Δεν αποτελεί μυστικό πως λίγοι γνωρίζουν ότι η ελληνική ορολογία φερμουάρ είναι «τορμοσυνάπτης». Έτσι, πέρα από τη δυσκολία επιδιόρθωσής του, ακόμα πιο σπάνια είναι η γνώση της επίσημης ελληνικής ονομασίας του φερμουάρ.
Ο όρος αυτός προέρχεται από τις λέξεις «τόρμος» (που σημαίνει μικρή προεξοχή ή μεταλλικό/ξύλινο δόντι) και «συνάπτω» (που σημαίνει ενώνω ή συνδέω).
Ως εκ τούτου, ο «τορμοσυνάπτης» περιγράφει με ακρίβεια τον μηχανισμό που χρησιμοποιείται για την ένωση και ασφάλιση των δύο πλευρών ενός ρούχου, μίας τσάντας ή οποιουδήποτε άλλου αντικειμένου φέρει φερμουάρ.
Ιστορικά, η πρώτη πατέντα για τον μηχανισμό αποδόθηκε στον Γουίκομπ Τζάντσον το 1893.
Η αρχική μορφή του φερμουάρ δεν ήταν ίδια με τη σημερινή, καθώς αποτελούνταν από κρίκους και άγκιστρα, παραμένοντας ωστόσο ο πρόδρομος του σύγχρονου συστήματος κλεισίματος.
Η καθημερινή χρήση του φερμουάρ το καθιστά τόσο δεδομένο που σπανίως σκεφτόμαστε την κατασκευή του, την ιστορία του ή την ορθή του ονομασία.
Ωστόσο, η γνώση αυτών των λεπτομερειών εμπλουτίζει την κατανόηση ενός αντικειμένου που αν και απλό, εξυπηρετεί μια σημαντική λειτουργία.