
Μπορούν τα αναψυκτικά διαίτης, τα ενεργειακά ποτά, τα ολιγοθερμιδικά επιδόρπια γιαουρτιού ή ακόμη και οι τσίχλες να… γεράσουν τον εγκέφαλό μας πριν την ώρα του;
Και όμως, πιθανώς μπορούν, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη μελέτη από τη Βραζιλία που φέρνει στο φως μια «πικρή» αθέατη πλευρά άκρως δημοφιλών γλυκαντικών ουσιών.
Πρόκειται για ουσίες οι οποίες αποτελούν καθημερινούς διατροφικούς «συντρόφους» εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως, όπως είναι όσοι παλεύουν με τα περιττά κιλά ή όσοι πάσχουν από διαβήτη.
Και είναι μάλιστα άκρως ανησυχητικό το γεγονός ότι, όπως έδειξε η μελέτη η οποία δημοσιεύθηκε προσφάτως στο επιστημονικό περιοδικό «Neurology» της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας, τεχνητά γλυκαντικά, όπως η ασπαρτάμη και η σακχαρίνη, αλλά ακόμη και φυσικά γλυκαντικά, όπως η ξυλιτόλη, δείχνουν να βάζουν… γκάζι στην έκπτωση της μνήμης και της ικανότητας της σκέψης, ιδίως στα άτομα μέσης ηλικίας που κάνουν μεγάλη κατανάλωσή τους (με ό,τι μπορεί αυτό να συνεπάγεται για τη συνέχεια του βίου τους).
Με αφορμή αυτά τα καινούργια… γλυκόπικρα ευρήματα, το ΒΗΜΑ-Science μίλησε με την επικεφαλής της βραζιλιάνικης ερευνητικής ομάδας, κύρια συγγραφέα της μελέτης, αναπληρώτρια καθηγήτρια Γηριατρικής στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάουλο δρα Κλαούντια Κίμι Σουεμότο.
Οπως σημείωσε η καθηγήτρια «τα γλυκαντικά με λίγες ή καθόλου θερμίδες θεωρούνται συχνά ως μια πιο υγιεινή εναλλακτική της ζάχαρης. Ωστόσο τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι ορισμένες γλυκαντικές ουσίες μπορεί να έχουν αρνητική μακροπρόθεσμη επίδραση στην υγεία του εγκεφάλου».
Η γλύκα στο «μικροσκόπιο»
Ποια ήταν λοιπόν αυτά τα αποτελέσματα; Για να φθάσουμε έως εκείνα ας δούμε πρώτα το πώς δομήθηκε η μελέτη. Να σημειώσουμε κατ’ αρχάς ότι επτά διαφορετικά, ευρέως χρησιμοποιούμενα εγκεκριμένα γλυκαντικά μπήκαν κάτω από το μικροσκόπιο των ερευνητών.
Επρόκειτο συγκεκριμένα για τις ουσίες:
- ασπαρτάμη (τεχνητό γλυκαντικό περίπου 200 φορές γλυκύτερο από τη ζάχαρη το οποίο κατέταξε το 2023 ο Διεθνής Οργανισμός Ερευνών για τον Καρκίνο – IARC – στις πιθανές καρκινογόνες ουσίες)
- σακχαρίνη (τεχνητό γλυκαντικό που έχει ανακαλυφθεί από το 1879 και είναι περί τις 400 φορές πιο γλυκό από τη ζάχαρη),
- ερυθριτόλη (φυσικό γλυκαντικό που εντοπίζεται σε ορισμένα φρούτα και παράγεται με ζύμωση το οποίο έχει μηδενικές θερμίδες και περίπου το 70% της γλυκύτητας της ζάχαρης)
- ξυλιτόλη (φυσικό γλυκαντικό που εντοπίζεται σε φρούτα και λαχανικά αλλά παράγεται και από πηγές όπως η σημύδα και το καλαμπόκι, παρόμοιο με τη ζάχαρη σε γεύση και γλυκύτητα αλλά με χαμηλότερη θερμιδική αξία και γλυκαιμικό δείκτη)
- σορβιτόλη (φυσικό γλυκαντικό που βρίσκεται σε πολλά φρούτα, όπως μήλα, αχλάδια, δαμάσκηνα και κεράσια, το οποίο έχει περίπου 60% της γλυκύτητας της ζάχαρης αλλά χαμηλότερη θερμιδική αξία)
- ακεσουλφάμη Κ (τεχνητό γλυκαντικό, γνωστό για τη γλυκύτητά του που είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή της ζάχαρης)
- ταγκατόζη (φυσικό σπάνιο σάκχαρο που μπορεί να παραχθεί από τη γαλακτόζη και θεωρείται ως ένα πιο «πράσινο» εναλλακτικό γλυκαντικό).
