Στις δυνατότητες που έχει η Θεσσαλονίκη, να γίνει η πόλη που θα συμβολίζει το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης. Τόνισε παράλληλα, ότι βασική προσδοκία για το 2026 είναι η περαιτέρω εδραίωση της εμπιστοσύνης στην οικονομία.

Αντίστοιχα, αναφέρθηκε στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, στις επενδύσεις και την παραγωγικότητα, στα μέτρα ελάφρυνσης των πολιτών και στις παρεμβάσεις ενάντια στην ακρίβεια.

Ακολουθεί η συνέντευξη του Κυριάκου Πιερρακάκη:

Κύριε Υπουργέ, είναι μία από τις πρώτες συνεντεύξεις σας ύστερα από την εκλογή σας στην προεδρία του Eurogroup. Τι προσδοκάτε και τι φοβάστε στο οικονομικό πεδίο από το 2026;

Βασική προσδοκία είναι ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει σε τροχιά σταθερής και διατηρήσιμης μεγέθυνσης, υπεραποδίδοντας σε σχέση με την Ευρωζώνη. Οι προβλέψεις για το 2026 δείχνουν ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2% για την Ελλάδα, έναντι περίπου 1% για την Ευρωζώνη. Αυτή η διαφορά στηρίζεται στη δημοσιονομική σταθερότητα και στη βελτίωση κρίσιμων μεγεθών, όπως η απασχόληση και οι επενδύσεις, ώστε η ανάπτυξη να είναι ανθεκτική και να μεταφράζεται σε ενίσχυση των εισοδημάτων και καλύτερη ποιότητα ζωής.

Η βασική προσδοκία για το 2026 είναι η περαιτέρω εδραίωση της εμπιστοσύνης στην οικονομία. Ο βασικός κίνδυνος, είναι να θεωρηθεί δεδομένο ότι οι θετικές εξελίξεις θα συνεχιστούν από μόνες τους. Η εμπειρία δείχνει ότι απαιτείται συνεχής προσπάθεια, μεταρρυθμίσεις και προσαρμογή, ώστε η πρόοδος να έχει διάρκεια.

 Οι πολίτες συχνά έχουν την αίσθηση πως η ακρίβεια υπερτερεί των θετικών μέτρων. Πότε θα νιώσουν στην τσέπη τους τις ωφέλειες των παρεμβάσεων;

Καταλαβαίνω απολύτως αυτή την αίσθηση, γιατί ο πληθωρισμός λειτουργεί σωρευτικά. Ακόμη κι όταν ο ρυθμός αύξησης των τιμών υποχωρεί, το επίπεδο των τιμών παραμένει υψηλό και συνεχίζει να πιέζει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Με βάση τα επίσημα στοιχεία, ο πληθωρισμός τον περασμένο Νοέμβριο διαμορφώθηκε στο 2,4%, γεγονός που δείχνει μετάβαση από το σοκ του 2022 σε μια πιο ελεγχόμενη φάση , όχι όμως επιστροφή στις παλιές τιμές.

 Γι’ αυτό και το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι μόνο ο πληθωρισμός, αλλά το αν το εισόδημα τον υπερκαλύπτει. Ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί πάνω από 35% από το 2019 έως το 2025 και θα ξεπεράσει το 40% έως το 2026. Παράλληλα, οι καθαρές αμοιβές, μετά τις μειώσεις φόρων και εισφορών, έχουν αυξηθεί κατά περίπου 32% σε σχέση με το 2019, υπερκαλύπτοντας τον σωρευτικό πληθωρισμό της ίδιας περιόδου που ήταν στο 19,9%.

Αυτό δείχνει ότι κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση. Όμως δεν αρκεί να το επιβεβαιώνουν οι δείκτες. Πρέπει να το νιώθουν οι πολίτες στην καθημερινότητά τους. Γι’ αυτό και η πολιτική μας δεν εξαντλείται στις αυξήσεις μισθών, αλλά στοχεύει στη συνολική και διαρκή ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος.

 Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση φόρων στην Μεταπολίτευση και οι πολίτες θα δουν τη διαφορά στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς από την πρώτη ημέρα του νέου χρόνου.

Το 2026 θα υπάρξουν νέα μέτρα ελάφρυνσης, εφόσον το επιτρέψουν τα δημοσιονομικά περιθώρια; Ποιες κατευθύνσεις εξετάζετε;

Η κυβέρνηση έχει δείξει ότι όταν δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος, τον επιστρέφει στην κοινωνία με τρόπο στοχευμένο και δίκαιο . Η απάντηση είναι ναι, εφόσον υπάρχουν πραγματικά και μόνιμα δημοσιονομικά περιθώρια. Προτεραιότητά μας είναι να μη γυρίσουμε σε λογικές που γεννούν ελλείμματα και υπονομεύουν όσα με κόπο χτίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια.

