
Το τζίντζερ αποδεδειγμένα βοηθά στην βελτίωση της πέψης και τη μείωση του «φουσκώματος» στην κοιλιά.
Χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες τόσο ως καρύκευμα όσο και στην παραδοσιακή ιατρική, ενώ σύγχρονες επιστημονικές μελέτες επιβεβαιώνουν τις πεπτικές και θεραπευτικές του ιδιότητες.
Η ρίζα του (Zingiber officinale Rosc.) προέρχεται από την Κεντρική και τη Νοτιοανατολική Ασία και οφείλει την ευεργετική δράση της σε αιθέρια έλαια και πικάντικες ενώσεις όπως οι τζιντζερόλες και οι σογαόλες, υπεύθυνες για τη χαρακτηριστική γεύση και πολλές θεραπευτικές του ιδιότητες.
Οι τζιντζερόλες έχουν αποδειχθεί ότι δρουν στο στομάχι και το έντερο, ανακουφίζοντας από φούσκωμα, σπασμούς και ναυτία, λειτουργώντας ως αντίπαλοι της σεροτονίνης, ενός νευροδιαβιβαστή που ρυθμίζει το πεπτικό σύστημα. Επιπλέον, διεγείρουν την έκκριση σάλιου και γαστρικών υγρών, διευκολύνοντας την πέψη. Το τζίντζερ διαθέτει επίσης καρομινατικές, γαστροπροστατευτικές και αντιφλεγμονώδεις δράσεις, μειώνοντας τα αέρια, προστατεύοντας τη γαστρική βλεννογόνο και καταπολεμώντας τη φλεγμονή.
Επιπλέον, τα βιοδραστικά του συστατικά προσφέρουν αντιοξειδωτική, αναλγητική και αντιβακτηριακή δράση, καθιστώντας το τζίντζερ ένα πλήρες φυσικό σύμμαχο για την ευεξία του πεπτικού συστήματος. Επιπλέον, αποτελεί πηγή υδατανθράκων, νερού και σημαντικών μετάλλων όπως κάλιο, φώσφορο, μαγνήσιο και σίδηρο.
Οι κλινικές μελέτες δείχνουν ότι το τζίντζερ είναι γενικά ασφαλές, με ελάχιστες παρενέργειες. Ωστόσο, συνιστάται προσοχή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού χωρίς ιατρική παρακολούθηση, καθώς και σε άτομα που λαμβάνουν αντιπηκτικά, λόγω αυξημένου κινδύνου αιμορραγίας.