Σε τουλάχιστον 4 περιοχές της χώρας (Αττική, Τρίκαλα, Ήπειρο και Λακωνία) κατέληγαν τα νοθευμένα καύσιμα που διακινούσαν οι δύο ομάδες από τις οποίες αποτελούνταν το κύκλωμα λαθρεμπορίας που εξαρθρώθηκε από το ελληνικό FBI.

Όπως ανακοινώθηκε έχουν σφραγιστεί 7 βενζινάδικα καθώς και ένα ακόμη το οποίο ήταν ήδη σφραγισμένο από προηγούμενο έλεγχο ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη ο έλεγχος για ακόμα τρία πρατήρια και τρείς αποθήκες με παράνομες δεξαμενές καυσίμων.

Μόνο για το 2025, σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, διακινήθηκαν παράνομα πάνω από 1.340.000 λίτρα βενζίνης και περισσότερα από 212.000 λίτρα χημικών διαλυτών, με το συνολικό όφελος που αποκόμισε η οργάνωση να υπολογίζεται σε τουλάχιστον 3 εκατομμύρια ευρώ.

Η πρώτη ομάδα 

Σύμφωνα με την ΕΛΑΣ το κύκλωμα με αρχηγό έναν 39χρονο, λειτουργούσε σε δύο ομάδες. Η πρώτη υποομάδα, με υπαρχηγό 50χρονο, δραστηριοποιούνταν στη εισαγωγή και μεταφορά στη χώρα μας μεγάλων ποσοτήτων χημικών διαλυτών, μέσω βυτιοφόρων, οι οποίες χρησιμοποιούνταν για τη νόθευση καυσίμων που διοχετεύονταν στην ελληνική αγορά.

Έδρα της ομάδας αυτής ήταν εικονική εταιρεία μεταφορών στη Θεσσαλονίκη ενώ τους διαλύτες τους εισήγαγαν από δήθεν προμηθεύτρια εταιρεία που εδρεύει στη Βουλγαρία. Στη συνέχεια τους μετάγγιζαν προσωρινά – κυρίως βραδινές ώρες – σε υπόγειες δεξαμενές εγκατάστασης σε περιοχή των Τρικάλων, όπου κατά το παρελθόν λειτουργούσε πρατήριο υγρών καυσίμων.

Στη συνέχεια, οι ποσότητες παραλαμβάνονταν από βυτιοφόρα που διαχειριζόταν ο 39χρονος αρχηγός της οργάνωσης και κατέληγαν σε υπόγειες δεξαμενές πρατηρίων, όπου αναμειγνύονταν με καύσιμα.

Στην ομάδα αυτή:

– ο 50χρονος, τη διεύθυνε και συντόνιζε, διαχειριζόταν των χώρο στην περιοχή των Τρικάλων, μεριμνούσε για τις παραγγελίες, τη μεταφορά και παραλαβή των ποσοτήτων από το εξωτερικό και την προσωρινή αποθήκευση στις υπόγειες δεξαμενές,
– ένας 47χρονος και ένας 54χρονος, είχαν αναλάβει την προσωρινή εναπόθεση των διαλυτών στις υπόγειες δεξαμενές, από κοινού με τον 50χρονο, ενώ

– μια 47χρονη, ήταν διαχειρίστρια της βουλγάρικης προμηθεύτριας εταιρείας.

Η δεύτερη ομάδα

Η δεύτερη υποομάδα είχε αναλάβει τη συστηματική προμήθεια και διάθεση στην ελληνική επικράτεια μεγάλων ποσοτήτων αμόλυβδης βενζίνης, οι οποίες προέρχονταν από Ρουμανία και Βουλγαρία.

Η δράση της βασιζόταν σε ένα σύνθετο σχήμα εικονικών εξαγωγών προς την Αλβανία, με παραποιημένα τελωνειακά έγγραφα και ψευδείς δηλώσεις.

Στις τελωνειακές αρχές της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας δηλωνόταν ότι τα φορτία προορίζονταν για αλβανική εταιρεία, όμως στην πράξη η βενζίνη παρέμενε στην Ελλάδα για παράνομη διάθεση και οι εξαγωγές εμφανίζονταν τυπικά ως ολοκληρωμένες.

