Ένα συνηθισμένο μικρόβιο που προσβάλλει το στομάχι και προκαλεί έλκος, μπορεί να παίζει ρόλο στην ανάπτυξη νόσου Αλτσχάιμερ, αναφέρουν επιστήμονες από τον Καναδά.

Το μικρόβιο είναι το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, το οποίο εμπλέκεται επίσης στην γαστρίτιδα, το έλκος του δωδεκαδακτύλου και τον καρκίνο του στομάχου.

Σε νέα μελέτη που πραγματοποίησαν οι επιστήμονες ανακάλυψαν πως οι μεσήλικες και ηλικιωμένοι με ενεργό έλκος έχουν αυξημένες πιθανότητες να διαγνωστούν με νόσο Αλτσχάιμερ.

Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η συχνότερη αιτία άνοιας. Προσβάλλει περίπου 40 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, αλλά ο αριθμός αυτός εκτιμάται ότι θα τριπλασιαστεί την επόμενη 40ετία.

Τα τελευταία χρόνια, αρκετές μελέτες στο εργαστήριο και σε ασθενείς που πέθαναν από νόσο Αλτσχάιμερ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι διάφοροι παθογόνοι μικροοργανισμοί, όπως το ελικοβακτηρίδιο, μπορεί να εμπλέκονται στην ανάπτυξη της νόσου.

Την υπόθεση αυτή επιβεβαίωσαν και μελέτες παρατήρησης. Ωστόσο τα στοιχεία είχαν περιορισμούς. Έτσι, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο ΜακΓκιλ στο Μόντρεαλ αποφάσισαν να διεξαγάγουν μεγάλη, πληθυσμιακή μελέτη.

Η νέα μελέτη

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση Alzheimer’s & Dementia: The Journal of the Alzheimer’s Association. Διεξήχθη σε 4,26 εκατομμύρια εθελοντές, οι οποίοι κατά την έναρξή της δεν έπασχαν από νόσο Αλτσχάιμερ. Οι εθελοντές είχαν ηλικία 50 ετών και άνω (η μέση ηλικία ήταν τα 60 έτη). Το 98% δεν είχαν εξεταστεί ούτε διαγνωστεί με έλκος πριν ενταχθούν στη μελέτη

Έπειτα από 11 χρόνια παρακολούθησης, 40.455 από τους συμμετέχοντες είχαν διαγνωστεί με νόσο Αλτσχάιμερ. Όσοι από αυτούς είχαν ενεργό έλκος διέτρεχαν κατά 11% μεγαλύτερο κίνδυνο να διαγνωστούν με νόσο Αλτσχάιμερ.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Ωστόσο ο κίνδυνος μεταβαλλόταν αναλόγως με τα χρόνια που είχαν περάσει από τη διάγνωση του έλκους. Έφθανε, δε, στο μέγιστο επίπεδο την πρώτη δεκαετία από τη διάγνωση. Στην πραγματικότητα, οι πιθανότητες νόσου Αλτσχάιμερ ήταν κατά 24% αυξημένες 7 έως 10 χρόνια μετά την εκδήλωση των συμπτωμάτων του έλκους.