Βυτιοφόρα με καύσιμα εισήλθαν σήμερα το πρωί στη λωρίδα της Γάζας, μετά την εκεχειρία που πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στην οργάνωση Ισλαμικός Τζιχάντ και το Ισραήλ έπειτα από τρεις ημέρες εχθροπραξιών που στοίχισαν τη ζωή σε 44 Παλαιστινίους από ισραηλινά πλήγματα στο θύλακα.

Δημοσιογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου είδε βυτιοφόρα με καύσιμα να εισέρχονται στη Γάζα από το σημείο διέλευσης Κερέμ Σαλόμ, στο νότιο τμήμα της λωρίδας, τα σύνορα με την οποία είχαν κλείσει από το Ισραήλ.

Εκπρόσωπος της ηλεκτρικής εταιρείας δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο πως ο μοναδικός σταθμός παραγωγής ενέργειας της λωρίδας της Γάζας επαναλειτούργησε σήμερα μετά την παράδοση καυσίμων από το Ισραήλ.

Ο σταθμός άρχισε και πάλι «να παράγει ενέργεια», δήλωσε ο εκπρόσωπος Μοχάμνετ Θάμπετ.

Καλύφθηκε η ανάγκη για ρεύμα

Χθες, Κυριακή, το κύριο νοσοκομείο της πόλης της Γάζας είχε κατεπειγόντως ανάγκη από ηλεκτρικό για τη νοσηλεία των τραυματιών, αφού ο σταθμός παραγωγής ενέργειας σταμάτησε να λειτουργεί ελλείψει καυσίμων.

Τα σημεία διέλευσης ανάμεσα στο εβραϊκό κράτος και τη λωρίδα της Γάζας άνοιξαν και πάλι «σήμερα Δευτέρα για ανθρωπιστικές ανάγκες», ανέφερε σε ανακοίνωσή της το Cogat, το όργανο του ισραηλινού υπουργείου Άμυνας που επιβλέπει τις πολιτικές δραστηριότητες στα Παλαιστινιακά Εδάφη.

«Η επιστροφή στη ρουτίνα θα γίνει ανάλογα με την εξέλιξη της κατάστασης και εφόσον γίνεται σεβαστή η ασφάλεια», προστίθεται στην ανακοίνωση.

Μετά την ανακωχή αυτή, που τέθηκε σε ισχύ χθες, Κυριακή, στις 23:30 τοπική ώρα έπειτα από διαπραγμάτευση με μεσολαβητή την Αίγυπτο, οι δύο πλευρές ανακοίνωσαν πάντως ότι επιφυλάσσονται του δικαιώματός τους να απαντήσουν σε περίπτωση παραβίασης της εκεχειρίας από την άλλη πλευρά.

Στη Γάζα, «η κατάσταση είναι τραγική και δύσκολη», λέει στο Γαλλικό Πρακτορείο ένας κάτοικος της πόλης, ο Μοχάμεντ Αλάι. «Έχουμε πολλούς νεκρούς και τραυματίες, καταστροφές και ερήμωση, όμως η Γάζα επουλώνει τις πληγές της», πρόσθεσε.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Μια άλλη κάτοκος, η Σουχάιλ αλ-Μπαουμπάμπ, 56 ετών, «έζησε τρεις ημέρες μέσα στο φόβο». «Δεν θέλουμε κάθε έξι μήνες πόλεμο και, όταν ακούσαμε να μιλάνε για εκεχειρία, ήμασταν τόσο χαρούμενοι παρά το πένθος μας για τους μάρτυρες, επειδή η ζωή επιστρέφει στην ομαλή της πορεία», είπε.