
Η μέδουσα Depastrum cyathiforme, είδος που θεωρούνταν εξαφανισμένο για σχεδόν μισό αιώνα, εντοπίστηκε ξανά στις ακτές της Σκωτίας
Η τελευταία επίσημη εμφάνισή της είχε καταγραφεί το 1976 στο Roscoff της βόρειας Γαλλίας και έκτοτε κανένα ίχνος της δεν είχε βρεθεί. Η νέα παρατήρηση έγινε από παραθεριστή που εξερευνούσε βραχώδη ακτή στο South Uist, στις Εξωτερικές Εβρίδες, όπου και εντόπισε τέσσερα άτομα του είδους, προσκολλημένα σε πέτρες και θυμίζοντας θαλάσσιες ανεμώνες.
Ο Νιλ Ρόμπερτς, ο ερασιτέχνης φυσιοδίφης που έκανε την ανακάλυψη, τράβηξε τις πρώτες φωτογραφίες του είδους στην ιστορία, καθώς μέχρι σήμερα το Depastrum cyathiforme ήταν γνωστό μόνο από παλιά σχέδια και υδατογραφίες του 19ου αιώνα.
«Όταν είδα ότι τα πλάσματα που φωτογράφισα μοιάζουν μόνο με παλιά σχέδια, είχα έναν δισταγμό», ανέφερε. «Αλλά ένιωσα ενθουσιασμένος όταν οι ειδικοί επιβεβαίωσαν ότι ήταν πράγματι η χαμένη μέδουσα».
Η ανακάλυψη αποκαλύφθηκε στο περιοδικό British Wildlife, ενώ επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια από νέα αποστολή του Guy Freeman, αρχισυντάκτη του περιοδικού, που εντόπισε άλλο ένα άτομο του είδους στην ίδια περιοχή.
«Ήταν σαν να βλέπαμε φάντασμα», δήλωσε ο Freeman. «Ένα πλάσμα που υπήρχε μόνο σε παλιά σχέδια, εμφανίστηκε ζωντανό μπροστά μας».
Η μέδουσα Depastrum cyathiforme είναι ένα από τα 50 γνωστά είδη με μίσχο, συγγενικό με τις πραγματικές μέδουσες, τις θαλάσσιες ανεμώνες και τα κοράλλια. Έχει μέγεθος έως 5 εκατοστά και προσκολλάται σε βράχια ή φύκη μέσω ενός βεντουζοειδούς μηχανισμού.
Στο παρελθόν είχε καταγραφεί από διάσημους φυσιοδίφες όπως ο Philip Henry Gosse, που την αποκαλούσε «ποτήρι λουκέρναρια».
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η τελευταία της εμφάνιση είχε καταγραφεί στο Ντέβον το 1954. Ο ειδικός στις μέδουσες με μίσχο παγκοσμίως, Allen Collins από το Smithsonian Institution, δήλωσε: «Πρόκειται για εντυπωσιακή ανακάλυψη. Πλέον γνωρίζουμε ότι το είδος συνεχίζει να υπάρχει και ελπίζω ότι σύντομα θα βρεθούν και άλλα άτομα».
Η Christine Johnson από τον οργανισμό Outer Hebrides Biological Recording συμπλήρωσε: «Δεν είναι κάθε μέρα που επιβεβαιώνεται ότι ένα θεωρούμενο ως εξαφανισμένο είδος όχι μόνο επιβιώνει αλλά εντοπίζεται από τοπικούς φυσιοδίφες. Πρόκειται για ένα υπέροχο παράδειγμα του πώς η τοπική παρατήρηση εμπλουτίζει τις γνώσεις μας για τη βιοποικιλότητα».