Το Πακιστάν αυτή τη στιγμή βρίσκεται  στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος, αντιμετωπίζοντας την προοπτική να επιστρέψει στην μαύρη λίστα της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF) για τέταρτη φορά.

Η εξέλιξη αυτή, δεν είναι απλώς μία διπλωματική οπισθοδρόμηση αλλά θα επιφέρει αλυσιδωτές οικονομικές συνέπειες που θα μπορούσαν να σακατέψουν την ήδη εύθραυστη οικονομία του Πακιστάν.

Η σοβαρότητα της οικονομικής κατάστασης του Πακιστάν έγινε εμφανής κατά τη διάρκεια της ολομέλειας της FATF που πραγματοποιήθηκε στο Στρασβούργο από τις 10 έως τις 13 Ιουνίου 2025. Το Πακιστάν περίμενε μία επανεξέταση ρουτίνας αλλά αντ’ αυτού έγινε παράταση της εποπτείας της χώρας κατά δύο επιπλέον έτη. Η απόφαση του παγκόσμιου παρατηρητηρίου για το ξέπλυμα χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας δείχνει ότι το Πακιστάν έχει ακόμη πολύ δρόμο να καλύψει στην εξυγίανση αυτών των τομέων.

Παρά τους ισχυρισμούς του Πακιστάν περί βελτίωσης των οικονομικών της χώρας, η FATF κατέστησε απολύτως σαφές ότι το Ισλαμαμπάντ απέτυχε ουσιαστικά να αντιμετωπίσει τις ανησυχίες σχετικά με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

Οι συνήθεις ύποπτοι, ο Μαουλάνα Μασούντ Αζχάρ ,η Τζαίς ε Μοχάμεντ και η Λασκάρ ε Τάιμπα συνεχίζουν να λειτουργούν με τις ευλογίες της κυβέρνησης. Αυτό που καθιστά την επίπληξη της FATF  ιδιαίτερα επιζήμια είναι η χρονική στιγμή που συμβαίνει.

Η οικονομία του Πακιστάν μοιάζει με χάρτινο πύργο έτοιμο να καταρρεύσει με λάθος χειρισμούς. Τα συναλλαγματικά αποθέματα είναι επικίνδυνα χαμηλά, το εξωτερικό χρέος έχει ξεπεράσει τα 130 δισεκατομμύρια δολάρια και η χώρα αντιμετωπίζει υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του χρέους που θα έθεταν σε κίνδυνο ακόμη και υγιείς οικονομίες.

Τώρα, η FATF έχει ουσιαστικά στείλει το μήνυμα παγκοσμίως ότι το Πακιστάν παραμένει ένας αναξιόπιστος εταίρος στην καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος.

Η χώρα έχει συμπεριληφθεί σε γκρίζα λίστα τρεις φορές από το 2008, χάνοντας κατά τις περιόδους αυτές περίπου 38 δισεκατομμύρια δολάρια σε οικονομικές ευκαιρίες. Βέβαια οι προηγούμενες γκρίζες καταχωρίσεις έγιναν όταν το Πακιστάν είχε μεγαλύτερη οικονομική άνεση.

Οι σημερινές συνθήκες είναι τελείως διαφορετικές. Το Πακιστάν βρίσκεται ήδη στο χείλος της χρεοκοπίας, γεγονός που καθιστά οποιουσδήποτε πρόσθετους οικονομικούς περιορισμούς καταστροφικούς. Η χώρα έχει χάσει την πιστοληπτική της ικανότητα καθώς δεν παρουσιάζει καμία αξιοπιστία.

Πλέον για τις συναλλαγές του Πακιστάν με ξένες τράπεζες απαιτείται ενισχυμένη επιμέλεια που καθιστά τις συναλλαγές αργές, ακριβές και συχνά αδύνατες. Επιπλέον, οι ξένοι επενδυτές φεύγουν και οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας πέφτουν κατακόρυφα.

