
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η Henrietta Lacks, μια νεαρή μητέρα πέντε παιδιών από τη Βαλτιμόρη, επισκέφθηκε το νοσοκομείο Johns Hopkins λόγω έντονης αιμορραγίας. Εκεί, οι γιατροί εντόπισαν έναν επιθετικό καρκινικό όγκο στον τράχηλο της μήτρας και ξεκίνησαν άμεσα ραδιοθεραπεία — την πιο προηγμένη θεραπεία της εποχής.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των ιατρικών επεμβάσεων, χωρίς την παραμικρή ενημέρωση ή συγκατάθεσή της, οι γιατροί πήραν δείγμα από τον όγκο της. Από αυτό το δείγμα προήλθαν τα κύτταρα HeLa — τα πρώτα ανθρώπινα κύτταρα που κατάφεραν να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν αέναα εκτός ανθρώπινου οργανισμού.
Η Henrietta πέθανε λίγους μήνες αργότερα, χωρίς να μάθει ποτέ πως το σώμα της είχε ήδη γίνει κομμάτι της επιστημονικής ιστορίας. Τα κύτταρά της χρησιμοποιήθηκαν σε χιλιάδες έρευνες, συμβάλλοντας σε ανακαλύψεις όπως το εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας, θεραπείες για τον καρκίνο και τη γονιδιακή έρευνα.
Μόνο δεκαετίες αργότερα αναγνωρίστηκε επίσημα η συμβολή της, με την οικογένειά της να δίνει έναν μακροχρόνιο αγώνα για δικαίωση και διαφάνεια. Η υπόθεση της Henrietta Lacks άνοιξε μια παγκόσμια συζήτηση για τα όρια της ιατρικής δεοντολογίας, τη συγκατάθεση των ασθενών και το ποιος τελικά «ανήκει» η επιστημονική πρόοδος.
Ο Δρ. George Gey, ερευνητής στο Johns Hopkins, είχε προσπαθήσει για χρόνια να καλλιεργήσει κύτταρα από καρκινοπαθείς, αλλά όλα πέθαιναν σύντομα. Τα κύτταρα της Henrietta, όμως, διπλασιάζονταν κάθε 20 με 24 ώρες, παραμένοντας ζωντανά και αναπαραγόμενα σε εργαστηριακές συνθήκες, κάτι πρωτοφανές.
Τα HeLa κύτταρα έγιναν βασικό εργαλείο στην ανάπτυξη του εμβολίου κατά της πολιομυελίτιδας, στη μελέτη καρκίνου, του AIDS, της γονιμότητας, ακόμα και στις επιπτώσεις ακτινοβολίας και φαρμάκων. Πρακτικά, αποτέλεσαν το θεμέλιο για δεκάδες χιλιάδες επιστημονικές δημοσιεύσεις και εμπορικές εφαρμογές.
Η ίδια, όμως, δεν έμαθε ποτέ τίποτα. Πέθανε λίγους μήνες μετά τη διάγνωση, τον Οκτώβριο του 1951, χωρίς να γνωρίζει πως τα κύτταρά της θα χρησιμοποιούνταν ευρέως, για δεκαετίες, χωρίς καμία ενημέρωση ή έγκριση της οικογένειάς της.
Η αποκάλυψη αυτής της ιστορίας ήρθε στο φως μόλις στα τέλη του 20ού αιώνα. Η οικογένεια Lacks ανακάλυψε με τρόμο ότι η επιστημονική κοινότητα είχε χρησιμοποιήσει εκτενώς τα κύτταρα της μητέρας τους, δίχως ποτέ να τους το πει κανείς.
Το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, όπου είχαν συλλεχθεί τα δείγματα, αναγνώρισε εκ των υστέρων ότι δεν είχε πράξει τα δέοντα. «Θα μπορούσαμε να είχαμε ενημερώσει και συνεργαστεί νωρίτερα με την οικογένεια της Henrietta Lacks», ανέφερε σε ανακοίνωσή του, δηλώνοντας μετάνοια για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε το ζήτημα.
Το 2023, έπειτα από νομική διαμάχη, η οικογένεια Lacks κατέληξε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό με την εταιρεία βιοτεχνολογίας Thermo Fisher Scientific, η οποία φέρεται να είχε επωφεληθεί οικονομικά από την ευρεία χρήση των HeLa κυττάρων. Οι λεπτομέρειες της συμφωνίας παραμένουν εμπιστευτικές.
«Η περίπτωση της Henrietta Lacks είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του πώς η επιστήμη προχώρησε χωρίς ηθικούς φραγμούς, εις βάρος μαύρων γυναικών», δήλωσε ο γνωστός δικηγόρος πολιτικών δικαιωμάτων Ben Crump, που εκπροσώπησε την οικογένεια.
Το 2021, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τίμησε τη συμβολή της Lacks με ειδική τελετή, αναγνωρίζοντας την τεράστια επιστημονική κληρονομιά της, αλλά και την αδικία που υπέστη.
Το Johns Hopkins, σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της αδικίας, εγκαινίασε πρόσφατα ένα νέο κτίριο που φέρει το όνομά της (Henrietta Lacks Building) στην πανεπιστημιούπολη του νοσοκομείου, ως συμβολική αναγνώριση μιας γυναίκας της οποίας η ζωή άλλαξε, άθελά της, την πορεία της ιατρικής για πάντα.