Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης», ἔκδοση Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος» Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης 2015
Τὴν ἴδια ἐποχὴ ἔγιναν προσυνοδικὲς διασκέψεις μὲ σκοπὸ τὴν προετοιμασία μιᾶς νέας Πανορθοδόξου Συνόδου, καὶ ἀνάμεσα στὰ θέματα ὑπῆρχαν πολλὲς προτάσεις ἀντίθετες μὲ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση. Ὅταν ὁ Γέροντας τὰ πληροφορήθηκε αὐτά, ἀνησύχησε πολὺ καὶ μιλοῦσε μὲ πόνο ψυχῆς. «Καταλαβαίνετε τί πάει νὰ γίνη; ἔλεγε.
Θὰ φύγη ἡ παράδοση καὶ θὰ μείνει ἡ παράβαση! Καταλαβαίνετε πόσο σοβαρὸ εἶναι αὐτό; Εἶναι σὰν νὰ βγάζουμε ἀπὸ τὸ σπίτι ἕνα τοῦβλο. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ φαίνεται ὅτι δὲν παθαίνει τίποτε τὸ σπίτι, ἀλλὰ σιγὰ-σιγὰ μπαίνουν νερά, βγαίνει καὶ ἄλλο τοῦβλο, καὶ ἄλλο, καὶ στὸ τέλος τὸ σπίτι γίνεται ἐρείπιο». Καί, ὅταν κάποιος τοῦ ἀνέφερε ὅτι μία ἀπὸ τὶς προτάσεις ἦταν νὰ ἐλαττωθοῦν οἱ καθιερωμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία νηστεῖες, ἐπειδὴ ὁ κόσμος δὲν τὶς κρατάει, ὁ Ὅσιος εἶπε:…
«Ἂν κάποιος εἶναι ἄρρωστος καὶ δὲν μπορῆ νὰ κρατήση τὴν νηστεία, αὐτὸς εἶναι δικαιολογημένος ἂν φάη. Ἂν δὲν εἶναι ἄρρωστος, ἀλλὰ ἀπὸ ἀδυναμία ἔφαγε, νὰ μετανοήση, νὰ πῆ: «Ἥμαρτον». Δὲν θὰ τὸν κρεμάση ὁ Χριστός. Ἂν μπορῆ νὰ κρατήση τὴν νηστεία, νὰ τὴν κρατήση. Ἂν ὅμως οἱ περισσότεροι δὲν κρατᾶνε τὶς νηστεῖες, κι ἐμεῖς πᾶμε νὰ τὶς καταργήσουμε, γιὰ νὰ ἀναπαύσουμε τοὺς περισσότερους, εἶναι σὰν νὰ εὐλογοῦμε τὶς ἀδυναμίες τους, τὶς πτώσεις τους. Μὲ ποιὸ δικαίωμα νὰ τὰ καταργήσουμε ὅλα αὐτά; Καὶ ποῦ ξέρουμε; Μπορεῖ ἡ ἑπόμενη γενεὰ νὰ εἶναι πιὸ καλὴ καὶ νὰ κρατήση τὴν ἀκρίβεια».
Ὁ Πατὴρ Παΐσιος ἦταν μὲ τὴν ὀρθὴ ἔννοια ζηλωτὴς τῶν πατερικῶν παραδόσεων. Σὲ θέματα πίστεως δὲν ἔκανε συμβιβασμοὺς καὶ ὑποχωρήσεις. Στὴν ζωὴ του ἐφάρμοζε τὴν ἀκρίβεια ὄχι μόνον ἐξωτερικά, ἀλλὰ περισσότερο ἐσωτερικά, ἀπὸ θεῖο ζῆλο.
Ὅταν ἔλεγε τὴν γνώμη του γιὰ ἕνα θέμα, καὶ μάλιστα ἐκκλησιαστικό, μιλοῦσε μὲ διάκριση ζυγίζοντας τὰ λόγια του μὲ ζυγαριὰ ἀκριβείας. Καί, ὅταν εἶχε μπροστά του ἕναν ἀδύναμο ἄνθρωπο, ἔδινε πάλι μὲ ἀκρίβεια, σὰν καλὸς ἰατρός, τὸ κατάλληλο φάρμακο. Εἶχε ποτισθῆ ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, καὶ γι΄ αὐτὸ ἔμπαινε στὸ βάθος τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ὅλος ἀγάπη καὶ «σπλάχνα οἰκτιρμῶν», καὶ γὶ΄ αὐτὸ δὲν γνώριζε ἁπλῶς τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ γνώριζε ἐκ πείρας ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μάνα, καὶ οἱ Κανόνες της ἔχουν σπλάχνα μητρικά.