Η πρόσβαση στις εξαγωγικές αγορές γίνεται δυσκολότερη. Για μια χώρα που ήδη αγωνίζεται να πληρώσει τους λογαριασμούς της, οι περιορισμοί αυτοί θα μπορούσαν να αποβούν μοιραίοι.

Ο λόγος του χρέους του Πακιστάν προς το ΑΕΠ έχει φθάσει το 107%, ποσοστό που θα ανησυχούσε τους οικονομολόγους ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες. Η ετήσια εξυπηρέτηση του χρέους καταναλώνει πάνω από 8 δισεκατομμύρια δολάρια, χρήματα που η κυβέρνηση χρειάζεται απεγνωσμένα για βασικές υπηρεσίες και ανάπτυξη. Τα πακέτα διάσωσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου συνοδεύονται από αυστηρούς όρους, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων συμμόρφωσης με τη FATF. Εάν το Πακιστάν επιστρέψει στον γκρίζο κατάλογο, η μελλοντική βοήθεια του ΔΝΤ καθίσταται στην καλύτερη περίπτωση αμφίβολη.

Η καταδίκη της επίθεσης στο Παχαλγκάμ του Κασμίρ στις 22 Απριλίου 2025 από τη FATF σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή. Σπάνια ο οργανισμός συνδέει συγκεκριμένα τρομοκρατικά περιστατικά με ευρύτερα προβλήματα χρηματοδότησης.

Η δήλωση της FATF σχετικά με την επίθεση στο Κασμίρ ότι τέτοια περιστατικά «δεν θα μπορούσαν να συμβούν χωρίς χρήματα και μέσα για τη διακίνηση κεφαλαίων μεταξύ των υποστηρικτών της τρομοκρατίας», αμφισβήτησε ευθέως την αφήγηση του Πακιστάν ότι είναι θύμα της τρομοκρατίας και όχι κρατικός χορηγός.

Αυτό που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για το Πακιστάν είναι η έμφαση που δίνει η FATF στην αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας  και όχι μόνο στη συμμόρφωση με το νόμο. Προηγουμένως, συχνά οι ισλαμικές χώρες μπορούσαν να αποφύγουν τον έλεγχο ψηφίζοντας νόμους και δημιουργώντας θεσμούς στα χαρτιά, ενώ επέτρεπαν στα τρομοκρατικά δίκτυα να λειτουργούν αναλλοίωτα. Η FATF απαιτεί τώρα αποδείξεις ότι τα αντιτρομοκρατικά μέτρα λειτουργούν πραγματικά, όχι μόνο ότι υπάρχουν σε νομικά κείμενα.

Ιδιαίτερα η αποστολή αγαθών διπλής χρήσης όπως χημικά, λογισμικά κρυπτογράφησης και drones ρυθμίζεται αυστηρά από διεθνείς συνθήκες για να αποτρέπεται η διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής. Παρόλο όμως που γίνονται σοβαροί έλεγχοι, οι παρακρατικές οργανώσεις του Πακιστάν προσπαθούν να ξεφύγουν ξεπερνώντας τα πλαίσια.

Όταν τα ινδικά τελωνεία σταμάτησαν την είσοδο στη χώρα σε προϊόντα κινεζικής προέλευσης που προορίζονταν για το Εθνικό Συγκρότημα Ανάπτυξης του Πακιστάν το 2020, αποκάλυψαν συστηματικές προσπάθειες απόκτησης τεχνολογίας πυραύλων μέσω πλαστών εγγράφων.

Η πρόσφατη έκθεση της FATF που υπογραμμίζει αυτό το περιστατικό δείχνει ότι ο οργανισμός συνδέει τα περιστατικά μεταξύ της χρηματοδότησης της και της διάδοσης των όπλων για παράνομες εγκληματικές ενέργειες.

