Η κατάθεση του αιτήματος από το ΠΑΣΟΚ για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, που στοχεύει στην διερεύνηση ευθυνών για την τραγωδία στα Τέμπη και περιλαμβάνει τον Κώστα Αχιλλέα Καραμανλή μαζί με άλλα πρώην κυβερνητικά στελέχη, αναμένεται να γίνει μέσα στις επόμενες ώρες.

Το κείμενο-πρόταση για τη σύσταση προανακριτικής αφορά συγκεκριμένα εκτός από τον τότε υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, Κώστα Καραμανλή, τους υφυπουργούς Μιχάλη Παπαδόπουλο, Γιώργο Καραγιάννη και Γιάννη Κεφαλογιάννη, τον πρώην υπουργό στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, Χρήστο Σπίρτζη αλλά και υφυπουργούς κατά τη διάρκεια της θητείας του, τους κ.κ. Νίκο Μαυραγάνη, Παναγιώτη Σγουρίδη, Θάνο Μωραΐτη και την κυρία Μαρίνα Χρυσοβελώνη.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες το αίτημα συνδέεται με την κατηγορία για τη διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών, που σύμφωνα με τη νομική τεκμηρίωση του ΠΑΣΟΚ συνιστά κακούργημα.
Πριν από τη σχετική απόφαση, έγιναν επί πολλές ημέρες διαδοχικές συσκέψεις στα πράσινα γραφεία της βουλής, όπου υπό την «καθοδήγηση» του Τομέα Δικαιοσύνης του κόμματος, δηλαδή του Χρήστου Κακλαμάνη και των συνεργατών του, της Μιλένας Αποστολάκη, της Ευαγγελίας Λιακούλη και άλλων κοινοβουλευτικών στελεχών επελέγησαν οι λέξεις-κλειδιά του κειμένου και αναζητήθηκε η συγκρότηση προτάσεων με τη σωστή νομική τεκμηρίωση στην κάθε παράγραφο.
Παρότι ακούστηκε ότι στις κατηγορίες υπήρχε περίπτωση να συμπεριληφθεί και το όνομα του Κυριάκου Μητσοτάκη, στελέχη του κόμματος υποστηρίζουν ότι το ΠΑΣΟΚ λειτουργεί θεσμικά, ψάχνει την αλήθεια και τους υπεύθυνους, αλλά δεν λαϊκίζει.

Οι ίδιοι άνθρωποι «θυμίζουν» επίσης την επιλογή της «αυτόνομης καθόδου» αυτή τη φορά, όχι μόνο γιατί το ΠΑΣΟΚ διαθέτει τους 30 και πλέον βουλευτές που απαιτούνται για την κατάθεση του σχετικού αιτήματος, αλλά διότι δεν θέλει να εργαλειοποιήσει την υπόθεση των Τεμπών.

Το ΠΑΣΟΚ – δια της Κοινοβουλευτικής Ομάδας που θα αποφασίσει κατά τη τηλεδιάσκεψη που θα ξεκινήσει στις 12 το μεσημέρι- κατηγορεί την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Μεταφορών στο σύνολό της για την καθυστέρηση στην υλοποίηση της σύμβασης 717 που, αν είχε ολοκληρωθεί όπως τονίζουν, θα μπορούσε να αποτρέψει τη σύγκρουση των τρένων.

Την κατηγορεί επίσης ότι, ενώ είχε λάβει προειδοποιήσεις για τα κενά ασφάλειας στο σιδηροδρομικό δίκτυο και τους προφανείς κινδύνους, δεν πήρε τις αναγκαίες αποφάσεις για να προληφθεί και αποφευχθεί η τραγωδία.