Απόφαση υψηλής πολιτικής και διπλωματικής αξίας έλαβε το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, αποφασίζοντας να μην υπεισέλθει στο ζήτημα του αιτήματος αυτοκεφαλίας της «Εκκλησίας της Μακεδονίας», απαντώντας μάλιστα ότι τα εδάφη της ανήκουν στο Πατριαρχείο της Σερβίας, παρά τις ελπίδες που είχε πυροδοτήσει η αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Εκκλησίας της Ουκρανίας από τη Ρωσική.

Με τον τρόπο αυτό το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιτυγχάνει διττό στόχο, αφενός να διατηρήσει κοντά την Εκκλησία της Σερβίας και αφετέρου να αποτρέψει την επέλαση της ρωσικής Εκκλησίας στη Σερβία, που θα ήταν η άμεση συνέχεια σε μια απόφαση απονομής αυτοκεφαλίας, καθώς θα έθετε τη σερβική και τη ρωσική εκκλησία στην ίδια θέση, δίνοντας χώρο για τη δημιουργία εκκλησιαστικού μετώπου.

Η απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έρχεται μετά την απονομή αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας, απόφαση που προκάλεσε σχίσμα με την Εκκλησία της Ρωσίας και ως εκ τούτου είναι προφανές ότι εντάσσεται στον ευρύτερο γεωπολιτικό σχεδιασμό για την περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης.

Η απόρριψη, κατ ουσία, του αιτήματος αυτοκεφαλίας της «Εκκλησίας της Μακεδονίας» στέλνει μήνυμα ότι η Σερβία διαχωρίζεται από τη Ρωσία, σε εκκλησιαστικό επίπεδο, άρα και σε πολιτικό, δείχνοντας με τον πλέον σαφή τρόπο ότι η Δύση δεν θα επιλέξει την οδό της σύγκρουσης.

Το Πατριαρχείο σε επιστολή του αναφέρει ότι δεν θα αντιμετωπίσει το αίτημα της αυτοκφαλίας, διότι η Αρχιεπισκοπή της Οχρίδας, υπάγεται στο Πατριαρχείου του Πετ, δηλαδή στην Εκκλησία της Σερβίας. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι η Εκκλησία της πΓΔΜ έχει ανακηρύξει μονομερώς την ανεξαρτησία της από το 1967.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Νομικά, το Πατριαρχείο διαχώρισε το αίτημα της Αρχιεπισκοπής των Αχρίδων από το αντίστοιχο της Εκκλησίας της Ουκρανίας, βασιζόμενο σε προγενέστερες αποφάσεις, από το 1922, υποστηρίζοντας ότι ενώ για την Ουκρανία υπήρχε προηγούμενο που ευνοούσε, στην περίπτωση της πΓΔΜ το νομικό προηγούμενο απέτρεπε.