Τα μέλη της ομάδας αυτής υπό τις οδηγίες του αρχηγού της προμηθεύονταν από την Ιταλία ποσότητες ελαίων πετρελαίου, τα οποία ήταν διαφορετικής δασμοφορολογικής κλάσης και είδους από το δηλωμένο στην εκάστοτε διασάφηση εξαγωγής φορτίο. Τα προϊόντα αυτά, τα οποία δεν υπάγονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, δηλώνονταν προσχηματικά ότι προορίζονταν για ελληνική εταιρεία, με τόπο παράδοσης περιοχή της Θεσσαλονίκης, δήθεν έδρα ανύπαρκτης νομικής οντότητας, ενώ στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνταν για να «κλείνουν» οι εκκρεμείς διασαφήσεις εξαγωγής βενζίνης προς την Αλβανία.

Έτσι, κατά τις διελεύσεις από το αρμόδιο Τελωνείο εξόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα βυτιοφόρα οχήματα ημεδαπών και αλλοδαπών εταιρειών, παρουσίαζαν διαφορετικό φορτίο από το δηλωθέν, και συγκεκριμένα το ιταλικό φορτίο αντί της βενζίνης, δίνοντας την εντύπωση ότι είχαν πράγματι εξαχθεί ποσότητες αμόλυβδης βενζίνης από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, ενώ στην ουσία η πραγματική βενζίνη είχε ήδη διοχετευθεί στην εγχώρια αγορά, χωρίς καταβολή των προβλεπόμενων φόρων και τελωνειακών επιβαρύνσεων.

Με τον τρόπο αυτό, το κύκλωμα επιτύγχανε διπλό όφελος: αφενός την αποφυγή καταβολής των νόμιμων φορολογικών επιβαρύνσεων και αφετέρου τη διασφάλιση της νομιμοφάνειας μέσω παραπλανητικών εγγράφων και δηλώσεων.

Περαιτέρω, οι ποσότητες της βενζίνης που δεν εξάγονταν αποθηκεύονταν προσωρινά σε εγκαταστάσεις σε περιοχή της Θεσσαλονίκης, που μισθώνονταν από τον αρχηγό της υποομάδας και εν συνεχεία, με τη χρήση εικονικών παραστατικών μεταφέρονταν σε χώρους της Δυτικής Αττικής. Εκεί, διοχετεύονταν σε πρατήρια καυσίμων, τα οποία συνδέονταν με τον κεντρικό πυρήνα της οργάνωσης.

Για την κάλυψη της δράσης τους, τα μέλη της δεύτερης υποομάδας, είχαν αναπτύξει ένα ολόκληρο πλέγμα μεθοδεύσεων:

– εφοδίαζαν τους οδηγούς των βυτιοφόρων με εικονικά παραστατικά (τιμολόγια και φορτωτικές που εμφάνιζαν νόμιμες εταιρείες ως προμηθευτές και πρατήρια ως τόπους παράδοσης), προκειμένου να παραπλανούν τις ελεγκτικές Αρχές σε τυχόν ελέγχους,
– εγκαθιστούσαν παράνομα λογισμικά στις αντλίες και στα συστήματα εισροών- εκροών πρατηρίων καυσίμων, προκαλώντας ελλειμματικές παραδόσεις έως και 25% σε βάρος των καταναλωτών, οι οποίοι χρεώνονταν κανονικά για ποσότητες καυσίμων που δεν παραλάμβαναν και
– εφάρμοζαν προγράμματα και εφαρμογές παραποίησης δεδομένων, ώστε να μην καταγράφονται οι πραγματικές ποσότητες βενζίνης και να αποφεύγεται η διαβίβαση στοιχείων στην Α.Α.Δ.Ε., καθώς και προγράμματα που παρήγαγαν ψευδείς αναφορές πωλήσεων, με αποτέλεσμα να αποκρύπτεται σημαντικό μέρος των συναλλαγών.

Το κύκλωμα εξαπατούσε τους καταναλωτές με ελλειμματικές παραδόσεις καυσίμων καθόσον τα μέλη του διέθεταν παράνομο λογισμικό με ονομασία «Solitaire», με το οποίο παρέμβαιναν στο ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης εισροών – εκροών της ΑΑΔΕ, παραδίδοντας κατά τον ανεφοδιασμό των οχημάτων των πελατών μικρότερές ποσότητες καυσίμων σε ποσοστό μέχρι 25 % από τις αναγραφόμενες ενδείξεις στις μετρητικές διατάξεις των αντλιών, οι οποίοι όμως χρεώνονταν κανονικά την εκάστοτε αναγραφόμενη ποσότητα.

