Μια ζωή που δεν έζησε, επειδή η μοίρα, η κακιά ώρα, μια βλάβη ή ότι και να συνέβη στην μοιραία τελευταία αποστολή του Γιώργου Μπαλταδώρου, είχαν αποφασίσει να μην γυρίσει πίσω. Είχαν αποφασίσει να μην ξαναδεί τα δύο μικρά παιδιά του, ένα αγοράκι και ένα κοριτσάκι και την σύζυγό του που λάτρευε, αυτή που ζούσε με την αγωνία που έχουν όλες οι γυναίκες των ιπταμένων.

Την αγωνία για το αν θα πάνε όλα καλά όταν σηκωθεί στον αέρα για να αναχαιτίσει τους Τούρκους, την αγωνία όταν φεύγει για ασκήσεις ή όταν ανακαλούν ξαφνικά την άδειά του επειδή υπάρχει ανάγκη.

Όσο κι αν είχε μάθει να ζει με αυτό το συναίσθημα της αβεβαιότητας κάθε φορά που ο Γιώργος της πετούσε, της ήταν αδύνατο χθες το μεσημέρι να αποδεχθεί ότι δεν θα τον ξαναδεί ποτέ.

Ο άντρας της λάτρευε αυτό που έκανε όπως όλοι οι έλληνες πιλότοι, ζούσε για τα scramble και τα readiness, ένιωθε την αδρεναλίνη να εκτοξεύεται μέσα στο cockpit του Mirage 2000-5 με το οποίο πετούσε.

Δεν τον ένοιαζε η καταπόνηση από τους στροβιλισμούς που αυξάνουν τα G, από το οξυγόνο που ανέπνεε και έμοιαζε να μην είναι αρκετό, όταν εμπλεκόταν σε αερομαχίες.

Στο σπίτι του ο θρήνος ήρθε για να μείνει από χθες. Συγγενείς, φίλοι και συνάδελφοι έσπευσαν για να πράξουν το αυτονόητο.

Να συμπαρασταθούν στην οικογένειά του, να κλάψουν άλλοι βουβά και άλλοι φανερά για ένα 34χρονο παιδί που «έπεσε υπέρ πίστεως και πατρίδος».

Έπεσε, χωρίς να έχει αγκαλιάσει την γυναίκα και τα παιδιά του το φετινό Πάσχα.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Βρισκόταν στην Σκύρο λόγω της αυξημένης έντασης με τους «γείτονες» και τις συνεχιζόμενες προκλήσεις φυλάσσοντας Θερμοπύλες, και έφυγε μετά από μια αναχαίτιση, που έμελλε να είναι η τελευταία της σύντομης διαδρομής που είχε η ζωή του.