Τη μεγαλύτερη άνοδο των τελευταίων δύο εβδομάδων σημείωσε το δολάριο, καθώς οι επενδυτές ερμήνευσαν τη στάση της Fed ως λιγότερο «χαλαρή» από ό,τι ανέμεναν. Η ενίσχυση του αμερικανικού νομίσματος οδήγησε σε πτώση τον χρυσό, ο οποίος υποχώρησε από το ιστορικό ρεκόρ των 3.707 δολαρίων η ουγγιά.

Ο δείκτης του Bloomberg για το αμερικανικό νόμισμα ενισχύθηκε έως και 0,4%, η μεγαλύτερη ενδοσυνεδριακή αύξηση σε διάστημα δύο εβδομάδων, καθώς οι αγορές μείωσαν τα στοιχήματα για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων μετά την απόφαση της Fed.

Το δολάριο Νέας Ζηλανδίας και το γουόν της Νότιας Κορέας σημείωσαν τις μεγαλύτερες απώλειες.

Η Fed μείωσε το βασικό της επιτόκιο κατά 0,25%, όπως προέβλεπαν οι οικονομολόγοι, και έδωσε σήμα για δύο ακόμη μειώσεις εντός του έτους, έπειτα από μήνες πιέσεων του Λευκού Οίκου για χαλάρωση της πολιτικής.

Ωστόσο, οι αβεβαιότητες γύρω από τις επιπτώσεις των δασμών στον πληθωρισμό ανάγκασαν τον πρόεδρο Τζερόμ Πάουελ να μιλήσει για δύσκολους συμβιβασμούς τους επόμενους μήνες.

Ορισμένοι επενδυτές έσπευσαν να «κλείσουν» τις θέσεις κατά του δολαρίου, καθώς η Fed δεν επιβεβαίωσε τις ιδιαίτερα «επεκτατικές» προσδοκίες της αγοράς.

 «Αν και έχουν δοθεί σήματα για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων, ο ρυθμός και το μέγεθος των κινήσεων ίσως να μην είναι τόσο έντονα όσο υπέδειξαν ορισμένες πρόσφατες φήμες της αγοράς», δήλωσε η Τζέιν Φόλεϊ, στρατηγική αναλύτρια στη Rabobank στο Λονδίνο.

«Δεδομένου ότι σημαντικό μέρος της χαλάρωσης της Fed είχε ήδη προεξοφληθεί πριν από τη χθεσινή συνεδρίαση και καθώς η αγορά παραμένει εδώ και καιρό “short” στο δολάριο, ο τόνος της ανακοίνωσης προκάλεσε ένα μερικό κλείσιμο αυτών των θέσεων.»

Η συγκρατημένη στάση της Fed επηρέασε και τον χρυσό, ο οποίος υποχώρησε από το ιστορικό ρεκόρ των 3.707,57 δολαρίων η ουγγιά που κατέγραψε την Τετάρτη.

Το πολύτιμο μέταλλο έκλεισε με πτώση 0,8%, περίπου 70 δολάρια χαμηλότερα από το πρόσφατο υψηλό, καθώς η ισχυροποίηση του δολαρίου το καθιστά ακριβότερο για κατόχους άλλων νομισμάτων.

Παρά το πλήγμα, ο χρυσός παραμένει ενισχυμένος σχεδόν κατά 40% από τις αρχές του έτους, ξεπερνώντας τον δείκτη S&P 500 και αγγίζοντας επίπεδα που υπερβαίνουν ακόμη και το πληθωριστικά προσαρμοσμένο ρεκόρ του 1980.