Κατά τα δικά του λεγόμενα πλούτισε και χρεοκόπησε 73 φορές στη ζωή του. Με σημερινά δεδομένα πέρασαν από τα χέρια του περί τα 6,5 δισ. δολάρια και για φιλανθρωπικούς σκοπούς δώρισε κάτι περισσότερο από 260 εκατ. δολάρια. Πέθανε απένταρος, ουχί όμως ξεχασμένος.

Ένας εξ’ αυτών που εκφώνησαν λόγο στον επικήδειο του ήταν ο Φρανκ Σινάτρα. «Νικ, υπήρξες τόσο αγνός κι έντιμος, ώστε η μόνη περιουσία που είχες ήταν οι αγαθοεργίες σου», είπε δακρυσμένος στην κηδεία του Νικολάου Δανδόλου ο πιο στενός από τους διάσημους φίλους του.

Από τους αρκετούς Έλληνες που άφησαν το δικό τους αποτύπωμα στην κοσμική (και όχι μόνο) ζωή των ΗΠΑ, ο Nick the Greek είναι αναμφίβολα η πιο μυθική φιγούρα. Όχι μόνο γιατί υπήρξε πρωτοπόρος σε ένα υπό διαμόρφωση ακόμα είδος, αλλά κυρίως διότι δεν είχε καμία εξάρτηση από το χρήμα. Τα έκανε όλα με τον απολύτως μοναδικό δικό του τρόπο, όπως θα έλεγε και ο… Σινάτρα. Κανείς από τους επώνυμους δεν περιφρόνησε τόσο τον πλούτο όσο ο Κρητικός που έφτασε να έχει ξανά και ξανά όλο το Λας Βέγκας στα πόδια του.

Ο «βασιλιάς του τζόγου», όπως χαρακτηρίστηκε πολλές φορές από τα αμερικανικά Μ.Μ.Ε., γεννήθηκε στο Ρέθυμνο πιθανότατα στις 27 Απριλίου 1883. Γόνος πλούσιας οικογένειας εμπόρων, μεγάλωσε στις ανέσεις της μεγαλοαστικής τάξης της εποχής και σπούδασε κλασική φιλοσοφία στο Ελληνικό Ευαγγελικό Κολέγιο της Σμύρνης, από όπου καταγόταν οι γονείς του. Σε όλη του τη ζωή η Φιλοσοφία τον συντρόφευε και αγαπημένη του συνήθεια, πέραν του τζόγου, ήταν η επίκληση φράσεων του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα.

Ο εφοπλιστής νονός του ήταν αυτός που θα επέμενε να σταλεί ο μικρός στον Νέο Κόσμο για να κυνηγήσει το περίφημο τότε αμερικανικό όνειρο και να μάθει από πρώτο χέρι τον κόσμο των επιχειρήσεων, ώστε να αναλάβει αργότερα την πατρική επιχείρηση.

Έτσι, στο ατμόπλοιο «Georgia», που σάλπαρε από τον Πειραιά για τη Νέα Υόρκη, το καλοκαίρι του 1902, ανάμεσα στους 345 Έλληνες επιβάτες, ήταν και ο 19χρονος Νίκος. Εχέγγυο μακράς διαμονής το οικογενειακό μηνιαίο επίδομα των 600 δολαρίων, που για την εποχή ήταν ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσό. Υστερα από λίγο καιρό θα του ήταν βέβαια παντελώς αχρείαστο…

Ο Δάνδολος εγκαταστάθηκε αρχικά στο Σικάγο, αλλά σύντομα βρέθηκε στο Μόντρεαλ, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον Φιλ Μασγκρέιβ, αναβάτη στον Ιππόδρομο. Μέχρι τότε έπαιζε τυχερά παιχνίδια σε λέσχες, ωστόσο πλέον είχε βρει τον άνθρωπο που θα υποδαύλιζε την ανάγκη του για «χοντρό» παιχνίδι. Αρχικά μέσα από τον κόσμο των αλόγων.

