Ιδιαίτερο προβληματισμό γεννά η εμφάνιση του Έλληνα πρωθυπουργού με φόντο το ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης, προκειμένου να κηρύξει την “επανεκκίνηση” της τουριστικής περιόδου. Πέρα από το γεγονός ότι ξενίζει η χρήση “κομπιουτερίστικης ορολογίας”, στο μέτρο που ένα κοινωνικό φαινόμενο παραλληλίζεται με λειτουργία ηλεκτρονικού υπολογιστή, η κίνηση αυτή δείχνει ότι έχουμε περάσει σε μιαν αλλόκοτη εποχή όπου κυριαρχεί ο βιασμός του “ορθόδοξου” βίου. Διότι, στην πάλαι ποτέ κανονική κοινωνία, το καλοκαίρι διαδεχόταν την άνοιξη φυσικώ τω τρόπω και, αντιστοίχως, οι πολίτες κάθε χώρας αποφάσιζαν με δική τους πρωτοβουλία πότε ακριβώς και σε ποιον προορισμό θα μεταβούν για τις διακοπές τους. Ίσως να μην απέχει πολύ η στιγμή εκείνη που θα πρέπει να εμφανίζεται ο πρωθυπουργός για να μας ανακοινώσει ότι «τώρα τελείωσε το καλοκαίρι και ξεκινά ο χειμώνας».

Η εν λόγω “φαντασμαγορική” συνέντευξη έρχεται κατ’ αρχάς να επιτείνει την εντύπωση ότι ο βίος των πολιτών έχει εισέλθει σε φάση τόσο στενού ελέγχου, ώστε ό,τι μέχρι πρότινος γινόταν στο πλαίσιο μιας φυσικής ή αυτοματοποιημένης διαδικασίας, τώρα προϋποθέτει λήψη αποφάσεως εκ μέρους της εξουσίας. Μια απόφαση, βεβαίως, που εδράζεται στην νεοεισαχθείσα (ανεπίτρεπτη σε μια δημοκρατικά ευνομούμενη πολιτεία) πέμπτη μορφή εξουσίας, εκείνη των περιώνυμων “ειδικών”, οι οποίοι συνεργάζονται άψογα με την πλέον πανίσχυρη τέταρτη μορφή εξουσίας, ήτοι τα ΜΜΕ. Επομένως, κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν η φράση του κ. Μητσοτάκη: «Μπορώ να εγγυηθώ ότι θα συνεχίσουμε να […] ακούμε τους ειδικούς».

Οι αποφάσεις, όμως, που έχουν επιπτώσεις στην προσωπική, κοινωνική και οικονομική ζωή των πολιτών είναι κατ’ εξοχήν πολιτικές αποφάσεις, που ως τέτοιες δεν εκχωρούνται στους ειδικούς αλλά αναλαμβάνονται από τους δημοκρατικά εκλεγμένους πρωθυπουργούς. Αυτό που πρέπει να επανέλθει στον δημόσιο διάλογο δεν είναι η εν είδει παπικού αλαθήτου “θεσμοποίηση” της γνώμης των ειδικών, αλλά η θωράκιση και η υπηρέτηση του κοινωνικού συμφέροντος με την εφαρμογή των ηπιότερων εκ των αναγκαίων μέτρων για την αντιμετώπιση της καλούμενης υγειονομικής κρίσης. Και πάντως, αν η πολιτική μετατραπεί σε “θεραπαινίδα” της επιστήμης, την ευθύνη για την αποσάθρωση του οικονομικού και κοινωνικού ιστού της χώρας θα την φέρουν ακέραιη όσοι πολιτικοί «ακούνε τους ειδικούς».

Η επιλογή του πρωθυπουργού να κηρύξει την επανεκκίνηση της τουριστικής περιόδου από ένα ελληνικό νησί παραπέμπει δυστυχώς στην προ ενδεκαετίας αντίστοιχη επιλογή του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Α. Παπανδρέου να ανακοινώσει με φόντο το ακριτικό Καστελόριζο την προσφυγή της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης θέτοντας την Ελλάδα σε μνημονιακή τροχιά. Ο κακός αυτός συνειρμός μπορεί να αποκτήσει αρνητικό πρόσημο και κατ’ ουσίαν: Ο “λεβιαθανικός πατερούλης” είναι τελικώς πιθανό να μην είχε πρωτίστως στο μυαλό του να θυσιάσει την πλειοψηφία των υγιών στον βωμό της προστασίας των ευπαθών ομάδων, επιβάλλοντας της καθολική καραντίνα επί περίπου σαρανταήμερο. Αντ’ αυτού, το προεξάρχον κίνητρο μοιάζει μάλλον πονηρό, δηλαδή οικονομικό: το “κατέβασμα των ρολών” του “ελληνικού καταστήματος” αποφασίσθηκε ενδεχομένως σε νεκρό για την συνήθη πελατεία του χρόνο, ώστε να ξανανοίξει την περίοδο που πραγματοποιεί τους μεγαλύτερους τζίρους του. Η διοχέτευση δε της πελατείας στο εν λόγω “κατάστημα” είναι αναγνώσιμη ως επιβράβευση για την εφαρμογή των δρακόντειων περιοριστικών-απαγορευτικών μέτρων κατά τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, όταν δηλαδή η Ελλάδα έγινε πάλι το παράδειγμα για τις άλλες ευρωπαϊκες χώρες, μόνο που τούτη την φορά ήταν προς μίμησιν και όχι, όπως επί μνημονίων, προς αποφυγήν.

Ακούγοντας τον Έλληνα πρωθυπουργό να χαρακτηρίζει το τρέχον καλοκαίρι ιδιότυπο και αμέσως μετά να διευκρινίζει ότι «έχουμε προετοιμαστεί και προτάξει τα ζητήματα ασφάλειας», σαν να αποτελεί η ασφάλεια διαφημιζόμενο τοπικό προϊόν, ο σκεπτόμενος πολίτης αναρωτιέται: Εννοεί ο κ. Μητσοτάκης ότι οι υπεύθυνοι έχουν μεριμνήσει για την ασφάλεια των κατοίκων της Ελλάδος ή για εκείνη των αφικνούμενων εν Ελλάδι ταξιδιωτών;

Σύμφωνα και με το ήδη αποσταλέν στους εν δυνάμει ταξιδιώτες ενημερωτικό έγγραφο της Αegean, πληροφορηθήκαμε ότι θα πραγματοποιούνται δειγματοληπτικοί διαγνωστικοί έλεγχοι από τις χώρες της καλούμενης ομάδας Α (Αυστρία κ.λπ.) όταν πρόκειται για αφίξεις στον αεροδρόμιο “Ελευθέριος Βενιζέλος”, υποχρεωτικοί όμως όταν πρόκειται για αφίξεις από χώρες της ομάδας Β (Αλβανία κ.λπ.) και αδιακρίτως υποχρεωτικοί όταν πρόκειται για αφίξεις στο αεροδρόμιο “Μακεδονία”. Εφόσον, λοιπόν, οι έλεγχοι θα είναι δειγματοληπτικοί για τους πολίτες του “γκρουπ των ισχυρών” (η ποδοσφαιρική ορολογία κατά την διενέργεια κληρώσεων φαίνεται ότι ήταν μία ακόμη “προθέρμανση” για όσα έμελλε να ακολουθήσουν στην τρέχουσα εποχή της “δικτατορίας της υγείας και ασφάλειας”), αποτελούμενο από 23 ευρωπαϊκές χώρες, ενώ το “γκρουπ των αδυνάμων” μόνο από 9 ευρωπαϊκές, τίθεται το εύλογο ερώτημα: Αφ’ ης στιγμής η δειγματοληψία θα βασίζεται στο κριτήριο της τυχαιότητας, δεν παίζεται αντιστοίχως στα ζάρια η ασφάλεια των Ελλήνων κατοίκων; Ποιος μπορεί να εγγυηθεί πειστικά ότι το “ελληνικό μαγαζάκι” θα παραμείνει “καθαρό”, όταν δεν θα ελέγχονται όλοι ανεξαιρέτως οι ταξιδιώτες ως δυνάμει φορείς του κορωνοϊού;

Μάλιστα, όποιος αντέξει να διαβάσει νηφάλια και προσεκτικά το ανωτέρω ενημερωτικό έγγραφο της Aegean, με δυσκολία θα μπορέσει να συγκρατήσει την οργή του, όταν, φθάνοντας προς το τέλος του κειμένου, θα πληροφορηθεί ότι: «Οι επιβάτες που θα έχουν υποβληθεί σε διαγνωστικό έλεγχο για COVID-19 είναι υποχρεωμένοι να παραμείνουν 24 ώρες σε αυτοπεριορισμό στη διεύθυνση που θα δηλώσουν, μέχρι και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων»! Είναι πλέον απολύτως σαφές ότι οι “περιορισμοί των προορισμών” ανέβηκαν κατηγορία: Από εκεί που, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, τα αεροπορικά ταξίδια άρχισαν να περιέχουν ένα δυσάρεστο στάδιο, εκείνο του σωματικού εξονυχιστικού ελέγχου, σήμερα, 19 χρόνια μετά, μετατρέπονται εξ ολοκλήρου, λόγω Covid-19, σε μια δυσβάσταχτη περιπέτεια. Κάποτε, στην προοπτική να πετάξουμε με αεροπλάνο, “πετούσαμε από την χαρά μας”· σήμερα θα πετάμε αγχωμένοι ενόψει του κινδύνου να είμαστε φορείς του κορωνοϊού. Κάποτε περιμέναμε πώς και πώς να πατήσουμε το πόδι μας στο έδαφος μετά την πτήση και να κάνουμε την πρώτη αναζωογονητική βόλτα μας νιώθοντας ένα υπέροχο αίσθημα ελευθερίας· σήμερα, αν τραβήξουμε τον “λαχνό της δειγματοληψίας”, κινδυνεύουμε με “υποχρεωτικό αυτοπεριορισμό” (ένας ακόμη καινοφανής όρος που περιέχει εσωτερική αντίφαση: ο αυτοπεριορισμός βασίζεται στην ελεύθερη διαχείριση του ε-αυτού μας και όχι στον έξωθεν επιβαλλόμενο καταναγκασμό, διότι τότε μιλάμε για ετεροπεριορισμό).

Είναι προφανές ότι στην συνέντευξη της Σαντορίνης ο πρωθυπουργός είπε μια μεγάλη αλήθεια: «Ολα έχουν αλλάξει». Ωστόσο, αυτήν την αλήθεια την νόθευσε με ένα μεγάλο ψέμα, αφού έσπευσε να προσθέσει: «Βεβαίως αυτό δεν θα διαρκέσει για πάντα». Θα πρέπει κανείς να εθελοτυφλεί, αν δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι αυτή η καθολική και εν ταυτώ ριζική αλλαγή είναι ανέφικτο να ανατραπεί.

Εφόσον, επ’ αφορμή του “αόρατου εχθρού” της Αλ Κάιντα, οι περιορισμοί μετά την 11η Σεπτεμβρίου όχι μόνο δεν υποχώρησαν αλλά επεκτάθηκαν, τότε με ποια πειστική δικαιολογητική βάση θα αρθούν κάποια στιγμή οι νέοι περιορισμοί που μας οδήγησαν στην σημερινή δυστοπική κοινωνία, επ’ αφορμή ενός άλλου “αόρατου εχθρού” (sic), δηλ. του κορωνοϊού, ούτως ώστε να επιστρέψουμε στο “ορθόδοξο” status quo ante; Τα εκστομιζόμενα από πολιτικούς “μεγάλα λόγια”, που περιέχουν τα “θα…” και τα “δεν θα…”, γνωρίζουμε πλέον καλά ότι αποτελούν το “γλωσσικό αναισθητικό” για να αντέξει ή να μη νιώσει καν ο “ασθενής” την επικείμενη επώδυνη επέμβαση.

