«Οι επιπτώσεις του στρες είναι σαφείς και δεν πρόκειται για κάτι καινούριο», λέει ο Assaf Oshri, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Georgia.

«Λίγα όμως είναι γνωστά για τις επιπτώσεις του λίγου στρες. Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι τα χαμηλά έως μέτρια επίπεδα αντιληπτού στρες συσχετίστηκαν με αυξημένη νευρική ενεργοποίηση της μνήμης εργασίας, με αποτέλεσμα καλύτερη πνευματική απόδοση».

Η μνήμης εργασίας (MT), επίσης γνωστή ως λειτουργική μνήμη, μπορεί να ορίζεται ως το σύνολο των διαδικασιών που μας επιτρέπουν την προσωρινή αποθήκευση και το χειρισμό των πληροφοριών για να εκτελούμε περίπλοκες γνωστικές εργασίες, όπως η κατανόηση της γλώσσας, η ανάγνωση, οι μαθηματικές δεξιότητες, η εκμάθηση ή η συλλογιστική. Η μνήμη εργασίας είναι ένα είδος βραχυπρόθεσμης μνήμης και μάς χρησιμεύει όταν π.χ. θέλουμε να απομνημονεύσουμε έναν αριθμό τηλεφώνου ή να ανακαλέσουμε οδηγίες για το πώς θα φτάσουμε κάπου.

Οι ερευνητές ανέλυσαν μαγνητικές τομογραφίες από το Human Connectome Project, ένα έργο που χρηματοδοτείται από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ. Οι τομογραφίες έγιναν σε πάνω από 1.000 άτομα με διαφορετικό φυλετικό και εθνικό υπόβαθρο.

Όσοι ανέφεραν ότι είχαν χαμηλά ή μέτρια επίπεδα στρες είχαν αυξημένη δραστηριότητα στα μέρη του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην εργασιακή μνήμη.

Όσοι ανέφεραν όμως υψηλό στρες, εμφάνιζαν μείωσε σε αυτές τις περιοχές.

Οι ερευνητές υπολόγισαν τα επίπεδα άγχους μέσω ερωτήσεων όπως οι εξής: «Τον τελευταίο μήνα, πόσο συχνά στενοχωρηθήκατε εξαιτίας κάτι που συνέβη απροσδόκητα;» και «Τον τελευταίο μήνα, πόσο συχνά έχετε διαπιστώσει ότι δεν μπορούσατε να ανταπεξέλθετε σε όλα τα πράγματα που έπρεπε να κάνετε;».

Οι ερευνητές ρώτησαν επίσης τους συμμετέχοντες εάν ένιωθαν ότι η ζωή τους έχει νόημα και για την υποστήριξη που λαμβάνουν από τους φίλους τους.

Για την αξιολόγηση της λειτουργικής μνήμης, οι ερευνητές έδειξαν στους συμμετέχοντες μια σειρά εικόνων και τους ζήτησαν να ανακαλέσουν πληροφορίες.

Οι ερευνητές ανέλυσαν τις μαγνητικές τομογραφίες καθώς ολοκλήρωναν τις εργασίες για να αξιολογήσουν τη νευρική ενεργοποίηση σε διάφορα μέρη του εγκεφάλου.

Το χρόνιο επιβλαβές στρες μπορεί να αλλάξει τη δομή του εγκεφάλου, οδηγώντας σε αύξηση της λευκής ουσίας σε βάρος της φαιάς ουσίας, σημειώνουν οι συγγραφείς της μελέτης. Η τελευταία εμπλέκεται στον έλεγχο των μυών, στη λήψη αποφάσεων, στον αυτοέλεγχο και στη ρύθμιση των συναισθημάτων.

Αυτό το στρες μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο ημικρανίας, υψηλής αρτηριακής πίεσης και καρδιακών παθήσεων, υπογραμμίζει η μελέτη.

Αντίθετα, προηγούμενες μελέτες του Oshri και των συνεργατών του, έχουν δείξει ότι το λίγο ή μέτριο στρες μπορεί να βοηθήσει στην οικοδόμηση ανθεκτικότητας και στη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης προβλημάτων ψυχικής υγείας, όπως είναι η κατάθλιψη και οι αντικοινωνικές συμπεριφορές.

Οι συμμετέχοντες στη μελέτη που ανέφεραν περισσότερη υποστήριξη από την οικογένεια ή τους φίλους, φάνηκε επίσης ότι είναι πιο ικανοί να αντιμετωπίσουν τα χαμηλά έως μέτρια επίπεδα στρες με υγιή τρόπο.

«Πρέπει να έχετε την κατάλληλη υποστήριξη για να βγείτε πιο δυνατοί από τις αντιξοότητες και το άγχος. Για μερικούς ανθρώπους, η έκθεση σε αντιξοότητες είναι καλή. Για άλλους όμως, όχι. Είναι πιθανότερο να ανταπεξέλθετε στο άγχος εάν έχετε μια υποστηρικτική κοινότητα ή οικογένεια», λέει.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

">