Όλες οι προαναφερόμενες ουσίες περιέχονται συχνά σε υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα, όπως τα νερά με γεύσεις, τα αναψυκτικά, τα ενεργειακά ποτά, τα γιαούρτια αλλά και τα διαφορετικά είδη επιδορπίων με λίγες θερμίδες, ενώ ορισμένες εξ αυτών πωλούνται επίσης μεμονωμένα για χρήση σε ροφήματα ή στην παρασκευή γλυκών.
Στη μελέτη περιελήφθησαν 12.772 ενήλικοι από διαφορετικές περιοχές της Βραζιλίας οι οποίοι παρακολουθήθηκαν επί οκτώ έτη κατά μέσο όρο.
Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν τα 52 έτη. Οι εθελοντές συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με τη διατροφή τους στην αρχή της μελέτης στα οποία κλήθηκαν να απαντήσουν αναλυτικά σχετικά με το τι έτρωγαν και έπιναν μέσα στο προηγούμενο έτος.
Μελέτη και αποτελέσματα
Οι ερευνητές χώρισαν τους συμμετέχοντες σε τρεις ομάδες ανάλογα με τη συνολική ποσότητα γλυκαντικών που κατανάλωναν.
Η ομάδα της χαμηλής κατανάλωσης λάμβανε περί τα 20 mg γλυκαντικών ημερησίως ενώ η ομάδα της υψηλότερης κατανάλωσης περί τα 191 mg γλυκαντικών ημερησίως – για να κατανοήσει κάποιος τις ποσότητες αξίζει να αναφερθεί πως σε ό,τι αφορά, για παράδειγμα, την ασπαρτάμη η ποσότητα των 191 mg περιέχεται σε μόλις ένα κουτάκι αναψυκτικού.
Η μεγαλύτερη μέση κατανάλωση φάνηκε πάντως να αφορά τη σορβιτόλη – με μέσο όρο ημερήσιας κατανάλωσης τα 64 mg.
Οι συμμετέχοντες υπεβλήθησαν επίσης σε γνωστικά τεστ στην αρχή, στο μέσον και στο τέλος της μελέτης προκειμένου να καταγραφούν οι επιδόσεις τους σε ασκήσεις που αφορούσαν τη λεκτική ικανότητα, τη λειτουργική μνήμη, την ικανότητα ανάκλησης λέξεων και την ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών.
Αφού ελήφθησαν υπόψη παράγοντες που επιδρούν στην υγεία και τη λειτουργία του εγκεφάλου, όπως η ηλικία, το φύλο, η υψηλή αρτηριακή πίεση και η ύπαρξη καρδιαγγειακού νοσήματος, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σάο Πάουλο ανακάλυψαν ότι τα άτομα που κατανάλωναν τις μεγαλύτερες ποσότητες γλυκαντικών παρουσίαζαν και τη μεγαλύτερη έκπτωση στην ικανότητα μνήμης και σκέψης σε σύγκριση με τα άτομα εκείνα που κατανάλωναν τη μικρότερη ποσότητα – η έκπτωση των νοητικών ικανοτήτων ήταν 62% μεγαλύτερη, ποσοστό που μεταφραζόταν σε επιτάχυνση της γήρανσης του εγκεφάλου κατά 1,6 έτη.
Σε ό,τι αφορούσε τους εθελοντές που έκαναν μέση κατανάλωση γλυκαντικών, η έκπτωση των γνωστικών ικανοτήτων τους φάνηκε να είναι 35% ταχύτερη σε σύγκριση με την ομάδα της μικρότερης κατανάλωσης (αντιστοιχούσε σε επιτάχυνση της γήρανσης του εγκεφάλου κατά 1,3 έτη).
Οι ευάλωτες ομάδες
Ακρως αναπάντεχο, κατά την καθηγήτρια Σουεμότο, ήταν το εύρημα ότι τα γλυκαντικά φάνηκε να έχουν μεγαλύτερη πιθανή αρνητική επίδραση στον εγκέφαλο των ατόμων μέσης ηλικίας που έκαναν μεγάλη κατανάλωσή τους σε σύγκριση με τον εγκέφαλο των γηραιότερων ατόμων.