 Θα συνεχίσουμε να αξιολογούμε κάθε μέτρο με δύο κριτήρια: Αν βελτιώνει ουσιαστικά την καθημερινότητα των πολιτών και αν αντέχει στον χρόνο. Αυτή είναι η ουσία της ευθύνης και της θεσμικής ωριμότητας που αποτυπώνει ο Προϋπολογισμός του 2026 που μόλις ψηφίστηκε.

Θα υπάρξει στοχευμένο πακέτο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις;

 Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις χρειάζονται περισσότερο χώρο να δράσουν και να αναπτυχθούν. Αυτό στην πράξη σημαίνει καλύτερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση, ταχύτερη ψηφιοποίηση, διευκόλυνση της φορολογικής συμμόρφωσης χωρίς υπερβολικά βάρη και σύγχρονα εργαλεία ανάπτυξης που ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς. Το κριτήριο επιτυχίας είναι απολύτως μετρήσιμο από τις περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και τη βελτίωση της παραγωγικότητας. Και αυτό αρχίζει να αποτυπώνεται σε μια αγορά εργασίας όπου η ανεργία αποκλιμακώνεται σταθερά και έχει ήδη διαμορφωθεί στο 8,6% τον Οκτώβριο του 2025, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.

Γι’ αυτό και κάθε παρέμβαση για τις ΜμΕ σχεδιάζεται με στόχο να ενισχύει την ανταγωνιστικότητά τους και τη δυνατότητά τους να επενδύουν, όχι να τις επιβαρύνει. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν σταθερή προτεραιότητα και βασικό μέρος του συνολικού σχεδιασμού του οικονομικού επιτελείου.

Το Ταμείο Ανάκαμψης ολοκληρώνεται το 2026. Θα προλάβουμε να απορροφήσουμε όλους τους πόρους; Και τι έρχεται μετά;

Το 2026 δεν σηματοδοτεί το τέλος της ανάπτυξης, αλλά την ολοκλήρωση μιας έκτακτης φάσης οικονομικής στήριξης. Το Ταμείο Ανάκαμψης σχεδιάστηκε ως κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην πανδημία και ολοκληρώνεται ταυτόχρονα για όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το ίδιο το 2026 είναι, μάλιστα, χρονιά ιδιαίτερα αυξημένων εκταμιεύσεων, με περίπου 7,2 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και άνω των 4 δισ. ευρώ σε δάνεια. Οι πόροι αυτοί δεν επαναλαμβάνονται. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η οικονομική δυναμική εξαντλείται με τη λήξη τους.

Η επενδυτική δραστηριότητα συνεχίζεται, με τις ιδιωτικές επενδύσεις να αυξάνονται, ενώ το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ενισχύεται σταθερά έως το 2029. Η αναπτυξιακή προσπάθεια, επομένως, αποκτά πιο μόνιμα χαρακτηριστικά. Το 2026 δεν είναι σημείο λήξης, αλλά γέφυρα μετάβασης σε ένα πιο ώριμο και βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο.

Η Ελλάδα υστερεί σε επενδύσεις και παραγωγικότητα έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Πώς θα κλείσει αυτό το χάσμα;

Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία έχει ανακτήσει ουσιαστική αναπτυξιακή δυναμική. Στο Γ’ τρίμηνο του 2025, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,0% σε ετήσια βάση, έναντι 1,6% στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 1,4% στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με τη Eurostat. Όμως το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη να έχει ποιότητα και διάρκεια.

Το αποτέλεσμα αρχίζει ήδη να αποτυπώνεται στις επενδύσεις. Οι ιδιωτικές επενδύσεις αυξάνονται με ρυθμό 5,7% το 2025 και 10,2% το 2026, καλύπτοντας σταδιακά ένα μεγάλο επενδυτικό κενό της κρίσης. Από 11% του ΑΕΠ το 2019, οι επενδύσεις ανεβαίνουν στο 17,7% το 2026, συγκλίνοντας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Αυτή η πορεία στηρίζεται σε συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές : Επιτάχυνση στρατηγικών επενδύσεων σε τεχνολογία, ενέργεια, υποδομές και logistics. Επίσης, μεταρρυθμίσεις στο κράτος για ταχύτερες αδειοδοτήσεις, διαφάνεια και αποτελεσματικότητα. Και βελτίωση της λειτουργίας της Δικαιοσύνης, που είναι κρίσιμος παράγοντας για το επενδυτικό περιβάλλον.