Πιο συγκεκριμένα, το πρόγραμμα, που φαινομενικά προσομοίαζε με ηλεκτρονικό παιχνίδι (πασιέντζα), κατόπιν συνδυασμού πλήκτρων και εισαγωγής κωδικού πρόσβασης, εμφάνιζε κρυφό μενού επιλογών το οποίο είχε τη δυνατότητα να παρεμβαίνει στο νόμιμο σύστημα εισροών – εκροών των πρατηρίων, όπου κατόπιν εισαγωγής συγκεκριμένων παραμέτρων πραγματοποιούνταν ελλειμματικές παραδόσεις κατά ποσοστό 25%.

Διακινούσαν και ναυτιλιακό πετρέλαιο

Η έρευνα αποκάλυψε ότι οι κατηγορούμενοι, αξιοποιώντας την υποδομή που είχαν δημιουργήσει, λειτουργούσαν και εκτός των πλαισίων του κύκλωματος καθώς προμηθεύονταν ποσότητες ναυτιλιακού πετρελαίου, χωρίς παραστατικά αγοράς και εν συνεχεία το διέθεταν με βυτιοφόρα σε σπίτια πελατών σε διάφορες περιοχές της Αττικής, χωρίς φορολογικά στοιχεία σε χαμηλή τιμή, κατόπιν παραγγελιών που λάμβαναν για εφοδιασμό με πετρέλαιο θέρμανσης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο σε ένα μήνα έλαβαν 29 παραγγελίες για το εν λόγω προϊόν.

Οι ανακοινώσεις της ΕΛΑΣ

Δηλώσεις του Διευθυντή της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, Υποστράτηγου Φώτιου Ντουΐτση:

«Καλημέρα σε όλους.

Η υπόθεση που παρουσιάζουμε σήμερα αποτελεί ακόμη ένα καίριο πλήγμα στα κυκλώματα διακίνησης λαθραίων και νοθευμένων καυσίμων. Πρόκειται για μια υπόθεση που επηρεάζει άμεσα τόσο την εθνική οικονομία όσο και τους ίδιους τους καταναλωτές, οι οποίοι ζημιώνονται οικονομικά, ενώ παράλληλα θέτουν σε κίνδυνο τα οχήματά τους και τις καθημερινές τους μετακινήσεις.

Ειδικότερα, μετά από πολύμηνη, ενδελεχή και επίμονη έρευνα, η Υποδιεύθυνση Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, σε συνεργασία με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, αξιοποιώντας και τις πληροφορίες του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου, εξάρθρωσε μια εγκληματική οργάνωση με διεθνικές διασυνδέσεις, που είχε αναπτύξει δράση σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Τρίκαλα, Λακωνία, Άρτα και Βόλο, ενώ διατηρούσε διασυνδέσεις σε Ρουμανία, Πολωνία, Βουλγαρία και Αλβανία.

Η εγκληματική οργάνωση λειτουργούσε μέσα από δύο διακριτές υποομάδες:

η πρώτη ασχολούνταν με τη συστηματική εισαγωγή χημικών διαλυτών από το εξωτερικό και την ανάμειξή τους με καύσιμα,
ενώ η δεύτερη μεθόδευε εικονικές εξαγωγές βενζίνης, αποφεύγοντας την καταβολή φόρων και δασμών.
Η παράνομη δραστηριότητά τους ωστόσο δεν περιοριζόταν εκεί. Τα μέλη της οργάνωσης χρησιμοποιούσαν και παράνομα λογισμικά σε αντλίες καυσίμων και συστήματα εισροών-εκροών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, προκαλώντας ελλειμματικές παραδόσεις στους καταναλωτές και κατ’ επέκταση οικονομική ζημία στο Δημόσιο.