«Στα άτομα κάτω των 60 ετών που έκαναν τη μεγαλύτερη κατανάλωση γλυκαντικών εμφανίστηκε η ταχύτερη έκπτωση της λεκτικής ικανότητας και συνολικά των γνωστικών ικανοτήτων σε σύγκριση με τα άτομα που κατανάλωναν τις μικρότερες ποσότητες.
Δεν παρατηρήσαμε σύνδεση της κατανάλωσης γλυκαντικών με έκπτωση των νοητικών ικανοτήτων στα άτομα 60 ετών και άνω.
Περιμέναμε ότι η σύνδεση μεταξύ γλυκαντικών και νοητικής φθοράς θα ήταν μεγαλύτερη στους ηλικιωμένους καθώς αντιμετωπίζουν πιο αυξημένο κίνδυνο γνωστικών διαταραχών και άνοιας.
Ωστόσο τα ευρήματά μας μαρτυρούν ότι η έκθεση σε γλυκαντικά στη μέση ηλικία μπορεί να είναι άκρως επιβλαβής, γεγονός σημαντικό καθώς η μέση ηλικία αποτελεί μια κρίσιμη περίοδο που δείχνει τον δρόμο της υγείας του εγκεφάλου για τις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν.
Η έκπτωση των νοητικών ικανοτήτων και η άνοια θεωρείται ότι αρχίζουν να αναπτύσσονται δεκαετίες προτού εκδηλωθούν τα συμπτώματα, οπότε η έκθεση σε επιβαρυντικούς παράγοντες κατά τη μέση ηλικία μπορεί να επιταχύνει αυτές τις διαδικασίες οδηγώντας σε μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Το αναπάντεχο εύρημά μας υπογραμμίζει λοιπόν τη σημασία των σωστών διατροφικών συνηθειών νωρίτερα κατά την ενήλικη ζωή, όταν οι προληπτικές στρατηγικές μπορούν να έχουν μεγαλύτερη επίδραση».
Ενα άλλο ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης ήταν ότι την… ταχεία κατιούσα φάνηκε να παίρνει η υγεία του εγκεφάλου ιδίως των διαβητικών ατόμων σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς διαβήτη.
Σύμφωνα με την επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας:
«Παρότι εντοπίσαμε συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης γλυκαντικών και της γνωστικής έκπτωσης στα μεσήλικα άτομα, είτε έπασχαν από διαβήτη είτε όχι, το εύρημα αυτό κρούει τον κώδωνα του κινδύνου καθώς οι διαβητικοί είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιούν στην καθημερινότητά τους γλυκαντικά ως υποκατάστατα της ζάχαρης».
Αγνώστου αιτιολογίας
Και όλα αυτά γεννούν το μεγάλο (διόλου γλυκό) ερώτημα: για ποιον λόγο τα υποκατάστατα της ζάχαρης φαίνεται να γερνούν τον εγκέφαλο; Οριστική απάντηση δεν υπάρχει, όπως μας είπε η δρ Σουεμότο.
«Η νευροαπεικόνιση είναι το κλειδί ώστε να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στη σύνδεση μεταξύ γλυκαντικών και αρνητικής επίδρασης στην υγεία του εγκεφάλου – πρέπει να τονίσουμε σε αυτό το σημείο ότι μέχρι στιγμής έχουμε ανακαλύψει συσχέτιση αλλά δεν έχει αποδειχθεί αιτιώδης σχέση.
Βρισκόμαστε σε διαδικασία διεξαγωγής τέτοιων νευροαπεικονίσεων στο πλαίσιο του μεγάλου ερευνητικού προγράμματος ELSA-Brasil (Brazilian Longitudinal Study of Adult Health) αλλά δεν έχουμε ακόμη στα χέρια μας διαθέσιμα αποτελέσματα.
Πειραματικές μελέτες σε ζώα έχουν συνδέσει την κατανάλωση ορισμένων τεχνητών γλυκαντικών, όπως η ασπαρτάμη, με νευροφλεγμονή και νευροεκφύλιση.
Επιπροσθέτως, γλυκαντικά έχουν συνδεθεί με αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου οι οποίες σε μοντέλα ζώων έχει φανεί ότι διαταράσσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό που προστατεύει τον εγκέφαλο από τους ”εισβολείς”.
Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα ευρήματα στα οποία αναφέρομαι αφορούν ζώα και δεν μπορούμε να πούμε αυτή τη στιγμή ότι ισχύουν και για τους ανθρώπους χωρίς περαιτέρω έρευνα».
