Με την κατάθεση του νευροχειρούργου, Λεοπόλντο Λούκε, ενώπιον του εισαγγελέα έκλεισε ο κύκλος ανακρίσεων για τον θάνατο Ντιέγκο Μαραντόνα.

Ο εισαγγελέας που ερευνά τις συνθήκες κατά τις οποίες άφησε την τελευταία του πνοή ο «Ντιεγκίτο» ανέκρινε τον προσωπικό και έμπιστο ιατρό του, νευροχειρουργό Λεοπόλδο Λούκε, ο οποίος είναι το τελευταίο από τα επτά μέλη της ιατρικής ομάδας που κατέθεσε στην έρευνα για «ανθρωποκτονία με επιβαρυντικές περιστάσεις».

Ο 39χρονος γιατρός ήταν ο συντονιστής για την ανάρρωση του Μαραντόνα, σε ένα ενοικιαζόμενο σπίτι -με τη σύμφωνη γνώμη της οικογένειας- σε μια γειτονιά στα προάστια του Μπουένος Άιρες, όπου ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής του 1986 με την Αργεντινή, πέθανε μόνος του σε ηλικία 60 ετών, στις 25 Νοεμβρίου 2020. Η επίσημη εκδοχή ήταν η καρδιακή προσβολή.

«Δεν φοβάμαι να πάω φυλακή», είπε ο Λούκε, σε συνέντευξή του λίγο μετά την έναρξη της έρευνας. «Είμαι υπερήφανος για αυτό που έκανα, δεν έφυγα ποτέ από τον Ντιέγκο και προσπάθησα να τον βοηθήσω», διαβεβαίωσε ακόμη και περιέγραψε τον Μαραντόνα ως φίλο του.

Ο Μαραντόνα, ο οποίος υπέφερε από νεφρικά και ηπατικά προβλήματα, καρδιακή ανεπάρκεια, νευρολογική επιδείνωση και εθισμό στο αλκοόλ και στα ψυχοτρόπα φάρμακα, χρειαζόταν ειδική παρακολούθηση. Ωστόσο, στις αρχές Μαΐου, μια έκθεση εμπειρογνωμόνων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «είχε εγκαταλειφθεί στη μοίρα του» από την ιατρική του ομάδα, της οποίας η «ανεπαρκής και απερίσκεπτη» θεραπεία τον οδήγησε σε αργό και αγωνιώδη θάνατο.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Την περασμένη Παρασκευή, κατέθεσε για την υπόθεση και η 36χρονη ψυχίατρος, Αγκουστίνα Κοζάτσοφ. Μέσω της δικηγόρου της, υποστήριξε ότι «δεν είχα καμία σχέση με την κλινική παρακολούθηση του ασθενούς, ο οποίος πέθανε από στεφανιαίο πρόβλημα, που σε καμία περίπτωση δεν σχετίζεται με τα ψυχιατρικά προβλήματα που αντιμετώπιζε».