
Η Άγκυρα εξασφάλισε τελικά τη γερμανική συγκατάθεση για την αγορά των Eurofighter, αλλά το τίμημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Το Βερολίνο βάζει τη «σφραγίδα» του με πολιτικούς όρους, μετατρέποντας τη συμφωνία σε μοχλό πίεσης τόσο προς την Ελλάδα όσο και προς την ίδια την Τουρκία.
Με έφιππους στρατιώτες, εμβατήρια και το τυρκουάζ χαλί του παντουρκισμού, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υποδέχθηκε τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς στην Άγκυρα.
Πίσω από το τελετουργικό κρύβεται ένα ξεκάθαρο μήνυμα: η Τουρκία επιστρέφει στη «δυτική τροχιά» υπό γερμανικούς όρους.
Ο Μερτς επιβεβαίωσε τη γερμανική συναίνεση στην πώληση είκοσι Eurofighter, με option για άλλα είκοσι, από την κοινοπραξία Βρετανών, Γερμανών, Ιταλών και Ισπανών.
Ο ίδιος μάλιστα προχώρησε σε μια αμφιλεγόμενη δήλωση: «Αυτά τα αεροσκάφη αυξάνουν την προστασία όλων των συμμάχων του ΝΑΤΟ». Δηλαδή και της Ελλάδας – της χώρας που η Άγκυρα απειλεί με πόλεμο.
Η συμφωνία, που έρχεται μετά το «όχι» των ΗΠΑ στα F-35, δείχνει ότι η Τουρκία αναζητά ενδιάμεση λύση μέχρι να αποκτήσει δική της τεχνογνωσία.
Ωστόσο, το αεροπορικό ισοζύγιο παραμένει υπέρ της Ελλάδας, που διαθέτει ήδη Rafale με πυραύλους Meteor, F-35 πέμπτης γενιάς και αναβαθμισμένα F-16 Viper.
Όπως εκτιμούν στρατιωτικοί αναλυτές, «ούτε 20 ούτε 40 Eurofighter μπορούν να αλλάξουν τις ισορροπίες».
Παράλληλα, ο Μερτς πίεσε για τη συμμετοχή της Άγκυρας στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα αμυντικής δανειοδότησης SAFE, κόντρα στο ελληνικό βέτο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει καταστήσει σαφές ότι «όσο η Τουρκία διατηρεί το casus belli και αμφισβητεί ελληνική κυριαρχία, δεν υπάρχει περιθώριο συναίνεσης».
Το μεταναστευτικό παραμένει το βασικό χαρτί της Τουρκίας. Το Βερολίνο γνωρίζει ότι χωρίς την Αγκυρα δεν μπορεί να ελέγξει τις ροές και αναζητά νέα συμφωνία συνεργασίας.
Όμως η Άγκυρα έχει αποδείξει ότι χρησιμοποιεί αυτό το χαρτί όποτε τη συμφέρει – και η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο.