
Τον Ιούλιο του 1978 στον ζωολογικό κήπο του Τσέστερ στη Βρετανία, γεννήθηκε ένας ελέφαντας, ο Μότι, «καρπός» μιας συνάντησης που θεωρούνταν αδύνατη να συμβεί.
Η ζωή του κράτησε μόνο λίγες μέρες, αλλά η ύπαρξή του έμελλε να ανατρέψει επιστημονικές παραδοχές στο ζωικό βασίλειο.
Ο Μότι είναι μέχρι σήμερα το μόνο επιβεβαιωμένο υβρίδιο μεταξύ ενός αφρικανικού ελέφαντα (Loxodonta africana) και ενός ασιατικού ελέφαντα (Elephas maximus).
Σύμφωνα με τα Παγκόσμια Ρεκόρ Γκίνες, καμία άλλη περίπτωση δεν έχει επαληθευτεί τις δεκαετίες που ακολούθησαν, καθιστώντας τον Μότι όχι μόνο σπάνιο αλλά μοναδικό στη ζωολογική ιστορία.
Did you know- there was a hybrid elephant- a mix of Asian and African elephants?! In 1978! Here's a story from my Bhunte about Motty, the hybrid elephant! Bhunte's story also has a real image of Motty calf-who died just 10 days after his birth!https://t.co/s4m0Kp3hMZ
— Sanjeeta Sharma Pokharel 🐘 | हृदयनिनादिनी (@SanjeetaSharmaP) April 3, 2024
Η γέννηση του Motty αψήφησε τόσο τη γεωγραφία όσο και τη γενετική. Η μητέρα του, Sheba, ήταν ασιατικός ελέφαντας. Ο πατέρας του, Jumbolino, ένας αφρικανικός ελέφαντας. Αυτά τα δύο είδη ζουν σε ξεχωριστές ηπείρους και ανήκουν σε διαφορετικά γένη, καθιστώντας αδύνατες τις φυσικές συναντήσεις και την επιτυχή υβριδοποίηση εξαιρετικά απίθανη.
Οι διαφορές μεταξύ τους είναι σημαντικές: Οι αφρικανικοί ελέφαντες είναι ψηλότεροι και βαρύτεροι – τα αρσενικά μπορούν να φτάσουν τα 3,5 μέτρα έως του ώμους και να ζυγίζουν έως και έξι τόνους. Οι ασιατικοί ελέφαντες είναι μικρότεροι, περίπου 2,8 μέτρα σε ύψος και τέσσερις τόνους βάρο, με πιο ίσιες πλάτες, πιο τριχωτά σώματα, δύο εξογκώματα στο κεφάλι και λιγότερα «δάχτυλα» κορμού.
Ο Motty κληρονόμησε χαρακτηριστικά και από τους δύο γονείς.
Ο Motty γεννήθηκε έξι εβδομάδες πρόωρα, ζυγίζοντας πολύ λιγότερο από ένα υγιές νεογέννητο ελεφαντάκι. Από τις πρώτες του ώρες χρειάστηκε συνεχή κτηνιατρική φροντίδα. Παρά τις αφοσιωμένες προσπάθειες των φυλάκων του ζωολογικού κήπου και των κτηνιάτρων, η κατάστασή του παρέμεινε ασταθής.
Δέκα ημέρες αργότερα, στις 21 Ιουλίου 1978, πέθανε από νεκρωτική εντεροκολίτιδα, μια σοβαρή εντερική ασθένεια στα νεογέννητα θηλαστικά, σε συνδυασμό με λοίμωξη από E. coli τόσο στο παχύ έντερο όσο και στον ομφάλιο λώρο. Τα ευρήματα της νεκροψίας επιβεβαίωσαν την αιτία και υπογράμμισαν τις δυσκολίες στη διατήρηση ενός υβριδίου τέτοιων γενετικά απομακρυσμένων γονέων.
Μετά το θάνατό του, το σώμα του Motty διατηρήθηκε και φυλάσσεται τώρα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Λονδίνο, αν και όχι σε δημόσια έκθεση.
Για τους επιστήμονες, ο Motty απέδειξε ότι μία τέτοια διασταύρωση είναι βιολογικά εφικτή, αλλά οι προκλήσεις της βιωσιμότητας παραμένουν σημαντικές.