Περαιτέρω, ο πρωθυπουργός είπε ότι «μάθαμε το μάθημά μας από την αντιμετώπιση της πανδημίας» (άραγε ποιο μάθημα ακριβώς εννοούσε;), αλλά κάποιοι πολίτες έχουν πάρει ένα άλλο μάθημα: οι επαγγελματίες πολιτικοί, ακόμη κι όταν δείχνουν ότι νοιάζονται για τους πολίτες, στην πραγματικότητα ενδιαφέρονται για την διαιώνιση της εξουσίας τους. Συνεπώς, η πρωτόγνωρη προπαγάνδα υπέρ της “καραμέλας” της ασφάλειας, η οποία υλοποιείται καθημερινώς επί κραυγαλέα ζημία των ελευθεριών και των δικαιωμάτων του πολίτη, έχει ως ψευδεπίγραφο στόχο το περίφημο “κοινό καλό”.

Όπως, άλλωστε, επισημαίνει ο Frédéric Gross στην εισαγωγή του βιβλίου του “Η αρχή της ασφάλειας” (μτφ.: Αλ. Κιουπκιολής, εκδ. Πόλις, 2016, σελ. 7): «Η ασφάλεια αποτελεί σήμερα ένα καίριο πολιτικό και μιντιακό διακύβευμα. Η επίκλησή της κατακλύζει τον δημόσιο λόγο, οι πολιτικοί δεν χορταίνουν να μιλούν γι’ αυτήν: θρηνούν για την αύξηση του αισθήματος της ανασφάλειας, διακηρύσσουν από καθέδρας ότι η ασφάλεια είναι η βασική ελευθερία». Συμπληρώνει δε ο ίδιος (σελ. 205): «Η ανθρώπινη ασφάλεια […] απευθύνεται σε ένα ευάλωτο άτομο, υποταγμένο σε συγκεκριμένους καταναγκασμούς, ένα άτομο που ταλανίζεται από σωρεία δεινών: ένα θύμα». Όταν, λοιπόν, ο πολίτης μετατρέπεται σε θύμα, γίνεται ευκολότερα χειραγωγήσιμος και, συνακολούθως, πιο στέρεη η παραμονή των κρατούντων στην εξουσία!

Αξίζει να επισημανθεί ότι ιδιότυπο ήταν και το καλοκαίρι στην οργουελική φάρμα των ζώων, όπου μετά την επανάστασή τους εναντίον του εκμεταλλευτή και βασανιστή τους, του κ. Τζόουνς, την διοίκηση της φάρμας είχαν αναλάβει τα γουρούνια ως τα εξυπνότερα ζώα. Ξαφνικά, λοιπόν, δόθηκε διαταγή να συγκεντρωθούν όλα τα μήλα και να μεταφερθούν στον στάβλο για αποκλειστική χρήση των γουρουνιών. Στην δυσαρέσκεια που εξέφρασαν κάποια ζώα αντιτάχθηκε η επιχειρηματολογία του “κοινού καλού”: «Ο μοναδικός λόγος που μας κάνει να θέλουμε τα μήλα είναι για να διατηρήσουμε την υγεία μας. Το γάλα και τα μήλα (αυτό έχει αποδειχτεί επιστημονικά) περιέχουν ουσίες απαραίτητες για την καλή υγεία των γουρουνιών. Εμείς τα γουρούνια εργαζόμαστε πνευματικά. Όλη η οργάνωση και η διεύθυνση αυτού του αγροκτήματος εξαρτάται από εμάς. Για το ΔΙΚΟ ΣΑΣ χατίρι πίνουμε αυτό το γάλα και τρώμε αυτά τα μήλα. Ξέρετε τι θα γινόταν, αν εμείς τα γουρούνια δεν εκτελούσαμε καλά το καθήκον μας; Θα ξαναγύριζε ο Τζόουνς. […] Η επιτακτική ανάγκη να διατηρείται η καλή υγεία των γουρουνιών έγινε πια εντελώς φανερή σε όλα τα ζώα» (Όργουελ, Η φάρμα των ζώων, μτφ.: Ν. Μπάρτη, 1978/2020, σελ. 50/51· τα κεφαλαία στο πρωτότυπο).

