22 Ιουνίου 1986, Παγκόσμιο Κύπελλο στο Μεξικό. Στο κατάμεστο στάδιο Αζτέκα, μπροστά σε 114.000 θεατές και εκατομμύρια τηλεθεατές παγκοσμίως, ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα χαράζει ανεξίτηλα το όνομά του στην ιστορία του ποδοσφαίρου.

Μια στιγμή που προκάλεσε διχασμό, έγινε αντικείμενο λατρείας και εξακολουθεί να συζητιέται σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά: το θρυλικό «Χέρι του Θεού».

">

Στον προημιτελικό ανάμεσα στην Αργεντινή και την Αγγλία, σε ένα ματς με τεράστιο πολιτικό και συναισθηματικό φορτίο λόγω του πολέμου των Φώκλαντ λίγα χρόνια νωρίτερα, το σκορ είναι 0-0. Ο Άγγλος μέσος Στιβ Χοτζ κάνει ένα αδέξιο διώξιμο, η μπάλα παίρνει ύψος και κατευθύνεται προς την περιοχή του τερματοφύλακα Πίτερ Σίλτον.

Ο Μαραντόνα, αν και είκοσι εκατοστά πιο κοντός, πηδάει ψηλά, προσποιείται ότι θα χτυπήσει την μπάλα με το κεφάλι, αλλά τελικά τη σπρώχνει στα δίχτυα με το αριστερό του χέρι. Ο Τυνήσιος διαιτητής Αλί Μπεν Νάσερ κατακύρωσε το γκολ, καθώς ούτε ο ίδιος ούτε ο βοηθός του αντιλήφθηκαν τη χρήση του χεριού.

Ο Μαραντόνα, γυρίζοντας το κεφάλι προς τον διαιτητή, πανηγύρισε με επιφύλαξη. Όταν είδε ότι το γκολ μετρά, ξέσπασε σε ξέφρενους πανηγυρισμούς. Η φωτογραφία του Μεξικανού Αλεχάντρο Οχέντα, που αποθανάτισε τη στιγμή της παράνομης επαφής, έγινε εμβληματική.

Μετά το τέλος του αγώνα, όταν ρωτήθηκε αν χρησιμοποίησε το χέρι του, ο Μαραντόνα απάντησε με το αφοπλιστικό και αινιγματικό: «Ήταν λίγο με το κεφάλι του Μαραντόνα και λίγο με το χέρι του Θεού». Αυτή η φράση έμελλε να συνοδεύει για πάντα το γκολ, να γίνεται τίτλος, σύμβολο και σημείο αναφοράς για το ίδιο το ποδόσφαιρο.

Χρόνια αργότερα, το 2005, σε τηλεοπτική εκπομπή στην Αργεντινή, παραδέχτηκε δημόσια ότι χρησιμοποίησε το χέρι του και ότι θεωρούσε το γκολ «συμβολική εκδίκηση» για τον πόλεμο των Φόκλαντς, τέσσερα χρόνια νωρίτερα.