Ο Άλκης Γιαννακάς, ο γοητευτικός «ντελικανής» του ελληνικού κινηματογράφου, πέρασε μια για πάντα σήμερα στην Ιστορία.

Η είδηση πως σε ηλικία 80 ετών έφυγε από τη ζωή ένας από τους πιο αρρενωπούς και αντισυμβατικούς ζεν πρεμιέ της δεκαετίας του ’60 και του ’70, σκόρπισε θλίψη στον καλλιτεχνικό κόσμο, καθώς ο αγαπημένος ηθοποιός υπήρξε εμβληματική μορφή μιας ολόκληρης εποχής.

">

Από τύχη στο σινεμά

Ο Άλκης Γιαννακάς γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου του 1945 στην Αθήνα. Η πορεία του προς τον κινηματογράφο ξεκίνησε σχεδόν τυχαία. Ήταν μόλις 17 ετών, όταν ο σκηνοθέτης Μανώλης Σκουλούδης τον ανακάλυψε και του πρόσφερε τον πρώτο του ρόλο στην ταινία «Ένας Ντελικανής» (1963). Ο νεαρός τότε Άλκης, γεμάτος ζωντάνια και αντιδραστικότητα, ενσάρκωσε τον ρόλο του «πειρασμού» με φυσικότητα και ανεπιτήδευτο ταλέντο. Η απειθαρχία του ήταν παροιμιώδης. Συχνά έλειπε από τα γυρίσματα για να βολτάρει με τη μηχανή του ή να συναντήσει φίλους του, με αποτέλεσμα -σύμφωνα με μαρτυρίες- να κινητοποιηθεί κάποτε ακόμη και η αστυνομία για να τον εντοπίσει και να τον φέρει πίσω στο πλατό.

Παρότι δεν εμφανίστηκε σε πολλές ταινίες, ο Άλκης Γιαννακάς έγινε σύμβολο αρρενωπότητας και σεξαπίλ. Το κοινό τον λάτρεψε για τον ανδρικό, αυθεντικό και ταυτόχρονα τρυφερό του χαρακτήρα. Η μεγάλη του επιτυχία ήρθε με την ταινία «Το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη» (1965), όπου καθιερώθηκε ως ο «ωραίος κακός» του σινεμά — ένας ρόλος που ταίριαζε απόλυτα στο στιλ και τη φυσιογνωμία του.

Στην καριέρα του συνεργάστηκε με μεγάλους δημιουργούς και συμπρωταγωνίστησε σε δεκάδες επιτυχημένες παραγωγές όπως «Ο Παρθένος» (1966), «Οι γενναίοι του Βορρά» (1970), «Μια γυναίκα στην αντίσταση» (1970) και «Μαντώ Μαυρογένους» (1971). Η τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση ήταν το 1987, πριν αποφασίσει να αποσυρθεί οριστικά από τα φώτα της δημοσιότητας.