Με την εμπειρία, τη γνώση και τις συμβουλές του νέου φίλου του, ο «Νικ» βρέθηκε να κερδίζει 500.000 δολάρια μέσα σε ένα χρόνο. Τώρα πια είχε ένα μεγάλο κεφάλαιο για να επιστρέψει στις χαρτοπαιχτικές λέσχες του Σικάγο και να δείξει το ταλέντο του στους «επαγγελματίες». Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα οι «αετονύχηδες» τον άφησαν πανί με πανί. Δεν πτοήθηκε, απεναντίας το πάθος του ενισχύθηκε, συνειδητοποίησε όμως ότι δεν ήταν ακόμα έτοιμος για να τα βάλει με τους καλύτερους.

Έγινε τακτικός θαμώνας χαρτοπαικτικών λεσχών και καζίνο και επικεντρώθηκε στο πόκερ, υπό την κηδεμονία ενός περιβόητου τζογαδόρου, ονόματι Νέστορα. «Αν ο Θεός θέλει να μάθει να παίζει, θα έρθει σε μένα», συνήθιζε να λέει εκείνος και βάσει της εξέλιξης που είχε ο διασημότερος μαθητής του, μάλλον δεν ήταν και τόσο φαφλατάς.

Ο Δάνδολος διήνυσε ραγδαία την απόσταση που χώριζε ένα μαθητούδι από έναν μετρ του είδους. Το δυνατό μαθηματικό μυαλό του τον βοήθησε να εξοικειωθεί πλήρως με τους νόμους των πιθανοτήτων και τα ποσοστά επιτυχίας, ενώ το ψυχρό αίμα του ανήγαγε την έννοια «μπλόφα» σε παρελκόμενο της επωνυμίας «Nick the Greek».

Όταν το 1931 η Νεβάδα νομιμοποίησε τα τυχερά παιχνίδια ο Δάνδολος εγκαταστάθηκε φυσικά στο Λας Βέγκας, για να αποτελέσει επί σειρά ετών τη μεγαλύτερη attraction της Μέκκας του τζόγου.

Δεν ήταν ένας ακόμη τυχοδιώκτης που εγκαταστάθηκε εκεί, αλλά η επιτομή του αρχοντικού τζογαδόρου, με την παιδεία και το lifestyle ενός «φιλόσοφου» της χαρτοπαιξίας. Πάντα καλοντυμένος, ενίοτε με το πούρο στο στόμα, προσηνής και χαρακτήρας αμέμπτου ηθικής, αριστοκράτης και «λαϊκός» ταυτόχρονα. Έγινε διάσημος για τα μυθικά ποσά που πόνταρε με πρωτοφανή άνεση, για τις μεγάλες νίκες του κόντρα στα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής, αλλά και για την αξιοπρεπή στάση στις ήττες του. Απέκτησε κύρος και φανατικούς φίλους, που παρακολουθούσαν μανιωδώς τις παρτίδες του. Μεταξύ αυτών, εκτός του Φρανκ Σινάτρα, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Τέλι Σαβάλας και ο νομπελίστας φυσικός Ρίτσαρντ Φάινμαν.

Σύμφωνα μάλιστα με ένα αστικό μύθο, ο Δάνδολος κάποτε συνόδεψε τον Άλμπερτ Αϊνστάιν στο Λας Βέγκας. Τον συνέστησε στους φίλους του ως ο «μικρός Αλ από το Πρίνστον, που ελέγχει τη δράση στο Τζέρσεϊ», για να αποφευχθεί τυχόν bullying στον άσχετο με τον τζόγο εκκολαπτόμενο μύθο της επιστήμης!

