Πληροφορίες αναφέρουν ότι το Αμερικανικό ναυτικό (USN: United States Navy) μελετά λεπτομερώς το ενδεχόμενο χρήσης αεροστάτων για τη διεξαγωγή πτήσεων επιτήρησης μεγάλης έκτασης περιοχών και πέρα από τον ορίζοντα.

Τα αερόστατα μπορούν να αξιοποιηθούν από βάσει ξηράς, ή πλοία επιφανείας για την κάλυψη μεγάλης έκτασης περιοχών είτε με συστήματα ραντάρ, είτε με ηλεκτροοπτικά μέσα. Το μεγάλο πλεονέκτημά τους είναι το ασύγκριτα χαμηλό κόστος χρήσης τους σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη ιπτάμενη πλατφόρμα επιτήρησης. Ενδεικτικό είναι ότι ένα αερόστατο 71 μέτρων που εξαπολύεται από βάσεις ξηράς έχει κόστος 610 μόλις δολαρίων ανά ώρα πτήσης την στιγμή που το αντίστοιχο κόστος για το UAV Predator ανέρχεται σε 5.000 δολάρια, για το μη επανδρωμένο στρατηγικό αναγνωριστικό Global Hawk σε 26.500 και για το γνωστό Ε-2C Hawkeye σε 18.000 δολάρια. Άλλο σημαντικό πλεονέκτημα των αεροστάτων είναι η πρακτικά απεριόριστη αυτονομία τους, καθώς μπορούν να πετούν για ολόκληρες ημέρες, ή και εβδομάδες ακόμη, χωρίς ανεφοδιασμό, ενώ λόγω του ότι το ήλιο που φέρουν σε αέρια μορφή για την ανύψωση και διατήρησή τους στον αέρα, βρίσκεται σε θύλακες ανεξάρτητους μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να καθίστανται άτρωτα από πυρά όπλων μικρού διαμετρήματος. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζεται στο ζήτημα της χρήσης αεροστάτων για σκοπούς επιτήρησης, είναι ο καιρός. Προκειμένου να τα καταστήσει λιγότερο ευάλωτα σε αυτό τον παράγοντα η Διοίκηση Θαλάσσιων Συστημάτων του ναυτικού των ΗΠΑ (ΝAVSEA), σε συνεργασία με τη Διοίκηση Ναυτικών Αεροπορικών Συστημάτων (NAVAIR), θα διεξάγει σειρά δοκιμών με μεγάλα αερόστατα των 71 μέτρων, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερα αυξημένη αντοχή στις φθορές από καιρικά φαινόμενα. Με βάση τις δοκιμές αυτές θα εφαρμοστούν και τροποποιήσεις για την περαιτέρω βελτίωση της αξιοπιστίας και της μεταφορικής τους ικανότητας, η οποία ανέρχεται σε 250 περίπου κιλά φορτίου.