού και εξουσίας) στη ριζοσπαστική δημοκρατία δεν προσμετρείται μόνο με βάση το επίπεδο της κρατικής παρέμβασης στην οικονομική ζωή.

. Οδηγούμαστε στην απελευθέρωση μιας ριζοσπαστικής κοινωνικής λογικής που εμφανίζεται αλλά και ασφυκτιά εντός του μαρξιστικού και φιλελεύθερου πολιτικού πλαισίου. Δεν πρέπει να περιοριζόμαστε σε μια αντιμετώπιση λόγων και ιδεολογιών ως προϊόντων κοινωνικής κατασκευής, αλλά να εκλαμβάνουμε και την ίδια την κοινωνία ως το ημιτελές, πάντοτε, προϊόν των ρηματικών μας κατασκευών.

Ο σοσιαλισμός παύει να αποτελεί ένα σχέδιο για την κοινωνία και καθίσταται τμήμα ενός ριζοσπαστικού εκδημοκρατισμού της κοινωνικής οργάνωσης. Η βάση για την κατασκευή ενός ριζοσπαστικού δημοκρατικού εναλλακτικού προστάγματος εντοπίζεται στον πολλαπλασιασμό του «δημόσιου χώρου» και των συνιστωσών του, πέρα και πάνω από όσα αποδέχεται ο κλασικός φιλελευθερισμός.

Η κοινωνική κατασκευή καθίσταται δυνατή από τη στιγμή που η κοινωνία είναι τελικά αδύνατη. Κι αυτή η διαλεκτική δυνατότητας/ αδυνατότητας είναι χαρακτηριστική της ριζοσπαστικής θεώρησης των πραγμάτων.

Το πρόσταγμα της ριζοσπαστικής δημοκρατίας προκύπτει ως η μόνη ίσως εναλλακτική επιλογή, για όσους δεν δέχονται ότι, οι υπαρκτές φιλελεύθερεςκαπιταλιστικές δημοκρατίες συνιστούν το τέλος της ιστορίας, αλλά συνειδητοποιούν ότι η αριστερά έχει τη δύναμη και τη δυνατότητα για μια εναλλακτική επιλογή, αυτήν της ριζοσπαστικής δημοκρατίας και αυτό ενέχει την επέκταση και εμβάθυνση μιας δημοκρατικής επανάστασης.

Αυτό το πρόσταγμα, παρότι τοποθετείται πέρα από τις παραδοσιακές θεωρήσεις της υποκειμενικής πολιτικής δράσης ή του ιστορικού υποκειμένου, ισοσκελίζει αυτή την απώλεια, με την πολιτικοποίηση νέων κοινωνικών πεδίων, από μια πολλαπλότητα νέων κοινωνικών δρώντων.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

*Ο Παύλος Χρήστου είναι Γενικός Γραμματέας του Ελληνορωσικού Συνδέσμου