Κι όταν ετέθη ζήτημα αν θα έπρεπε να χτισθεί ανεμόμυλος, τα ζώα χωρίστηκαν σε δύο μεγάλες παρατάξεις. Η μία εκπροσωπείτο από το γουρούνι Σνόουμπωλ που τασσόταν υπέρ του ανεμόμυλου, με το σκεπτικό ότι, χάρη σε αυτό το έργο, τα ζώα θα εργάζονταν μόνο τρεις φορές την εβδομάδα. Η άλλη παράταξη εκπροσωπείτο από το γουρούνι Ναπολέοντα, το οποίο τασσόταν κατά του ανεμόμυλου, με το επιχείρημα ότι, αν σπαταλούσαν τον χρόνο τους στο χτίσιμό του, θα πέθαιναν όλοι της πείνας.

Όταν, όμως, έφθασε η ώρα της ψηφοφορίας, ο Βενιαμίν ήταν το μόνο ζώο που δεν πήγε με κανέναν κόμμα. «Αρνήθηκε να πιστέψει ότι τα τρόφιμα θα αυξάνονταν ή ότι ο ανεμόμυλος θα τους γλύτωνε από δουλειά. Με μύλο ή χωρίς μύλο, έλεγε, η ζωή θα κυλούσε ολόιδια, δηλαδή άσχημα» (σελ. 64).

Ιδού το ηθικό δίδαγμα της προεκτεθείσας αλληγορίας: Με μύλο ή χωρίς μύλο, δηλαδή με το γαλάζιο, το πράσινο ή το κόκκινο κόμμα στην εξουσία θα οδεύουμε από το κακό στο χειρότερο. Ο Νίκος Δήμου στο “Εγχειρίδιον Ελευθερίας” (εκδ. Ερμείας, 2η έκδ., σελ. 31, αριθμ. 65) σημείωνε εύστοχα: «Εκλογές: ψευδαίσθηση διαλόγου. Και μετά: τέσσερα χρόνια μονόλογος. Δημοκρατία». Το προσώρας χειρότερο είναι η εγκαθίδρυση μιας δυστοπικής κορω(παρα)νοϊκής κοινωνίας. Τα επικείμενα χειρότερα θα αφορούν τις επιμέρους εκφάνσεις της “νέας ψευδοκανονικότητας”, με ολοένα διευρυνόμενη περιστολή των παραδοσιακών ελευθεριών και δικαιωμάτων μας. Για να τις αντέξουμε απαιτείται γενναιότητα. Αλλά, όπως επισημαίνει ο Όργουελ στο προαναφερθέν αλληγορικό μυθιστόρημά του (σελ. 68) διά στόματος του Σκουήλερ, δηλ. του νεαρού γουρουνιού με τα πολύ παχιά μάγουλα, τα σπινθηροβόλα μάτια, τις σβέλτες κινήσεις και την διαπεραστική φωνή:

«Η γενναιότητα δεν φτάνει […] Η υποταγή και η υπακοή έχουν περισσότερη αξία […]. Πειθαρχία, σύντροφοι, σιδερένια πειθαρχία! Αυτό είναι το σύνθημα της σήμερον. Ένα βήμα λάθος, και οι εχθροί μας εφτάσαν». Μία σύγκριση αυτού του χωρίου με την ενημερωτική καμπάνια που παρουσίασε ο Υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων πριν από έναν περίπου μήνα, απευθυνόμενος στην δική μας “φάρμα των ζώων” είναι αποκαλυπτική: «Παραμένουμε πειθαρχημένοι, παραμένουμε υπεύθυνοι, γιατί κανένας μας δεν θέλει να γυρίσουμε εκεί που ήμασταν χθες. Μένουμε ασφαλείς, Βγαίνουμε νικητές».