Η προηγούμενη διαγραφή του Πακιστάν από τον γκρίζο κατάλογο της FATF τον Οκτώβριο του 2022 ,τελικά αποδεικνύεται πρόωρη .Η χώρα τότε είχε μεν ολοκληρώσει τις τεχνικές απαιτήσεις, αλλά απέτυχε να επιδείξει πραγματική δέσμευση για την εξάρθρωση των τρομοκρατικών δικτύων καθώς ακόμη οι βασικοί υποκινητές της τρομοκρατίας παραμένουν ελεύθεροι και τα κανάλια χρηματοδότησης παραμένουν ενεργά .

Οι τρομοκρατικές ομάδες που δρουν από το πακιστανικό έδαφος απειλούν τη σταθερότητα στη χώρα αλλά και σε ολόκληρη τη Νότια Ασία. Όταν τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα περιορίζουν τις συναλλαγές με το Πακιστάν, δεν τιμωρούν απλώς μια χώρα, αλλά προσπαθούν να πνίξουν τις πηγές χρηματοδότησης των τρομοκρατικών ομάδων.

Η οικονομική απομόνωση του Πακιστάν δημιουργεί επικίνδυνες εξαρτήσεις. Με τα δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να είναι πλέον όλο και πιο απρόθυμα να εμπλακούν, το Πακιστάν εξαρτάται όλο και περισσότερο από την κινεζική χρηματοδότηση μέσω έργων όπως ο Οικονομικός Διάδρομος Κίνας-Πακιστάν (CPEC).

Ενώ οι κινεζικές επενδύσεις παρέχουν βραχυπρόθεσμη ανακούφιση, συχνά συνοδεύονται από όρους που θέτουν σε κίνδυνο την κυριαρχία του Πακιστάν και επιβαρύνουν τις μελλοντικές γενιές με μη βιώσιμο χρέος .

Το ανθρώπινο κόστος της οικονομικής απομόνωσης χρήζει επίσης προσοχής. Οι Πακιστανοί ομογενείς αντιμετωπίζουν αυξημένο έλεγχο όταν στέλνουν εμβάσματα στην πατρίδα τους, μειώνοντας ενδεχομένως αυτές τις ζωτικής σημασίας ροές συναλλάγματος.

Οι νόμιμες επιχειρήσεις δυσκολεύονται με τις διεθνείς συναλλαγές. Οι φοιτητές δυσκολεύονται να πληρώσουν για την εκπαίδευση στο εξωτερικό. Ολόκληρη η πακιστανική διασπορά υποφέρει όταν η πατρίδα τους γίνεται οικονομικός παρίας.

Δυστυχώς το Πακιστάν αντιμετωπίζει όλο και πιο δύσκολες επιλογές και αποφάσεις. Η πραγματική συμμόρφωση με την ομάδα οικονομικής δράσης απαιτεί τη σύλληψη τρομοκρατών υψηλού προφίλ, την παύση των χρηματοδοτικών επιχειρήσεων και την εγκατάλειψη της πολιτικής της χρήσης των μαχητικών ομάδων ως εργαλείων εξωτερικής πολιτικής. Τέτοιες αλλαγές θα αποτελούσαν θεμελιώδη αλλαγή στο στρατηγικό modus operandi του Πακιστάν.

Η χώρα δεν μπορεί να αντέξει άλλη μια γκρίζα εισαγωγή ενώ διαχειρίζεται την τρέχουσα κρίση χρέους της. Οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές είναι ήδη επιφυλακτικές ως προς την πιστοληπτική ικανότητα του Πακιστάν.

Οι κυρώσεις της FATF θα προκαλούσαν πιθανότατα πλήρη απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών και πιθανή κρατική χρεοκοπία. Οι ηγέτες του Πακιστάν πρέπει να αναγνωρίσουν ότι το οικονομικό μέλλον της χώρας τους εξαρτάται εξ ολοκλήρου από το αν θα πείσουν τη διεθνή κοινότητα ότι πλέον είναι έτοιμοι  για γνήσιες μεταρρυθμίσεις. Ένα από τα πιο γνωστά ρητά για την τρομοκρατία στο Πακιστάν λέει «η τρομοκρατία δεν έχει θρησκεία ,αλλά έχει ρίζες και αυτές πρέπει να ξεριζωθούν. »