Παγκόσμια θλίψη στον καλλιτεχνικό κόσμο προκάλεσε η είδηση του θανάτου της Ιταλίδας ηθοποιού, Κλαούντια Καρντινάλε, σε ηλικία 87 ετών.

Δεν ξεπούλησε ποτέ την απαράμιλλη φυσική ομορφιά της αλλά τη χρησιμοποίησε ως μέσο για να διεκδικεί την προσωπική ελευθερία της και να ζει ανεξάρτητη τη ζωή που επιθυμεί. Δεν είναι τυχαίο ότι υπήρξε η μοναδική από τις μεγάλες ντίβες της χρυσής εποχής του ευρωπαϊκού κινηματογράφου που δεν γύρισε γυμνές σκηνές ούτε έκανε γυμνές φωτογραφήσεις.

Ούτε στην επαγγελματική της ζωή όμως επέτρεψε στην ομορφιά της να την καθορίσει. Ενώ θα μπορούσε άνετα να ταυτιστεί με τον ρόλο της ποθητής και αφελούς ενζενί, εκείνη κυνηγούσε τους ρόλους των δυναμικών γυναικών και τις συνεργασίες με τους σημαντικούς σκηνοθέτες, όπως ο Λουκίνο Βισκόντι κι o Φεντερίκο Φελίνι που την έχρισαν μούσα τους.

Κι ήταν αυτός ο δυναμικός αέρας ανεξαρτησίας και μυστηρίου που απέπνεε, σε συνδυασμό με τον ανεπιτήδευτα ακαταμάχητο ερωτισμό της, το βαθύ σκούρο, και η αισθησιακή βραχνή φωνή της που έκαναν τις μεγαλύτερες σταρ της εποχής, όπως η Μπριζίτ Μπαρντό, η Σοφία Λόρεν και η Τζίνα Λολομπριζίτα να την «ζηλέψουν» και τους ωραιότερους άνδρες της μεγάλης οθόνης, μεταξύ των οποίων ο Αλέν Ντελόν, ο Μαρτσέλο Μαστρογιάννι και ο Μάρλον Μπράντο να μην μπορούν να αντισταθούν στη γοητεία της.

Παρά το γεγονός ότι η Ιταλία την είχε οικειοποιηθεί, λανσάροντάς την ως το αντίπαλο ιταλικό δέος της Μπριζίτ Μπαρντό, η Κλαούντια Καρντινάλε, είχε μεν ρίζες από την Σικελία, γεννήθηκε όμως στην Τυνησία όπου είχαν εγκατασταθεί οι γεννημένοι στη Αφρική γονείς της. Γι’ αυτό και μιλούσε καλά αραβικά, γαλλικά και σικελικά αλλά στα ιταλικά δυσκολευόταν, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να ντουμπλάρεται η φωνή της στις πρώτες της ταινίες.

Στα πρώιμα νεανικά της χρόνια η Κλαούντια δεν ονειρευόταν μια καριέρα στο σινεμά. Η μεγάλη οθόνη όμως την διεκδίκησε σθεναρά και εντέλει την κέρδισε.

Όλα ξεκίνησαν το 1957 όταν κατά τη διάρκεια της «Εβδομάδας ιταλικού κινηματογράφου» στην Τύνιδα, κέρδισε στον διαγωνισμό «Η πιο ωραία Ιταλίδα της Τυνησίας» χωρίς να είναι καν υποψήφια μιας και καθόταν απλώς στις πρώτες σειρές του κοινού. Το βραβείο ήταν ένα ταξίδι στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας όπου η Καρντινάλε έλαμψε.

Παρ’ όλα αυτά, είχε την ατυχία να γνωρίσει πολύ νωρίς την ωμή ανδρική βία όταν, κατά τη διαμονή της στη Βενετία, έπεσε θύμα βιασμού ενός γνωστού της μεγαλύτερου άνδρα και έμεινε έγκυος. Κι ενώ όλη αυτή η συγκυρία φάνταζε σαν την απόλυτη καταστροφή για την καριέρα της, που μόλις ξεκινούσε, εκείνη πήρε τη γενναία απόφαση να φέρει στον κόσμο το παιδί που είχε στα σπλάχνα της. Παρακινούμενη από τον παραγωγό Φράνκο Κριστάλντι, κράτησε μυστική της εγκυμοσύνη της και παρουσίασε το παιδί της ως τον μικρό αδελφό της.

Η αλήθεια αποκαλύφθηκε επτά ολόκληρα χρόνια αργότερα.

Οι μεγάλοι σκηνοθέτες

Στα πρώτα της κινηματογραφικά βήματα αλλά και για αρκετά χρόνια αργότερα ο Κριστάλντι θα την κρατά δεμένη με ένα συμβόλαιο που ορίζει τον πλήρη έλεγχο των επαγγελματικών και των προσωπικών επιλογών της.

Το 1963 θα αποδειχτεί χρονιά-σταθμός για την καριέρα της, μιας και θα συνεργαστεί με δύο ιερά τέρατα του ιταλικού σινεμά. Θα γίνει η θρυλική Αντζέλικα, στο πλευρό του Αλέν Ντελόν, στον «Γατόπαρδο» του Λουκίνο Βισκόντι που απέσπασε Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών -είχε προηγηθεί το 1960 «Ο Ρόκκο και τ΄αδέλφια του» του ίδιου σκηνοθέτη- και παράλληλα θα παίξει στο «8½» του Φεντερίκο Φελίνι που θα πάρει το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.

Η λαμπρή κινηματογραφική πορεία της θα συνεχιστεί με το «Κάποτε στη Δύση» (1968) του Σέρτζιο Λεόνε, παίζοντας στο πλευρό του Χένρι Φόντα για να ακολουθήσουν πολλές ακόμη ταινίες, πάνω από 150, τόσο στον ευρωπαϊκό όσο και στον αμερικανικό κινηματογράφο μεταξύ των οποίων και ο «Ροζ Πάνθηρας» (1963) του Μπλέικ ¨Εντουαρντς με τον Πίτερ Σέλερς στον ρόλο του επιθεωρητή Κλουζώ κ.α. ενώ θα συνεργαστεί με μεγαθήρια του Χόλιγουντ όπως οι όπως ο Ροκ Χάτσον, ο Μπαρτ Λάνκαστερ, ο Τόνι Κέρτις, ο Σον Κόνερι, ο Τζον Γουέιν, η Ρίτα Χέιγουορθ και πολλοί ακόμη.

Πολλοί άνδρες πέρασαν από τη ζωή της Κλαούντια Καρντινάλε, ένας όμως ήταν εκείνος που κατάφερε να μπει ολοκληρωτικά στην καρδιά της. Ήταν ο ναπολιτάνος αντικομφορμιστής σκηνοθέτης Πασκουάλε Σκουιτιέρι, τον με τον οποίο πρωτοσυναντήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’70, στα γυρίσματα της ταινίας «Αίμα στην κόψη του ξυραφιού».

Στο πλευρό του θα νιώσει για πρώτη φορά τι σημαίνει έρωτας με πάθος, ουσία και περιεχόμενο και δεν θα διστάσει να εγκαταλείψει τον χειριστικό σύζυγό της για να μείνει κοντά του. Οι δυο τους θα αποκτήσουν μια κόρη και θα πορευτούν μαζί μέχρι το 1999 χωρίς ωστόσο να παντρευτούν ποτέ.