Σαν σήμερα 29 Δεκεμβρίου του 1993, οι Αρχές προχώρησαν στη σύλληψη των «σατανιστών της Παλλήνης» και συγκεκριμένα του Ασημάκη Κατσούλα, του Μάνου Δημητροκάλη και της Δήμητρας Μαργέτη.

Επί μέρες στο τμήμα Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας νεαρά κορίτσια προσάγονταν και κατέθεταν: περιέγραφαν τελετές με μαύρα κεριά, προσφορά αίματος στον Κατσούλα, για χάρη των «δαιμόνων» όλα με υπόβαθρο σεξουαλικής κακοποίησής τους.

">

Οι Σατανιστές της Παλλήνης – Το σκοτεινό χρονικό

Οι λεπτομέρειες που έρχονταν στη δημοσιότητα συγκλόνισαν την κοινή γνώμη, ενώ η μετέπειτα δίκη έφτασε στο σημείο να απαγορευτεί η μαγνητοσκόπησή της, ώστε να μη μετατραπεί σε τηλεοπτικό σόου.

Ο πρώτος φόνος

Η αρχή έγινε στις 27 Αυγούστου 1992. Η 14χρονη Δώρα Συροπούλου οδηγήθηκε από τους τρεις δράστες σε απομονωμένη περιοχή στο Σέσι Κορωπίου. Με το πρόσχημα ότι θα τη «μυούσαν» στον σατανισμό, την έπεισαν να τους ακολουθήσει.

Έφυγαν από καφετέρια στην περιοχή των Αμπελοκήπων και μαζί με τους Κατσούλα και Δημητροκάλη ήταν και η Μαργέτη, η παρουσία της άλλωστε ήταν αυτή που καθησύχασε το 14χρονο κορίτσι να ακολουθήσει.

Στο Σέσι όμως, σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, την έγδυσαν, της πέρασαν χειροπέδες και την ανάγκασαν να γονατίσει κρατώντας ένα κερί. Αφού τη χτύπησαν στο κεφάλι και διαπίστωσαν ότι ήταν ακόμη ζωντανή, τη στραγγάλισαν. Στη συνέχεια ασέλγησαν στο σώμα της και περιέλουσαν τη σορό με βενζίνη, βάζοντάς της φωτιά.

Η Δήμητρα Μαργέτη είχε δηλώσει αργότερα ότι την προηγούμενη ημέρα ο Κατσούλας της είχε πει πως «κάποιος δαίμονας ζητούσε μια συγκεκριμένη κοπέλα», υποστηρίζοντας ότι πίστευε πως η ανήλικη απλώς θα «εξαφανιζόταν». Όπως ανέφερε, αισθανόταν εξαπατημένη και φοβόταν πως αν μιλούσε θα είχε την ίδια κατάληξη.

Ο δεύτερος φόνος

Έναν χρόνο αργότερα, τη Μεγάλη Τετάρτη του 1993, η ομάδα επανήλθε. Θύμα αυτή τη φορά ήταν η 28χρονη Γαρυφαλλιά Γιούργα, μητέρα ενός αγοριού που ήταν οκτώ ετών όταν την έχασε και εργαζόμενη ως καμαριέρα στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία».

Καθώς επέστρεφε στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά, οι Κατσούλας και Δημητροκάλης την προσέγγισαν παριστάνοντας τους αστυνομικούς και την ανάγκασαν να επιβιβαστεί στο όχημά τους.

Σε ερημικό σημείο στο Κορωπί, της πέρασαν χειροπέδες, την έγδυσαν και τη βίασαν. Όταν η γυναίκα δεν κατέληγε, ο Κατσούλας –όπως περιγράφεται στην κατάθεση του Δημητροκάλη– της συνέθλιψε το κεφάλι με μια μεγάλη πέτρα, χτυπώντας τη επανειλημμένα μέχρι να αφήσει την τελευταία της πνοή. Η γυναίκα παρακαλούσε να τη λυπηθούν για χάρη του παιδιού της και ξεψύχησε ικετεύοντας γι’ αυτό.

Η εξομολόγηση που έφερε την ομολογία και τις συλλήψεις

Μετά τον πρώτο φόνο, η Αστυνομία είχε ξεκινήσει έρευνες χωρίς αποτέλεσμα. Η οικογένεια της Δώρας Συροπούλου είχε κινητοποιήσει, ιδιωτικά, φιλικό της πρόσωπο, πρώην αξιωματικό στο Ανθρωποκτονιών.

Εκείνος είχε φτάσει νωρίτερα από την αστυνομία στα κεντρικά πρόσωπα, έχοντας μιλήσει με τον ιδιοκτήτη της καφετέριας από την οποία είχαν χαθεί τα ίχνη του κοριτσιού.

Η λύση ήρθε απροσδόκητα από τον ίδιο τον Δημητροκάλη. Δύο ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 1993, κυριευμένος από τύψεις, και έχοντας νιώσει τεράστια πίεση όταν κατάλαβε ότι ο Κατσούλας είχε βάλει στο στόχαστρό του συγγενικό πρόσωπο του Δημητροκάλη, εξομολογήθηκε όσα είχε κάνει σε ιερέα.

Μετά από αυτό, μόλις την επόμενη ημέρα, στις 28 Δεκεμβρίου, παρουσιάστηκε αυτοβούλως στις Αρχές και τα αποκάλυψε όλα.

Ο πατέρας του είχε περιγράψει αργότερα ότι ο γιος του γύρισε σπίτι και του είπε πως «λυτρώθηκε» λέγοντας την αλήθεια.

Οι τρεις βασικοί κατηγορούμενοι συνελήφθησαν, ενώ λίγο αργότερα ασκήθηκαν διώξεις και σε άλλα πρόσωπα από τον κύκλο τους.