Αυτήν ακριβώς την περαιτέρω έρευνα διεξάγουν τώρα η καθηγήτρια και οι συνεργάτες της:
«Μέσα από τις νευροαπεικονίσεις αναμένεται να δούμε αν τα άτομα που καταναλώνουν περισσότερα τεχνητά γλυκαντικά εμφανίζουν συγκεκριμένα μοτίβα αλλαγών στον εγκέφαλο όπως η ατροφία ή οι αγγειακές βλάβες.
Επόμενο βήμα μας είναι επίσης να αναζητήσουμε πιθανούς βιοδείκτες που θα προσφέρουν στο μέλλον έγκαιρη διάγνωση αλλά και πιθανή πρώιμη παρέμβαση σε άτομα που θα φαίνεται ότι έχουν προδιάθεση για εγκεφαλικές βλάβες εξαιτίας της κατανάλωσης γλυκαντικών».
Μακάρι η έρευνα να κάνει όσο πιο σύντομα γίνεται τα πικρά (ευρήματα) γλυκά προς όφελος του πληθυσμού.
Παράλληλες μελέτες
Μελέτες που δημοσιεύθηκαν μέσα στους τελευταίους μήνες συνδέουν τα υποκατάστατα της ζάχαρης με διαφορετικά προβλήματα υγείας. Ιδού κάποιες από αυτές:
Αύξηση του βάρους
Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής Κεκ στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες ανέφεραν σε δημοσίευσή τους στο επιστημονικό περιοδικό «Nature Metabolism» ότι ανακάλυψαν πως το τεχνητό γλυκαντικό σουκραλόζη (το οποίο είναι 600 φορές πιο γλυκό από τη ζάχαρη και περιέχεται σε δημοφιλείς μάρκες υποκατάστατων ζάχαρης που κυκλοφορούν και στη χώρα μας) δείχνει να ενεργοποιεί την περιοχή του εγκεφάλου που ρυθμίζει την πείνα, οδηγώντας τελικώς σε μεγαλύτερη κατανάλωση τροφής.
Μάλιστα, άτομα που κατανάλωσαν νερό με σουκραλόζη ανέφεραν ότι η όρεξή τους άνοιξε κατά σχεδόν 20% περισσότερο σε σύγκριση με όταν κατανάλωσαν νερό με ζάχαρη.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η σουκραλόζη φαίνεται να προκαλεί σύγχυση στον εγκέφαλο καθώς του αποστέλλει… γλυκά μηνύματα, χωρίς όμως να του παρέχει παράλληλα τις απαιτούμενες θερμίδες που εκείνος χρειάζεται.
Έτσι ο εγκέφαλος, καθώς δεν έχει λάβει τις θερμίδες που του υποσχέθηκαν, στέλνει σήμα για μεγαλύτερη κατανάλωση τροφής.
«Πλώρη» για εγκεφαλικά επεισόδια
Πρόσφατη μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου του Κολοράντο στο Μπόλντερ έδειξε ότι το δημοφιλές υποκατάστατο της ζάχαρης και πρόσθετο τροφίμων ερυθριτόλη φαίνεται να επιδρά αρνητικά με πολυάριθμους τρόπους στα κύτταρα του εγκεφάλου, αυξάνοντας τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου.
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «Journal of Applied Physiology», σε πειράματα σε ανθρώπινα κύτταρα που «ντύνουν» τα αιμοφόρα αγγεία του εγκεφάλου, τα οποία «κολύμπησαν» επί τρεις ώρες σε ποσότητα ερυθριτόλης αντίστοιχη με εκείνη που περιέχεται σε ένα αναψυκτικό διαίτης, το γλυκαντικό φάνηκε να ωθεί τα κύτταρα στο να εκφράζουν λιγότερο μονοξείδιο του αζώτου (ένα μόριο που χαλαρώνει τα αιμοφόρα αγγεία) και περισσότερη ενδοθηλίνη-1 (μια πρωτεΐνη που συστέλλει τα αιμοφόρα αγγεία).
Παράλληλα τα κύτταρα παρήγαγαν περισσότερες «ελεύθερες ρίζες», υποπροϊόντα του μεταβολισμού που γερνούν τα κύτταρα οδηγώντας τα στην καταστροφή και συνδέονται με φλεγμονές.
Προηγούμενη μελέτη είχε μάλιστα δείξει ότι ποσότητα ερυθριτόλης που περιέχεται σε περίπου μισό κιλό παγωτό διαίτης μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο θρομβώσεων, ωθώντας τα αιμοπετάλια στο να «κολλούν» μεταξύ τους.
