Το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών απαίτησε χθες Τετάρτη να σταματήσουν «αμέσως» οι επιθέσεις των Χούθι εναντίον πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα, καλώντας ταυτόχρονα όλα τα κράτη-μέλη να τηρήσουν το εμπάργκο όπλων σε βάρος των υεμενιτών ανταρτών.
Το κείμενο, που καταρτίστηκε από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, υιοθετήθηκε με 11 ψήφους υπέρ και 4 αποχές. Αξιώνει οι Χούθι να «βάλουν άμεσο τέλος» στις επιθέσεις «που παρακωλύουν το διεθνές εμπόριο και υπονομεύουν τα δικαιώματα και την ελευθερία της ναυσιπλοΐας» καθώς και «την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή».
Το κείμενο εμμέσως πλην σαφώς εγκρίνει τη δράση του διεθνούς συνασπισμού που δημιούργησε η Ουάσιγκτον για την προστασία των εμπορικών πλοίων στη θαλάσσια περιοχή στρατηγικής σημασίας. Απαιτεί ακόμη οι Χούθι να αφήσουν ελεύθερο το Galaxy Leader, πλοίο μεταφοράς αυτοκινήτων που διαχειρίζεται ιαπωνική εταιρεία και συνδέεται με ισραηλινό επιχειρηματία, και το 25μελές πλήρωμά του, στα χέρια των υεμενιτών ανταρτών από τη 19η Νοεμβρίου.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας, επιμένοντας στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου, «καταγράφει» το δικαίωμα των κρατών μελών να προστατεύουν τα πλοία τους από αυτές τις επιθέσεις, σημειώνεται στο κείμενο.
Λίγο καιρό αφού ξέσπασε ο πόλεμος Ισραήλ/Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας την 7η Οκτωβρίου, οι Χούθι, που ελέγχουν μεγάλο μέρος της βόρειας Υεμένης και υποστηρίζονται από το Ιράν, όπως και η Χαμάς, διεμήνυσαν πως θα βάζουν στο στόχαστρο, σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους Παλαιστίνιους στη Λωρίδα της Γάζας, πλοία που διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα αν έχουν οποιαδήποτε «σχέση» με το Ισραήλ, φρενάροντας την κίνηση των πλοίων.
Ο βασικός σύμμαχος του Ισραήλ, οι ΗΠΑ, ανακοίνωσαν αντιδρώντας τον Δεκέμβριο την ίδρυση ναυτικού συνασπισμού με αποστολή την προστασία της διεθνούς ναυσιπλοΐας από τις επιθέσεις των Χούθι στη θαλάσσια περιοχή αυτή στρατηγικής σημασίας, από όπου διέρχεται περί το 12% του παγκόσμιου εμπορίου.
Ο σχηματισμός αυτός προκαλεί την έντονη αντίδραση της Ρωσίας. «Δεν μπορούμε παρά να ανησυχούμε για την τρέχουσα κατάσταση στην Ερυθρά Θάλασσα (…) Όμως ανησυχούμε επίσης διότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους επιλέγουν, όπως συχνά, μονομερή λύση με τη χρήση βίας», στηλίτευσε ο Ρώσος πρεσβευτής στα Ηνωμένα Έθνη, ο Βασίλι Νεμπένζια.
Η απόφαση, επισημαίνοντας τις παραβιάσεις «μεγάλης κλίμακας» του εμπάργκο όπλων σε βάρος των Χούθι, τονίζει την ανάγκη όλα τα κράτη μέλη να «τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους» ως προς το ζήτημα αυτό και «καταδικάζει τις παραδόσεις όπλων» στους Χούθι.
Κατά την πιο πρόσφατη έκθεση ειδικών στους οποίους έχει ανατεθεί από το ΣΑ να επιτηρούν την εφαρμογή του εμπάργκο όπλων, συνταγμένη τον Νοέμβριο, οι Χούθι «ενισχύουν σημαντικά τις στρατιωτικές τους δυνατότητες, χερσαίες και ναυτικές, συμπεριλαμβανομένων και των υποβρυχίων, καθώς και το οπλοστάσιό τους σε πυραύλους και drones, κατά παραβίαση του εμπάργκο».
Το κείμενο καλεί εξάλλου να αντιμετωπιστούν «στη ρίζα» προβλήματα που συντείνουν στην κρίση, «συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων που συμβάλλουν στις περιφερειακές εντάσεις».
Η Ρωσία, τρεις τροποποιήσεις της οποίας στο σχέδιο απόφασης καταψηφίστηκαν, ήθελε να προστεθεί συγκεκριμένα στους παράγοντες που προκαλούν εντάσεις «ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας».
Το να γίνει η σύνδεση με τη Γάζα «θα ενθάρρυνε τους Χούθι και δημιουργούσε επικίνδυνο προηγούμενο για το Συμβούλιο (Ασφαλείας), νομιμοποιώντας αυτές τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου», αντέταξε η Αμερικανίδα πρεσβεύτρια, η Λίντα Τόμας-Γκρίνφιλντ, καταφερόμενη εναντίον της «οικονομικής και υλικής» υποστήριξης του Ιράν στους Χούθι.
«Δεν γίνεται να παραβλέψουμε την πηγή του προβλήματος (…) Γνωρίζουμε ότι το Ιράν εμπλέκεται σε μεγάλο βαθμό στον σχεδιασμό των επιχειρήσεων εναντίον εμπορικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα», πρόσθεσε, καλώντας την Τεχεράνη να «επιλέξει».
«Συνεχίζουμε να είμαστε πολύ ανήσυχοι για την κατάσταση στην Ερυθρά Θάλασσα, όχι μόνο εξαιτίας της ίδιας της κατάστασης, των κινδύνων για το παγκόσμιο εμπόριο, το περιβάλλον και ανθρώπινες ζωές, αλλά επίσης και για τους κινδύνους κλιμάκωσης της ευρύτερης σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή», σημείωσε από την πλευρά του ο Στεφάν Ντουζαρίκ, ο εκπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, στη χθεσινή ενημέρωση των διαπιστευμένων συντακτών.