Τα στοιχεία που προέκυψαν στο πλαίσιο της έρευνας είναι ενδεικτικά του εύρους της παράνομης δράσης τους. Μόνο για το 2025, διακινήθηκαν παράνομα πάνω από 1.340.000 λίτρα βενζίνης και περισσότερα από 212.000 λίτρα χημικών διαλυτών, με το συνολικό όφελος που αποκόμισε η οργάνωση να υπολογίζεται σε τουλάχιστον 3 εκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα, οι δασμοφορολογικές απώλειες για το Δημόσιο ξεπερνούν το 1,5 εκατομμύριο ευρώ.

Τα πρατήρια υγρών καυσίμων στα οποία κατέληγαν τα νοθευμένα καύσιμα βρίσκονταν σε περιοχές της Αττικής (Άνω Λιόσια, Καματερό, Άγιοι Ανάργυροι, Παλαιό Φάληρο) καθώς και σε περιοχές των Τρικάλων, της Ηπείρου και της Λακωνίας.

Για να πετύχουν τον σκοπό τους, που δεν ήταν άλλος από τον παράνομο πλουτισμό τους, μετέρχονταν τεχνάσματα που απαιτούσαν οργανωμένες διαδικασίες, καθώς προχωρούσαν στη σύσταση εικονικών εταιρειών και χρησιμοποιούσαν ψευδή παραστατικά, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο φορολογικές και τελωνειακές επιβαρύνσεις.

Συνολικά, κατά την επιχείρηση που ολοκληρώθηκε χθες, συνελήφθησαν 22 μέλη της οργάνωσης, μεταξύ των οποίων ο αρχηγός και οι διευθύνοντες των δύο υποομάδων. Παράλληλα, κατασχέθηκαν μεγάλα χρηματικά ποσά, οχήματα, ποσότητες καυσίμων και ειδικά λογισμικά που χρησιμοποιούνταν για την αλλοίωση των αντλιών και των συστημάτων παρακολούθησης.

Στο σημείο αυτό θέλω να επισημάνω ότι μήνυμά μας είναι ξεκάθαρο: Η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, με αφοσίωση και συνέπεια θα συνεχίσει να χτυπάει στη ρίζα το οργανωμένο έγκλημα, αποδομώντας εγκληματικές οργανώσεις, με κύριο μέλημα την προστασία των πολιτών, της εύρυθμής λειτουργίας της αγοράς και εν γενει του Κράτους.

Επίσης θα ήθελα να αναφέρω μια διαπίστωση με έναν απλό υπολογισμό που έκανα. Λαμβάνοντας υπόψη την ποσότητα των καυσίμων που διακινήθηκαν και που αναφέρθηκαν παραπάνω και εκτιμώντας ότι ένα κοινό ρεζερβουάρ γεμίζει με πενήντα λίτρα, πάνω από 30.000 οχήματα εφοδιάστηκαν στην περίοδο αυτή με λαθραίο νοθευμένο και ελλιπές καύσιμο.

Κλείνοντας θέλω να ευχαριστήσω όλα τα στελέχη των Υπηρεσιών που συνεργάστηκαν για να μπει τέλος στην εγκληματική δράση αυτής της οργάνωσης:

Την Υποδιεύθυνση Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών, που είχε την προανάκριση, την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, τη Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης της Α.Α.Δ.Ε, το Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο, τις Υποδιευθύνσεις Πληροφοριών και Ειδικών Δράσεων, Δίωξης Ναρκωτικών και Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, την Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα, τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, τα στελέχη της οποίας παρείχαν σημαντική συμβολή στην αποκωδικοποίηση της λειτουργίας των μη εξουσιοδοτημένων λογισμικών προγραμμάτων που παρέμβαιναν στο σύστημα εισροών – εκροών την ημέρα της επιχείρησης, το Κεντρικό Λιμεναρχείο Ηγουμενίτσας, τις Διευθύνσεις Αστυνομίας Τρικάλων, Μαγνησίας, Λακωνίας, Αρκαδίας και Άρτας, το Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Κιλκίς, καθώς και τους υπαλλήλους των Διευθύνσεων Ανάπτυξης των κατά τόπους Περιφερειών.

Η συμβολή όλων των ανωτέρω υπήρξε καθοριστική για την αποδόμηση της οργάνωσης και την προστασία του κοινωνικού συνόλου.

Περισσότερες λεπτομέρειες για την υπόθεση θα σας αναπτύξει η Εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Αστυνόμος Β’ Κωνσταντία Δημογλίδου.

Σας ευχαριστώ».