Ποιες είναι οι προοπτικές της Θεσσαλονίκης ως επενδυτικού πόλου;

Η Θεσσαλονίκη και συνολικά η Κεντρική Μακεδονία διαθέτουν ήδη ισχυρό οικονομικό αποτύπωμα. Η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας παράγει περίπου 14% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της χώρας, γεγονός που την καθιστά τον δεύτερο σημαντικότερο οικονομικό πόλο μετά την Αττική.

Τα τελευταία χρόνια, η πόλη έχει ενισχύσει ουσιαστικά τη συνολική της ελκυστικότητα. Η αναβάθμιση των υποδομών, η ολοκλήρωση μεγάλων έργων ,με πιο εμβληματικό το μετρό, καθώς και η αυξανόμενη παρουσία επισκεπτών έχουν βελτιώσει τη λειτουργικότητα και τη διεθνή εικόνα της Θεσσαλονίκης. Όλα αυτά συνδέονται άμεσα με το επενδυτικό ενδιαφέρον και τη δυνατότητα φιλοξενίας πιο σύνθετων οικονομικών δραστηριοτήτων.

Η προοπτική της πόλης είναι να εξελιχθεί σε περιφερειακό κόμβο logistics, μεταποίησης, υπηρεσιών και καινοτομίας, αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση, τα πανεπιστήμια και τις διασυνδέσεις της με τις χώρες των Βαλκανίων. Ο στόχος είναι έργα και επενδύσεις που ενισχύουν πραγματικά την παραγωγική βάση και δίνουν στη Θεσσαλονίκη ρόλο με διάρκεια και στρατηγικό βάθος στην οικονομία της χώρας. Η Θεσσαλονίκη μπορεί να γίνει η πόλη που θα συμβολίζει το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας.

Ποιο το χρονοδιάγραμμα για την προκήρυξη του διαγωνισμού και την υλοποίηση της ανάπλασης της ΔΕΘ;

Η ανάπλαση των υποδομών της ΔΕΘ–HELEXPO είναι ένα έργο στρατηγικής σημασίας για τη Θεσσαλονίκη και για τη χώρα. Αφορά τη δημιουργία ενός σύγχρονου, πολυλειτουργικού τοποσήμου στο κέντρο της πόλης, που συνδυάζει εκθέσεις και συνέδρια με πολιτισμό, αναψυχή, αθλητισμό και ποιοτικούς δημόσιους χώρους. Έναν χώρο ανοιχτό στους πολίτες και ταυτόχρονα ελκυστικό διεθνώς.

Η Θεσσαλονίκη ανεβαίνει σταθερά ως συνεδριακός προορισμός. Η HELEXPO έχει ήδη ισχυρό πλεονέκτημα ως διοργανωτής διεθνών εκθέσεων. Το στοίχημα τώρα είναι να αξιοποιήσουμε αυτή τη βάση για να αναπτύξουμε ακόμη περισσότερο τον συνεδριακό τουρισμό, με σύγχρονες υποδομές που ανταποκρίνονται στα διεθνή πρότυπα και στη δυναμική της πόλης.

Σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα, μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2026 θα εκκινήσει η διαγωνιστική διαδικασία για την κατασκευή του έργου, με στόχο την ολοκλήρωσή του εντός του 2029. Αυτή την περίοδο επικαιροποιούμε τις αρχιτεκτονικές μελέτες και προχωράμε σε όλες τις απαραίτητες διαδικασίες ωρίμανσης, ώστε ο διαγωνισμός να ξεκινήσει με πλήρη θεσμική και τεχνική ετοιμότητα.

Ο προϋπολογισμός των 120 εκατ. ευρώ αξιοποιείται για παρεμβάσεις που φαίνονται και μένουν στον χρόνο: νέα σύγχρονα εκθεσιακά κτίρια συνολικής επιφάνειας 41.500 τ.μ., ανακαίνιση του Βελλιδείου, 660 υπόγειες θέσεις στάθμευσης και πάνω από 100 στρέμματα πρασίνου και ανοιχτών χώρων για τους πολίτες και τους επισκέπτες. Παράλληλα, γίνονται ενεργειακές και τεχνικές αναβαθμίσεις ώστε το έργο να είναι σύγχρονο και λειτουργικό για πολλά χρόνια.

Η φιλοσοφία μας είναι σαφής. Μια ΔΕΘ ενσωματωμένη στην πόλη, που ενισχύει την οικονομία, την ποιότητα ζωής και τη διεθνή εικόνα της Θεσσαλονίκης. Ένα έργο που δεν μένει στα σχέδια, αλλά υλοποιείται με ρεαλισμό, χρονοδιάγραμμα και φιλοδοξία , όπως αξίζει σε μια πόλη με τον ρόλο και τις προοπτικές της Θεσσαλονίκης.