Από τη δεκαετία του ‘40 ο «Nick The Greek» ήταν ένας σταρ. Αναγνωρίζονταν ως ένας από τους κορυφαίους χαρτοπαίκτες στην αμερικανική ήπειρο. Ο τύπος των ΗΠΑ έγραφε συχνά για τα «μνημειώδη κατορθώματά» ενός άνδρα «μεγάλης προσωπικής ακεραιότητας».

Μεγάλη έκταση έλαβε στις εφημερίδες μια ιστορική παρτίδα πόκερ στο κέντρο « Ελ Μορόκο» της Νέας Υόρκης. Μεταξύ των αντιπάλων του «Νικ» ήταν και ο διαβόητος αρχινονός Φρανκ Κοστέλο, που ήλεγχε μεγάλο μέρος της βιομηχανίας του τζόγου, ενώ ανάμεσα στους διάσημους θεατές της μονομαχίας ο βασιλιάς της Αιγύπτου Φαρούτ.

Ο Δάνδολος σηκώνεται νικητής από το τραπέζι, έχοντας κερδίσει εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια και προκαλέσει εκνευρισμό στον Κοστέλο. «Έλληνα φεύγεις… Δεν συνεχίζεις γιατί είσαι δειλός!», του είπε. Τότε ο «Νικ», προσβεβλημένος, αλλά όπως πάντα ήρεμος, ζήτησε να ανακατευτεί η τράπουλα και είπε προς τον Κοστέλο: «Λοιπόν amigo, τράβα ένα χαρτί. Το χαμηλότερο χάνει 500.000 δολάρια». Σήμερα το ποσό αυτό είναι κοντά στα 5 εκατ. δολάρια. Αυτός που δείλιασε τελικά ήταν ο αρχηγός της ιταλικής μαφίας, επονομαζόμενος και «πρωθυπουργός του κάτω κόσμου»!

Την επόμενη ημέρα οι «Times» της Νέας Υόρκης έκαναν λόγο για ένα καλό μάθημα, καταλήγοντας: «Ο Κοστέλο δεν θα είναι πάντα ο αρχηγός της μαφίας. Αντίθετα ο “Nick The Greek” θα είναι πάντα ο βασιλιάς του πόκερ…»

Παρά τις σχέσεις που σύναψε κατά καιρούς και τις αμέτρητες ερωμένες δεν παντρεύτηκε ποτέ. Έμεινε αιώνια πιστός στη μεγαλύτερη αγάπη του, αφιερωμένος ψυχή τε και σώματι στη θεά τύχη. Μπορούσε να παίζει μερόνυχτα ολόκληρα και έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που ενώ δεν ήταν υγιής ο γιατρός τον εξέταζε στο τραπέζι για να μην χάσει τη σειρά του.

«Το δεύτερο καλύτερο πράγμα στη ζωή μετά το να κερδίζεις στον τζόγο είναι να χάνεις στον τζόγο», ήταν η φράση με την οποία ο «Νικ» συνόψιζε την παικτική φιλοσοφία του και τη χαρά του για το παιχνίδι αυτό καθ’ αυτό.

Όταν πια η φήμη του «Nick the Greek» είχε αποκτήσει μυθικές διαστάσεις, τα καζίνο τον ικέτευαν, το ένα μετά το άλλο, για συνεργασία. Τον ήθελαν σύμμαχο και όχι «αντίπαλό» τους, καθώς εκτός του ότι αποτελούσε τον υπ’ αριθμόν 1 κίνδυνο για το αποθεματικό τους, οι δικές του εμφανίσεις σταματούσαν συχνά-πυκνά τη δράση στα υπόλοιπα τραπέζια. Ήταν βραδιές που πάνω από το δικό του γινόταν το αδιαχώρητο, όταν έπεφτε σύρμα ότι ο παράτολμος Έλληνας ή ο «philosopher of gambling», όπως τον αποκαλούσαν, ήταν παρών στον ίδιο χώρο.

