Οι ΗΠΑ και ο Ισημερινός υπέγραψαν σήμερα (01/08) σύμφωνο για την ενίσχυση των διμερών σχέσεων, με στόχο την ασφάλεια, ως αντίμετρο για την καταπολέμηση σειράς εγκλημάτων που διαπράττονται και σχετίζονται με τις δύο χώρες, όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Εσωτερικών του Ισημερινού Τζον Ρέιμπεργκ.

Η κυρία Νόεμ – Υπουργός Εσωτερικών των ΗΠΑ – και ο πρόεδρος του κράτους της Λατινικής Αμερικής Ντανιέλ Νομπόα συναντήθηκαν στην προεδρία και συζήτησαν ζητήματα «σχετιζόμενα με τον αγώνα κατά της διακίνησης ναρκωτικών, της τρομοκρατίας και της μετανάστευσης», όπως ενημέρωσε ο Ρέιμπεργκ.

Η συμφωνία θα επιτρέψει την ανταλλαγή αξιωματικών που θα αναλάβουν ρόλο συνδέσμων για να ενισχυθεί η διμερής συνεργασία ως προς την ασφάλεια, τις έρευνες ποινικής φύσης και την ταχεία διαβίβαση κι ανταλλαγή πληροφοριών.

Η Νόεμ, από προχθές Τετάρτη (30/07) στην πρωτεύουσα του Ισημερινού, στο πλαίσιο περιοδείας της στη Λατινική Αμερική, δήλωσε ότι οι δυο χώρες θα συνεχίσουν τις εκδόσεις κατηγορούμενων, έπειτα από αυτή του βαρόνου των ναρκωτικών Αδόλφο Μασίας, γνωστού με το προσωνύμιο Φίτο (χαϊδευτικό του ονόματος Αδόλφος στα ισπανικά), που  πριν από δύο εβδομάδες στις ΗΠΑ προκειμένου να προσαχθεί ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου της Νέας Υόρκης.

Ο Φίτο έγινε έτσι ο πρώτος υπήκοος Ισημερινού που εκδόθηκε στη χώρα αυτή, έπειτα από δημοψήφισμα που προώθησε ο πρόεδρος Νομπόα κι επανέφερε τη δυνατότητα εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου το 2024.

Την περασμένη χρονιά, πάνω από 272.000 πολίτες του Ισημερινού προσπάθησαν να περάσουν τα σύνορα των ΗΠΑ.

Αριθμός που μειώθηκε μέχρι στιγμής φέτος σε περίπου 3.400, εξαιτίας ιδίως της νέας, σκληρής πολιτικής για τη μετανάστευση, που εφαρμόζει ο Ντόναλντ Τραμπ αφότου επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο.

Ο Νομπόα έχει μετατραπεί σε βασικό σύμμαχο των ΗΠΑ στο πλαίσιο των επιχειρήσεων για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, κάτι που επιδίωξε ο ίδιος.

Μάλιστα, ζήτησε διεθνή υποστήριξη για να αντιμετωπιστούν συμμορίες επιδιδόμενες κυρίως σε διακίνηση ναρκωτικών, που έχουν μεταμορφώσει τη χώρα του σε αυτή που αντιμετωπίζει πλέον το οξύτερο πρόβλημα εγκληματικής βίας σ’ όλη τη Λατινική Αμερική.