Μια σημαντική εξέλιξη στην ιστορία της Αμερικανικής αεροπορίας (USAF: United States Air Force) έλαβε χώρα πρόσφατα, με την επίσημη συγκρότηση της πρώτης πτέρυγας μη επανδρωμένων αεροχημάτων στην παρατακτή δύναμη της.

Η τελετή έναρξης των δραστηριοτήτων της 432ης Πτέρυγας με πρώτο διοικητή της τον Σμήναρχο C. Chambliss, έλαβε χώρα στην έδρα της, στην αεροπορική βάση Creech στη Νεβάδα. Η 432η αποτελείται από έξι επιχειρησιακές μοίρες και μία μοίρα συντήρησης. Σήμερα έχει στη δύναμή της 60 μη επανδρωμένα αεροσκάφη τύπου ΜQ-1 Predator και έξι MQ-9 Reaper. To τελευταίο είναι μεγεθυμένη έκδοση του Predator εφοδιασμένη με ισχυρότερο κινητήρα. Πέρα από αποστολές επιτήρησης και αναγνώρισης σχετικά μεγάλης διάρκειας, το Reaper μπορεί να προσβάλει και επίγειους στόχους αφού έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει οπλικό φορτίο βάρους 4.000 λιβρών. Έχει επίσης καλύτερες επιδόσεις ταχύτητας και ύψους. Χαρακτηριστικό είναι το ότι ενώ η επιχειρησιακή οροφή του Predator είναι τα 25.000 πόδια, η οροφή του Reaper είναι τα 50.000! Ο επιχειρησιακός σχεδιασμός για την 432η Πτέρυγα, προβλέπει τη συμπλήρωση 75.000 ωρών πτήσης για τη χρονιά που διανύουμε. Το 85% των ωρών αυτών θα είναι καθαρά επιχειρησιακές, καθώς τα αεροσκάφη της πτέρυγας θα προσφέρουν υπηρεσίες τόσο στο πλαίσιο της επιχείρησης Enduring Freedom, όσο και στο πλαίσιο της επιχείρησης Iraqi Freedom. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι η 432η συγκροτήθηκε το 1954 ως σμηναρχία εκπαίδευσης ιπτάμενου προσωπικού σε αποστολές φωτοαναγνώρισης. Το 1958 αναβαθμίστηκε σε πτέρυγα και το 1966 μεταστάθμευσε στο Udorn της Ταϊλάνδης, από όπου και επιχειρούσε κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, με τα αεροσκάφη της να εκτελούν αναγνωριστικές αποστολές και εξόδους προσβολής επίγειων στόχων. Το 1984 μεταστάθμευσε στην αεροπορική βάση της Misawa στην Ιαπωνία και δέκα χρόνια αργότερα, το 1994, απενεργοποιήθηκε.