Πριν γίνει η παγκόσμια πρωτεύουσα του τζόγου, της πολυτέλειας και της νυχτερινής ζωής, το Λας Βέγκας ήταν μια ξεχασμένη κωμόπολη χαμένη στην έρημο της Νεβάδα.

Το όνομά του στα ισπανικά σημαίνει «τα λιβάδια».

Ίδρυση σαν σήμερα, στις 15 Μαΐου 1905, η πόλη μεταμορφώθηκε σταδιακά σε διεθνή προορισμό για όσους αναζητούν ρίσκο, διασκέδαση και… λίγη παρανομία. Από τα πρώτα καζίνο και τις εποχές της μαφίας, μέχρι τα υπερπολυτελή ξενοδοχεία, τα θεαματικά σόου και τους γάμους-εξπρές σε θεματικά παρεκκλήσια, το Λας Βέγκας έγινε κάτι πολύ περισσότερο από ένα τουριστικό hotspot: έγινε τρόπος ζωής.

Σαν σήμερα, λοιπόν, στις 15 Μαΐου του 1905 εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι κάτοικοι στην πόλη που θα γινόταν μελλοντικά «η πόλη που δεν κοιμάται ποτέ»! Ήταν υπάλληλοι σιδηροδρομικών εταιρειών, οι οποίοι ανεφοδίαζαν τους συρμούς που περνούσαν από την περιοχή. Στις 16 Μαρτίου 1911 έγινε επισήμως πόλη με 800 κατοίκους. Έως το 1930 το Λας Βέγκας φυτοζωούσε, έως ότου η αμερικανική κυβέρνηση ενέκρινε την κατασκευή του γιγαντιαίου φράγματος Μπάουλντερ (σήμερα Χούβερ) στον ποταμό Κολοράντο.

Χιλιάδες Αμερικανοί συνέρρευσαν στην πόλη για να διεκδικήσουν τις 5.000 θέσεις εργασίας που αφορούσαν στην κατασκευή του φράγματος. Το Λας Βέγκας άλλαξε όψη από τη μία μέρα στην άλλη. Ο παράνομος τζόγος άρχιζε να ανθίζει και η Ποτοαπαγόρευση καταργήθηκε στην πράξη.

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι αρχές αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση και να νομιμοποιήσουν τον τζόγο, προκειμένου να εισρεύσει ζεστό χρήμα στα δημόσια ταμεία στην εποχή της Μεγάλης Ύφεσης. Όλα έγιναν μεθοδικά και οργανωμένα και η πρώτη άδεια δόθηκε το 1931 στο Northern Club.

Η άρση της Ποτοαπαγόρευσης το 1933 και η νομιμοποίηση της πορνείας ήταν άλλα δύο μέτρα που συμπλήρωσαν το σκηνικό και χάρισαν στο Λας Βέγκας το προσωνύμιο «Αμαρτωλή Πόλη» (Sin City).

Στη δεκαετία του ’40 άρχισαν να χτίζονται τα πρώτα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα με καζίνο στην περίφημη Las Vegas Strip, με την καθοριστική συμβολή όλων των κλάδων της Αμερικανικής Μαφίας (ιρλανδικής, ιταλικής και εβραϊκής). Συνδύαζαν διακοπές σε εξωτικό περιβάλλον και τζόγο.

Ονομαστό ήταν το Καζίνο «Φλαμίνγκο», ιδιοκτησίας των γκάνγκστερ Μπάγκσι Σίγκερ και Μέγιερ Λάνσκι. Ο κόσμος, παρότι υποψιαζόταν ότι το οργανωμένο έγκλημα ήλεγχε τον τζόγο, συνέρρεε κατά εκατομμύρια στην «Πόλη που δεν κοιμάται ποτέ».

Τη λάμψη τους στην πόλη δάνειζαν μεγάλα ονόματα της σόου-μπιζ, όπως ο Έλβις Πρίσλεϊ, ο Φρανκ Σινάτρα, οι Άμποτ και Κοστέλο, ο Ντιν Μάρτιν και πολλοί άλλοι, που έδιναν συναυλίες και παραστάσεις στις ευρύχωρες αίθουσες των καζίνο.

Με την πάροδο του χρόνου, το Λας Βέγκας έκανε πολλά βήματα για να απεξαρτηθεί από τον τζόγο.

Στις μέρες μας, λανσάρεται ως κατά βάση τουριστικός προορισμός και ο τζίρος από τα καζίνο αντιπροσωπεύει μόλις το 20% των εσόδων της πόλης.

Ο συνεδριακός τουρισμός είναι μια νέα χρυσοφόρα πηγή, έχοντας ξεπεράσει σε τζίρο τα καζίνο, ενώ οι αρχές, με γενναία οικονομικά κίνητρα που φθάνουν μέχρι την πλήρη φορολογική απαλλαγή, ευνοούν την εγκατάσταση επιχειρήσεων νέων τεχνολογιών και τραπεζών.

Σταθερή αξία για το Λας Βέγκας παραμένει η ανθούσα βιομηχανία γάμων, με πάνω από 300 ημερησίως. Γίνονται σχεδόν αυτόματα, με χαμηλό κόστος (35$) και χωρίς πολλές διατυπώσεις. Αντίθετα, το διαζύγιο κοστίζει ακριβότερα (430$).