Σχεδόν όλα τα μεγάλα καζίνο του Βέγκας πρότειναν διευθυντικές θέσεις στον «Νικ», δελεάζοντας τον με ποσοστά από τα κέρδη χωρίς ο ίδιος να ρισκάρει τίποτα. Το αποκορύφωμα ήταν όταν το 1953 του προτάθηκε από δύο επιχειρηματίες το 40% του καζίνο που σκόπευαν να κατασκευάσουν, με μοναδικό αντάλλαγμα να το ονομάσουν «Nick the Greek». Και τότε η απάντηση του ρομαντικού τζογαδόρου, που δεν ήθελε να έχει σχέση με το επιχειρείν και το σίγουρο κέρδος, ήταν αρνητική!

Δύο χρόνια νωρίτερα ο Δάνδολος είχε συμμετάσχει σε αυτό που θα μπορούσε να αποκληθεί ως το «ματς του αιώνα» στην ιστορία του πόκερ. Μια αναμέτρηση με αντίπαλο τον μοναδικό που μπορούσε θεωρητικά να σταθεί απέναντί του, τον κατά 15 χρόνια νεότερο του, εξίσου φημισμένο, Τζόνι Μος.

Η μονομαχία των δύο ανδρών κράτησε περισσότερο από 5 μήνες, με διαλείμματα μόνο για φαγητό και ύπνο! Ελαβε χώρα στο λόμπι του καζίνο «Horseshoe» και η απήχηση στον κόσμο, που είχε τη δυνατότητα να παρακολουθεί live, ήταν τεράστια. Για να κρατήσουν μάλιστα το ενδιαφέρον του κοινού σε αμείωτα επίπεδα, οι δύο τζογαδόροι αναμετρήθηκαν σε μια σειρά παραλλαγών της πόκας, καθώς φαινόταν ότι στο πόκερ ήταν ισοδύναμοι. Μέρα με τη μέρα, τεράστια ποσά άλλαζαν χέρια και χιλιάδες άνθρωποι παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα την παρτίδα, που θα τελείωνε μόνο όταν ο ένας από τους δύο θα πετούσε λευκή πετσέτα. Αυτό συνέβη τελικά τον Μάη του 1951, όταν ο «Νικ» σηκώθηκε από το τραπέζι, έσφιξε το χέρι του Μος και φημισμένα του είπε: «Κύριε Μος, μάλλον θα πρέπει να σας αφήσω να φύγετε…»

Χρόνια αργότερα, η αξιομνημόνευτη μάχη θα γεννούσε ένα σημερινό θρύλο του πόκερ, το World Series of Poker.

Το 1979 το όνομα του ήταν ένα από τα εφτά που εγκαινίασαν το Hall of Fame του πόκερ. Είχε φύγει από τα εγκόσμια 13 χρόνια νωρίτερα, ανήμερα Χριστουγέννων του 1966, σε ηλικία 83 ετών. Πέθανε φτωχός – ο ίδιος άλλωστε συμβούλευε τους νέους να μην πηγαίνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα κόντρα στις πιθανότητες – αλλά το φέρετρο στο οποίο ενταφιάστηκε ήταν κυριολεκτικά χρυσό. Κάποιοι από τους φίλους του είχαν φροντίσει να καταλάβει και ο πλέον «αδαής» παρευρισκόμενος ότι αυτός που μόλις κίνησε για το τελευταίο ταξίδι ήταν εξέχων σημαντικό πρόσωπο.

Οι θιασώτες του αμερικανικού ονείρου μαγεύονται από τις σειρήνες του εύκολου πλουτισμού, του κύρους, της αναγνώρισης, της… ματαιοδοξίας. Ο Νικόλας Δάνδολος ξενιτεύτηκε για να ζήσει το δικό του American dream, αλλά μολονότι δεν έδωσε δεκάρα για όλα αυτά, έζησε όσα λίγοι μπορούν, έστω, να ονειρευτούν.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!


ΠΗΓΗ: menshouse.gr