
Πολλές είναι η ενδιαφέρουσες ιστορίες από το ναυτλιακό παρελθόν του ιδιοκτήτη της ΑΕΚ, Μάριου Ηλιόπουλου αλλά ξεχωρίζει κατά πολύ μία από αυτές.
Τον Ιούλιο του 2011, το Brillante Virtuoso, ένα πετρελαιοφόρο ιδιοκτησίας του Μάριου Ηλιόπουλου, έπλεε στον Κόλπο του Άντεν, μεταξύ Σομαλίας και Υεμένης, μεταφέροντας ένα φορτίο πετρελαίου αξίας 100 εκατομμυρίων δολαρίων από την Ουκρανία προς την Κίνα.
Σύμφωνα με την αρχική εκδοχή, βασισμένη σε μαρτυρίες του πληρώματος, το πλοίο δέχθηκε επίθεση από Σομαλούς πειρατές οι οποίοι, ανεξήγητα, έβαλαν φωτιά στο πλοίο αντί να το καταλάβουν για να ζητήσουν λύτρα, όπως ήταν η συνήθης πρακτική τους.
Οι αντιφάσεις δεν άργησαν να εμφανιστούν. Οι ασφαλιστικές εταιρείες του Λονδίνου, που είχαν ασφαλίσει το πετρελαιοφόρο για 77 εκατομμύρια δολάρια, ανέθεσαν στον Ντέιβιντ Μόκετ, έναν έμπειρο Βρετανό εμπειρογνώμονα με χρόνια διαμονής στο Άντεν της Υεμένης, να ερευνήσει το περιστατικό.
Ο Μόκετ, μετά από μια μοναδική επιθεώρηση στο καμένο πλοίο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το Brillante Virtuoso είχε χτυπηθεί από ρουκέτες ή σφαίρες, αντικρούοντας την εκδοχή της διαχειρίστριας εταιρείας, η οποία είχε αποδώσει την πυρκαγιά σε ρουκέτες RPG που εκτοξεύθηκαν από πειρατές.
Λίγο μετά την αναφορά των προκαταρκτικών ευρημάτων του, ο Μόκετ πέθανε στην Υεμένη, τον Ιούλιο του 2011, όταν εξερράγη μια βόμβα τοποθετημένη στο αυτοκίνητό του.
Οι αρχές της Υεμένης απέδωσαν τη δολοφονία σε τρομοκρατική επίθεση, αλλά καμία οργάνωση δεν ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση.
Η υπόθεση παραμένει ανεξιχνίαστη.

Ο Ντέιβιντ Μόκετ και μια φωτογραφία του αυτοκινήτου του μετά την έκρηξη που σκότωσε τον Μόκετ το 2011.
Η τραγωδία δεν τελείωσε με τον θάνατο του Μόκετ. Η χήρα Σύνθια Μόκετ, όταν επικοινώνησε με έναν συνεργάτη του συζύγου της για να ζητήσει πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση του Brillante Virtuoso, έλαβε μια ανατριχιαστική απάντηση:
«Κυρία, ο φάκελος έχει κλαπεί».
Ο νεαρός της εξήγησε ότι, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία, κάποιος είχε εισβάλει στο γραφείο και είχε αφαιρέσει το ημερολόγιο του εμπειρογνώμονα και τον φάκελο του πλοίου.

Σύνθια Μόκετ, χἠρα του Ντέιβιντ Μόκετ
Το 2014, τρία χρόνια μετά το περιστατικό, ο Ηλιόπουλος και η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία του είχε δανείσει τα χρήματα για την αγορά του πετρελαιοφόρου, μήνυσαν τις ασφαλιστικές εταιρείες για να λάβουν την αποζημίωση για το Brillante Virtuoso, το οποίο είχε ήδη πωληθεί ως παλιοσίδερα για 700.000 δολάρια.
Το ποσό που διεκδικούσαν ανερχόταν σε 77 εκατομμύρια δολάρια.
Η δίκη μετατράπηκε σε πεδίο μάχης.
Ο Ηλιόπουλος δεν συμμορφώθηκε με τη δικαστική εντολή να προσκομίσει κρίσιμα ηλεκτρονικά αρχεία σχετικά με το πλοίο, προβάλλοντας δικαιολογίες που δεν έπεισαν το δικαστήριο.
Η συμπεριφορά του κατά τη διάρκεια της κατάθεσης, που χαρακτηρίστηκε από τον δικαστή Τζούλιαν Φλοξ ως «αποφευκτική, αναίσθητη και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επιθετική και απειλητική», εξόργισε τον δικαστή, ο οποίος στην απόφασή του στις 10 Μαΐου 2016 τον περιέγραψε ως έναν «εξαιρετικά ακατάλληλο μάρτυρα».
«Γενικά, είχα την πολύ σαφή εντύπωση ότι, σε μεγάλο βαθμό, δεν έλεγε την αλήθεια», κατέληξε ο δικαστής.
Η αστυνομία του Λονδίνου συνέλαβε τον Ηλιόπουλο κατά την έξοδό του από το δικαστήριο στο πλαίσιο των ερευνών για ασφαλιστική απάτη, αν και αφέθηκε ελεύθερος λίγο αργότερα, αφού κατέβαλε εγγύηση.
Η αίτηση αποζημίωσης του Ηλιόπουλου απορρίφθηκε, αλλά η δίκη για την αίτηση της Τράπεζας Πειραιώς να εισπράξει την εγγυητική κατάθεση συνεχίστηκε.
Τον Οκτώβριο του 2019, ένα δικαστήριο του Λονδίνου αποφάσισε υπέρ των ασφαλιστικών εταιρειών, απαλλάσσοντάς τις από την υποχρέωση να πληρώσουν για το πετρελαιοφόρο.
