
Το FIAT 132 ήταν τρόπον τινά ο Ιανός του Torino. Ένα διπρόσωπο αυτοκίνητο. Επικρίθηκε για την ευστάθειά του, λοιδορήθηκε για το τιμόνι του, αγνοήθηκε για το στιλ του και γύρισε επιδεικτικά την πλάτη στην εικόνα της σπορ μπερλίνας που είχε δώσει όλη τη γοητεία στον προκάτοχό του, το FIAT 125.
Η είσοδός του FIAT 132 στην αγορά ήταν παταγώδης αποτυχία. Σκόνταψε τόσο άσχημα δε, ώστε για να αποφευχθεί η οριστική πτώση, χρειάστηκε να ξαναγραφτεί ολόκληρο το έργο. Και μάλιστα και παραδόξως για τα αυτοκινητικά δεδομένα, με επιτυχία: Λιγότερο από δύο χρόνια αργότερα, η διορθωμένη εκδοχή που εμφανίστηκε στην αγορά αποδείχτηκε πραγματικά επιτυχημένη. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που εξασφάλισε τη μακροζωία ενός μοντέλου που κατασκευάστηκε από το 1972 έως το 1981 σε περισσότερα από 650.000 κομμάτια.
«Ένας καλός κινητήρας, παρότι οι επιδόσεις του δεν είναι πραγματικά ανώτερες από εκείνες του 125. Ένα αυτόματο κιβώτιο χωρίς ψεγάδια, με ομαλές αλλαγές, πιο ευχάριστες σε σύγκριση με εκείνες του FIAT 130. Ωστόσο, οι τρεις σχέσεις δεν επιτρέπουν την πλήρη εκμετάλλευση των αρετών του μοτέρ [TC του Aurelio Lampredi]. Πολύ καλή άνεση, καλή οδική συμπεριφορά, αν και στις αλλεπάλληλες στροφές το αυτοκίνητο γέρνει πολύ. Επιπλέον, διαπιστώνεται διαφορά στη συμπεριφορά μεταξύ εμπρός και πίσω άξονα. Τα φρένα δείχνουν αποτελεσματικά, ενώ το τιμόνι παρουσιάζει ένα μικρό «νεκρό» σημείο στη θέση γύρω από την ευθεία κέντρο και καθυστέρηση στην απόκριση. Σε ευθεία, θα ήθελα καλύτερη κατευθυντικότητα. Η εσωτερική διαρρύθμιση; Είναι καλή. Όμως η διάμετρος των οργάνων στον πίνακα είναι μικρή. Τέλος, το στιλ του αμαξώματος: Αντί να αναδεικνύει τα πλεονεκτήματα της μηχανολογίας, μοιάζει να τα υποβαθμίζει. Δεν φαντάζεσαι ότι βρίσκεσαι εμπρός σε ένα 1.800άρι, αλλά σε ένα μοντέλο πολύ μικρότερου κυβισμού. Η ευρυχωρία είναι εντυπωσιακή, το πορτμπαγκάζ μεγάλο, ιδίως σε βάθος, αλλά οι χειρολαβές των θυρών κινδυνεύουν να τραυματίσουν τα δάχτυλα, όπως και οι μανιβέλες των παραθύρων. Εξάλλου, από τη θέση του οδηγού είναι δύσκολο να αντιληφθείς πού τελειώνει το καπό, καθώς το ίδιο το καπό είναι υπερβολικά επίπεδο».
Από την άλλη, ο Gioia ήταν ο καθ’ ύλην αρμόδιος για τη βιομηχανική στρατηγική, την εξέλιξη των μοντέλων και τη συνολική πορεία της αυτοκινητικής δραστηριότητας της FIAT. Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη βαρύτητα το επεισόδιο με τις ιδιωτικές σημειώσεις του Enzo Ferrari για τo 132: O Gioia ήταν ακριβώς ο άνθρωπος που θα τις διάβαζε, θα καταλάβαινε το μέγεθος του προβλήματος και θα έπρεπε να αντιδράσει άμεσα σε επίπεδο προϊόντος και στρατηγικής.
Για να κατανοήσει κάποιος τη σημασία του προβλήματος που ανέδειξε ο Ferrari, ότι δηλαδή το 132 δεν ήταν ένα «καλό» αυτοκίνητο, πρέπει να γυρίσει πολύ πιο πίσω, στην εποχή του FIAT 125. Ένα ιδιοφυές μοντέλο, εξελιγμένο σε μόλις δέκα μήνες.
Ένας λαμπρός συνδυασμός της πλατφόρμας του παλιού 1500 C, με το καβούκι του 124 με ανασχεδιασμένα άκρα, και του υπέροχου κινητήρα TC του 124 Sport, ελαφρώς «αποδυναμωμένου» για να καλύπτει τις ανάγκες μιας οικογενειακής μπερλίνας. Το 125 λειτούργησε ως μεταβατικό μοντέλο για τη FIAT. Ανέλαβε να απαντήσει άμεσα στην Alfa Romeo και στην Giulia, η οποία ήταν σαφώς πιο ενδιαφέρουσα από το FIAT 1500, παρότι είχε παρουσιαστεί μόλις έναν χρόνο αργότερα.
Η εμπορική επιτυχία του 125 υπήρξε σημαντική αλλά σύντομη, καθώς η φίρμα του Torino είχε ήδη στα σκαριά ένα πιο «θεσμικό» μοντέλο, προορισμένο για να καταλάβει την κορυφή της γκάμας. Ήταν λοιπόν μόνο η κατεπείγουσα ανάγκη που ώθησε τη FIAT για την παρουσίαση μιας μεσαίας μπερλίνας, ικανής να αναχαιτίσει τις φιλοδοξίες της Alfa 1750/2000 Berlina; Προφανώς και όχι.
Με την είσοδο στη δεκαετία του ’70, οι φιλοδοξίες της FIAT γίνονταν πιο οικουμενικές και λιγότερο επικεντρωμένες στις ανάγκες της εγχώριας αγοράς. Ο Τορινέζος κατασκευαστής στόχευε πλέον στην Ευρώπη στο σύνολό της. Στη Δύση και στην Ανατολή. Ταυτόχρονα, επεδίωκε να κατακτήσει μια νέα, πιο αστική κι απαιτητική πελατεία, που ζητούσε περισσότερη άνεση. Και αυτοκίνητα ικανά να διανύουν μεγάλες αποστάσεις σε ένα οδικό δίκτυο που σταδιακά καλυπτόταν από αυτοκινητοδρόμους – πριν ακόμη διαμορφωθεί το περιβάλλον που θα επέβαλλε η πετρελαϊκή κρίση του 1973. Αυτό θα ήταν το 132, σχεδιασμένο από μια λευκή κόλλα χαρτί. Αλλά όπως θα δούμε, αυτή η κόλλα δεν ήταν τελικά και τόσο λευκή.
Βλέπετε, σε επίπεδο προϋπολογισμού, δεν τίθετο θέμα μεγάλων επενδύσεων γι’ αυτή τη νέα μελέτη. Η σύντομη καριέρα του 125 οφειλόταν στο γεγονός ότι η FIAT ήθελε να παρουσιάσει ένα πιο επιβλητικό και αποδοτικό μοντέλο, τοποθετημένο πάνω από το 124. Αλλά με εξαιρετικά περιορισμένο προϋπολογισμό και ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα (18 μήνες), χωρίς επένδυση σε εντελώς νέα πλατφόρμα.
Δείτε το video και διαβάστε τη συνέχεια στο drive.gr