Σημειώνεται ότι άλλη πρόσφατη μελέτη ειδικών της Κλινικής Κλίβελαντ, που περιέλαβε 4.000 άτομα από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, έδειξε ότι άνδρες και γυναίκες με υψηλότερα επίπεδα ερυθριτόλης στην κυκλοφορία του αίματος είχαν σημαντικά αυξημένες πιθανότητες καρδιακής προσβολής ή εγκεφαλικού μέσα στα επόμενα τρία έτη.
Τα αποτελέσματα και οι συστάσεις
Ποια ήταν τα πιο πιθανά «ένοχα» γλυκαντικά μεταξύ των επτά που μελετήθηκαν από τους βραζιλιάνους ερευνητές σε ό,τι αφορούσε την επίδρασή τους στον εγκέφαλο;
Με βάση τα ευρήματα, τα έξι στα επτά – συγκεκριμένα η ασπαρτάμη, η σακχαρίνη, η ακεσουλφάμη-Κ, η ερυθριτόλη, η σορβιτόλη και η ξυλιτόλη – φάνηκε να συνδέονται με ταχύτερη νοητική φθορά, ιδίως σε ό,τι αφορούσε τη μνήμη.
Δεν προέκυψε σύνδεση μόνο του φυσικού γλυκαντικού ταγκατόζη με γνωστική έκπτωση.
Πάντως η καθηγήτρια Σουεμότο τόνισε ότι:
«Η συγκεκριμένη μελέτη δεν σχεδιάστηκε ώστε να συγκρίνει τα διαφορετικά γλυκαντικά μεταξύ τους – άρα δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ένα γλυκαντικό είναι χειρότερο από ένα άλλο.
Ωστόσο το γεγονός ότι πολλά γλυκαντικά έδειξαν επιβλαβείς συσχετίσεις με την υγεία του εγκεφάλου προκαλεί ανησυχία. Είναι ενδιαφέρον πάντως ότι η ταγκατόζη, που αποτελεί φυσικό γλυκαντικό, δεν συνδέθηκε με νοητική έκπτωση, γεγονός που μαρτυρεί ότι δεν σχετίζονται όλα τα γλυκαντικά με τους ίδιους κινδύνους.
Απαιτούνται περαιτέρω έρευνες ώστε να καταλήξουμε σε οριστικά συμπεράσματα».
Μέχρι να ολοκληρωθούν όλες αυτές οι έρευνες, τι συμβουλεύει η ερευνήτρια τους καταναλωτές;
«Η πιο ασφαλής προσέγγιση, με βάση τα ευρήματά μας, είναι η μείωση της κατανάλωσης γλυκαντικών όσο το δυνατόν περισσότερο και ιδανικά η πλήρης αποφυγή τους.
Οι καταναλωτές θα μπορούσαν να δοκιμάσουν άλλες οδούς ώστε να προσθέσουν γεύση και γλυκύτητα στα φαγητά και στα ροφήματά τους – μπορούν να χρησιμοποιούν για παράδειγμα φρούτα, μέλι ή σιρόπι σφενδάμου με μέτρο.
Μια τέτοια στροφή προς πιο φυσικές ουσίες αποτελεί “διαβατήριο” όχι μόνο για αποφυγή των πιθανών εγκεφαλικών κινδύνων με τους οποίους συνδέονται τα γλυκαντικά, αλλά και με υιοθέτηση μιας πιο ισορροπημένης συνολικά διατροφής η οποία έχει πολλαπλά οφέλη για την υγεία ολόκληρου του οργανισμού.
Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι και η ζάχαρη κοστίζει ακριβά στον εγκέφαλο. Μάλιστα από δική μας μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2023 στο “The Journals of Gerontology – Series B – Psychological Sciences & Social Sciences” προέκυψε ότι η κατανάλωση ζάχαρης συνδέεται με προβλήματα μνήμης σε άτομα ηλικίας 60 ετών και άνω».
Τα στοιχεία
250.000 τόνοι τεχνητών γλυκαντικών εκτιμάται ότι καταναλώνονται παγκοσμίως κάθε χρόνο.
75% αύξηση αναμένεται ότι θα παρουσιάσει η αγορά των τεχνητών γλυκαντικών από το 2025 έως το 2033 – η αξία της αναμένεται να ανέλθει από τα 3,11 δισ. δολάρια στα 5,44 δισ. δολάρια.