Η απόφαση ήταν κατηγορηματική:
Tόσο ο ιδιοκτήτης του πλοίου όσο και ένα άτομο από την εταιρεία ρυμουλκών που διέσωσε το πολύτιμο φορτίο για ένα σημαντικό ποσό ήταν αυτοί που, με τη βοήθεια δύο μελών του πληρώματος, ενορχήστρωσαν την υποτιθέμενη πειρατική επίθεση και την πυρκαγιά του Brillante Virtuoso.
Εκτός από το πλοίο, το φορτίο πετρελαίου, αξίας 100 εκατομμυρίων δολαρίων, ήταν επίσης ασφαλισμένο.
Στη ναυτιλιακή βιομηχανία, είναι συνηθισμένο οι εταιρείες που διασώζουν φορτίο από πλοία σε κίνδυνο να λαμβάνουν ένα μέρος της αξίας του διασωθέντος ως αποζημίωση.
Στην περίπτωση του Brillante Virtuoso, την εργασία πραγματοποίησε η Five Oceans Salvage, με έδρα τον Πειραιά, η οποία υπέγραψε σύμβαση διάσωσης με τον Μάριο Ηλιόπουλο στις 6 Ιουνίου 2011, και ο υπεργολάβος της, η Poseidon Salvage, ιδιοκτησίας του Βασίλη Βεργού, με έδρα το Άντεν της Υεμένης.
Τα δύο σωστικά σκάφη της Poseidon, το ρυμουλκό ΒΟΥΚΕΦΑΛΑΣ και το αντιρρυπαντικό σκάφος ΠΟΣΕΙΔΩΝ IV, έφτασαν στο σημείο σε χρόνο ρεκόρ, σύμφωνα με την απόφαση του 2019.
Οι δύο εταιρείες που συμμετείχαν στη διάσωση έλαβαν συνολικές αμοιβές 34 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η δικαστική απόφαση υπέδειξε τον Βασίλη Βεργό ως ένα από τα βασικά πρόσωπα που βοήθησαν τον Μάριο Ηλιόπουλο να ενορχηστρώσει την πειρατεία και την καταστροφή του Brillante Virtuoso στις 6 Ιουνίου 2011.
Οι υποτιθέμενοι πειρατές ήταν, στην πραγματικότητα, επτά άνδρες της ακτοφυλακής της Υεμένης.Η υπόθεση του Brillante Virtuoso δεν σημαδεύτηκε μόνο από απάτη και δολοφονία, αλλά και από εκφοβισμό.
Σύμφωνα με το βιβλίο «Dead in the water», υπήρξαν απειλές κατά δύο μαρτύρων και ξυλοδαρμός ενός δικηγόρου.
Ένα μέλος του πληρώματος, που αναγνωρίστηκε ως «Α.Μ.», ισχυρίστηκε ότι ο Μάριος Ηλιόπουλος τον απείλησε προσωπικά για να αλλάξει την κατάθεσή του.
Σύμφωνα με τον «Α.Μ.», ο Ηλιόπουλος του ζήτησε «να μην πει τίποτα στον ερευνητή» και τον απείλησε ότι «θα σκότωνε αυτόν και την οικογένειά του αν τους πει τι ξέρει για το τι συνέβη στο πλοίο».
Ένας άλλος μάρτυρας δημοσίου ενδιαφέροντος, ο «Δ.Π.», ο οποίος εργαζόταν με τον Βεργό στην Poseidon Salvage κατά τη διάρκεια της προσποιητής πειρατείας, εξέφρασε επίσης φόβους για την ασφάλειά του.
Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι «ο Βεργός είπε πως ο Ηλιόπουλος του είχε μιλήσει για μια δουλειά: να καταστρέψει ένα πλοίο για να πάρει την ασφάλεια» και ότι «το απόγευμα της 5ης Ιουλίου 2011, άκουσε -τον Βεργό- να λέει στο πλήρωμα του ρυμουλκού διάσωσης “ΒΟΥΚΕΦΑΛΑΣ” ότι δεν θα μπορέσουν να κοιμηθούν εκείνο το βράδυ. ¨Εχετε δουλειά να κάνετε” – τους είπε».
Ο «Δ.Π.» αρχικά αρνήθηκε να καταθέσει, φοβούμενος για τη ζωή του, αλλά αναγκάστηκε με δικαστική εντολή.
Οι φόβοι του επαληθεύτηκαν λίγο μετά την ενημέρωση του δικαστηρίου από τις ασφαλιστικές εταιρείες σχετικά με την εμφάνιση ενός βασικού μάρτυρα.
Άγνωστοι άνδρες έφτασαν με δύο οχήματα στο χωριό του, όπου επισκεπτόταν τη σύζυγό του και τον τριών ετών γιο του, ενώ παρακολουθούσαν το σπίτι του για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ο δε μάρτυρας προσεγγίστηκε… από μια ένοπλη ομάδα ιδιωτικής ασφάλειας!
Τελικά, κατέθεσε εξ αποστάσεως, μέσω βιντεοκλήσης, από άγνωστη τοποθεσία.
Όταν ο δικηγόρος της Τράπεζας Πειραιώς προσπάθησε να τον δυσφημίσει, ρωτώντας τον γιατί δεν είχε αναφέρει νωρίτερα τι είχε συμβεί, ο μάρτυρας -σύμφωνα με το βιβλίο- απάντησε ότι δεν εμπιστευόταν τις ελληνικές αρχές και ότι ο Μάριος Ηλιόπουλος είναι «Έλληνας ολιγάρχης» με τεράστια επιρροή.