Τον Όργουελ έρχεται να συμπληρώσει ιδανικά ο Μισέλ Φουκώ με το έργο του “Επιτήρηση και Τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής” (μτφ.: Τ. Μπέτζελος, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 2001, σελ. 226) και, ειδικότερα, με όσα επισημαίνει στο κεφάλαιο περί πανοπτισμού εξ αφορμής των μέτρων που είχαν ληφθεί για την αντιμετώπιση της πανούκλας στα τέλη του 17ου αιώνος: «Αν είναι αλήθεια ότι η λέπρα υποκίνησε τα τελετουργικά αποκλεισμού που παρουσίασαν σε έναν βαθμό το πρότυπο και τη γενική μορφή του μεγάλου Εγκλεισμού, η πανούκλα υποκίνησε αντιθέτως πειθαρχικά σχήματα». Ο Γάλλος ιστορικός και φιλόσοφος μιλά για το δισυπόστατο “πολιτικό όνειρο της πανούκλας’, δηλ. αφ’ ενός για το “όνειρο της καθαρής κοινότητας” και αφ’ ετέρου για το “όνειρο μιας πειθαρχημένης κοινωνίας”, διαπιστώνοντας πρόθεση «διείσδυσης του κανονισμού μέχρι τις έσχατες λεπτομέρειες της ύπαρξης»· όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί, «για να δουν τις τέλειες πειθαρχίες να λειτουργούν, οι κυβερνώντες ονειρεύονταν την κατάσταση πανούκλας»!

Μάλιστα, κάνοντας ο Φουκώ συγκρίσεις με το Πανοπτικό του Bentham, διατυπώνει την εξής συγκλονιστικά επίκαιρη θέση (σελ. 233): «Η πανωλόβλητη πόλη προσέφερε ένα ιδιότυπο πειθαρχικό πρότυπο: τέλειο αλλά απολύτως βίαιο· η εξουσία αντέτασσε μια συνεχή απειλή θανάτου στη θανατηφόρο ασθένεια· η ζωή περιοριζόταν στην απλούστερη έκφρασή της· ήταν η σχολαστική άσκηση του δικαίου της ρομφαίας ενάντια στην εξουσία του θανάτου». Και συνεχίζει: «η εξουσία ορθώνεται ενάντια σε ένα υπέρμετρο κακό· καθίσταται πανταχού παρούσα και ορατή· επινοεί νέα γρανάζια· διαχωρίζει, ακινητοποιεί, διατετραγωνίζει· κατασκευάζει για ένα χρονικό διάστημα αυτό που συνιστά ταυτοχρόνως αντι-πόλη και την τέλεια κοινωνία· επιβάλλει έναν ιδεώδη τρόπο λειτουργίας, ο οποίος όμως ανάγεται τελικώς, όπως και το κακό που αντιμάχεται, στον απλό δυϊσμό ζωής και θανάτου».

Πάντως, τα ζώα της οργουελικής φάρμας πήραν την απόφαση να χτιστεί ο ανεμόμυλος. «Όλη αυτή τη χρονιά, τα ζώα δούλεψαν σαν σκλάβοι. Αλλά ήταν ευτυχισμένα με τη δουλειά τους· δεν βαρυγκομούσαν καθόλου, γιατί ήξεραν καλά πως ό,τι έκαναν ήταν για το καλό το δικό τους» (σελ. 72). Είθε το δυστοπικό καλοκαίρι που θα βιώσουμε να είναι απλώς ιδιότυπο και όχι επιπροσθέτως επικίνδυνο, κατά τον τίτλο του ομώνυμου μυθιστορήματος του Γιάννη Μαρή (εκδ. Ατλαντίς, 2014). Γιατί αν συμπέσουν αυτά τα δύο χαρακτηριστικά, τότε θα πρέπει και εμείς οι ανήκοντες στην “ελληνική φάρμα” να δουλέψουμε σαν σκλάβοι, οπότε η “σκληρή δουλειά” που επικαλέσθηκε ο Έλληνας πρωθυπουργός στην Σαντορίνη (άραγε πώς ακριβώς αντιλαμβάνεται αυτήν την “σκληρή δουλειά”;) θα είναι μόνο η αρχή και όχι το τέλος που επιβραβεύθηκε με την “επανεκκίνηση” της τουριστικής περιόδου. Πόσο μεγάλη σύμπτωση ότι τα ίδια λόγια με εκείνα του πρωθυπουργού είχε χρησιμοποιήσει στο οργουελικό μυθιστόρημα (σελ. 70) και το γουρούνι ο Ναπολέων, όταν προειδοποιούσε τα άλλα ζώα ότι το πρόσθετο έργο του ανεμόμυλου σήμαινε «εξαιρετικά σκληρή δουλειά»!

*Ο Κωνσταντίνος Βαθιώτης είναι Αναπλ. Καθηγητής Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.