
Ένα ακουστικό όργανο κρυμμένο σε ένα έργο τέχνης το 1945 πέρασε απαρατήρητο από την αμερικανική ασφάλεια στη Μόσχα, εντός της αμερικανικής πρεσβείας στη ρωσική πρωτεύουσα, για επτά ολόκληρα χρόνια έγραψε τη δική του ιστορία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Πριν από ογδόντα χρόνια, στις τελευταίες εβδομάδες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια ομάδα Ρώσων προσκόπων παρέδωσε στον πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Μόσχα, W. Averell Harriman, ένα χειροποίητο ανάγλυφο με το Μεγάλο Σφραγιστικό των Ηνωμένων Πολιτειών, στο επίσημο σπίτι του – το Spaso House. Το δώρο συμβόλιζε τη συνεργασία Ρωσίας και ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του πολέμου, και ο πρεσβευτής το κρέμασε με υπερηφάνεια στον τοίχο του μέχρι το 1952.
Αυτό που δεν γνώριζαν ούτε ο πρεσβευτής ούτε η ομάδα ασφαλείας του ήταν ότι το σφραγιστικό περιείχε μια κρυφή συσκευή παρακολούθησης, που αργότερα ονομάστηκε «Το Πράγμα» (The Thing) από τους Αμερικανούς τεχνικούς ασφαλείας.
Η συσκευή κατασκόπευε τις διπλωματικές συνομιλίες, χωρίς να γίνει αντιληπτή για επτά χρόνια. Χρησιμοποιώντας ένα φαινομενικά αθώο έργο τέχνης για να διεισδύσουν στον αντίπαλο και να αποκτήσουν στρατηγικό πλεονέκτημα, οι Σοβιετικοί είχαν πραγματοποιήσει το πιο ευφυές τέχνασμα από τον καιρό του Δούρειου Ίππου. Και ήταν αληθινό, ακόμη κι αν ακούγεται σαν μυθιστόρημα κατασκοπείας.
Πώς λειτουργούσε το «Πράγμα»
Ο Τζον Λιτλ, ειδικός στην αντιπαρακολούθηση, 79 ετών, έχει μελετήσει εκτενώς τη συσκευή και έχει φτιάξει ακόμη και αντίγραφό της. Στην τεχνολογία του «Πράγματος» αναφέρεται με όρους μουσικής – «συγκροτείται από σωλήνες σαν τους αυλούς ενός οργάνου και μια μεμβράνη σαν δέρμα τυμπάνου που δονείται με τη φωνή». Παρά τη λεπτομερή μηχανική, η συσκευή ήταν μικρή σαν καρφί μαλλιών και, το σημαντικότερο, περνούσε απαρατήρητη από οποιονδήποτε έλεγχο, αφού «δεν είχε ηλεκτρονικά, μπαταρία και δεν ζεσταινόταν».
Η κατασκευή της ήταν εξαιρετικά ακριβής – «στα όρια ακρίβειας ενός ελβετικού ρολογιού ή ενός μικρομέτρου», όπως σημειώνει ο ιστορικός H. Keith Melton, ενώ για την εποχή της ανέβασε την επιστήμη της ηχητικής παρακολούθησης σε επίπεδο που θεωρούνταν αδύνατο.
Η τέχνη ως όπλο κατασκοπείας
Ο Ρώσος τεχνικός που χειριζόταν τη συσκευή, Vadim Goncharov, δήλωσε ότι «για μεγάλο χρονικό διάστημα, η χώρα μας μπόρεσε να αποκτήσει συγκεκριμένες και πολύ σημαντικές πληροφορίες που μας έδωσαν πλεονέκτημα στον Ψυχρό Πόλεμο». Κανείς έξω από τη σοβιετική υπηρεσία πληροφοριών δεν γνωρίζει πόσα άλλα «Πράγματα» μπορεί να χρησιμοποιήθηκαν για κατασκοπεία στη Δύση.
Η επιτυχία του «Πράγματος» δεν οφειλόταν μόνο στην τεχνική του ευφυΐα. Ήταν αποτελεσματικό γιατί εκμεταλλεύτηκε την ανθρώπινη τάση να εμπιστεύεται τα όμορφα αντικείμενα. Οι Ρώσοι πράκτορες όπλισαν αυτή την ψυχολογική παραδοχή με ένα χειροποίητο ανάγλυφο.
Η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Κατά τη διάρκεια των πολέμων, καλλιτέχνες όπως ο Λεονάρντο ντα Βίντσι σχεδίαζαν επίσης όπλα και πολιορκητικές μηχανές, ενώ ο Peter Paul Rubens υπηρέτησε ως κατάσκοπος στον Τριακονταετή Πόλεμο. Στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, καλλιτέχνες ανέπτυξαν τεχνικές παραπλάνησης και καμουφλάζ, ενώ ο Βρετανός ιστορικός τέχνης Anthony Blunt ήταν ταυτόχρονα σοβιετικός πράκτορας.
Μετά την αποκάλυψή του, το «Πράγμα» κρατήθηκε μυστικό από την αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών. Μόνο το 1960, μετά την κατάρριψη ενός αμερικανικού κατασκοπευτικού αεροσκάφους U-2 πάνω από τη Σοβιετική Ένωση, οι ΗΠΑ το αποκάλυψαν δημόσια σε συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, για να δείξουν ότι η κατασκοπεία δεν ήταν μονόπλευρη.