Σύμφωνα με ένα δημοφιλή αφορισμό, που αποδίδεται στον Ουμπέρτο Έκο, τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις. Η φράση αποτυπώνει τη θερινή ραστώνη και την ανθρώπινη  επιθυμία για ξεκούραση.

Ωστόσο για μία ακόμη φορά ελληνική κυβέρνηση επέτυχε να απασχολήσει αρνητικά την εσωτερική αλλά και την διεθνή κοινή γνώμη για ζήτημα εξ ορισμού ευαίσθητο και συνεπώς νομικά πολύπλοκο. Πρόκειται για την υπόθεση της παρακολούθησης του τηλεφώνου ευρωβουλευτή και αρχηγού πολιτικού κόμματος.

Ας μου επιτρέψει ο αναγνώστης να υπενθυμίσω ότι το άρθρο 9 του ισχύοντος Συντάγματος μας προστατεύει τον ιδιωτικό βίο, το άρθρο 9Α απαγορεύει τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση προσωπικών δεδομένων καθενός και ότι το άρθρο 19 κατοχυρώνει την ελευθερία της επικοινωνίας καθώς και το απόρρητο του περιεχομένου της.

Επίσης η διάταξη του άρθρου 19 παρ.1 εδ. δ’ ορίζει ότι η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο, για λόγους ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.

Συγχρόνως ο νόμος 2225/1994, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, προβλέπει άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση εγκλημάτων με διάταξη του Συμβουλίου Εφετών ή Πλημμελειοδικών στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η διακρίβωση του εγκλήματος με το οποίο σχετίζεται η άρση.

Η διάταξη με την οποία αίρεται το απόρρητο πρέπει να είναι αιτιολογημένη, δηλαδή να περιλαμβάνει συλλογισμούς δια των οποίων συντελείται η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε ισχύουσες διατάξεις και καθίσταται πρόδηλος ο αιτιώδης σύνδεσμος της συμπεριφοράς προς την περιγραφή των διατάξεων.

Επίσης το άρθρο 3 του Ν.2225/1994, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ρυθμίζει τη διαδικασία άρσης του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας. Η άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας αποφασίζεται με διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών του τόπου της Αρχής (δικαστικής, αστυνομικής, στρατιωτικής ή πολιτικής) που υποβάλλει το αίτημα εκτός αν στην αρχή αυτή έχει αποσπαστεί και  υπηρετεί με αποκλειστική απασχόληση εισαγγελικός λειτουργός.

Στην περίπτωση αυτή την άρση του απορρήτου αποφασίζει ο αποσπασμένος εισαγγελικός λειτουργός με διάταξή του εντός 24 ωρών, χωρίς αυτή να περιλαμβάνει αιτιολογία, όπως σαφώς συνάγεται από τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν.2225/1994 το οποίο ρυθμίζει τα σχετικά με την διαδικασία άρσης του απορρήτου.

Εν όψει των ανωτέρω καθίσταται σαφές, ότι αιτιολογία περιλαμβάνει μόνο η διάταξη του Δικαστικού Συμβουλίου διά της οποίας αποφασίζεται η άρση του απορρήτου για την διακρίβωση των εγκλημάτων, όχι όμως η διάταξη του του εισαγγελικού λειτουργού, ο οποίος αποσπάται και υπηρετεί με αποκλειστική απασχόληση σε Αρχή.

Εν προκειμένω το άρθρο αυτό ιδρύει σοβαρή απόκλιση από το άρθρο 139 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οι προβλέψεις του οποίου επιτάσσουν την αιτιολογία χωρίς εξαίρεση των βουλευμάτων και των διατάξεων του ανακριτή και του εισαγγελέα.

Ωστόσο είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι στην άρση απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας δεν ισχύει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας διότι η όλη διαδικασία χαρακτηρίζεται ως έρευνα της διοίκησης.

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 1 και 2 του Ν.3649/2008 όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών είναι αυτοτελής δημόσια πολιτική υπηρεσία, με πρωταρχική αποστολή την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές των πληροφοριών που αφορούν την προστασία των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδας, την πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων τρομοκρατικών οργανώσεων καθώς και των δραστηριοτήτων που συνιστούν απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής ασφάλειας του ελληνικού κράτους καθώς και του εθνικού πλούτου της χώρας.

Περαιτέρω αξίζει να σημειωθεί ιδιαιτέρως ότι στην Ε.Υ.Π. σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 3 του Ν. 3649/2008 αποσπάται και υπηρετεί εισαγγελικός λειτουργός ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Το χρονικό διάστημα της απόσπασης δεν μπορεί να υπερβεί την τριετία.

Ο εισαγγελικός λειτουργός σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη ελέγχει την νομιμότητα των ειδικών επιχειρησιακών δράσεων της Ε.Υ.Π. οι οποίες αφορούν θέματα δικαιωμάτων του ανθρώπου. Το προσωπικό της Ε.Υ.Π. προβαίνει σε άρση απορρήτου κάθε μορφής επικοινωνίας καθώς και καταγραφή δραστηριοτήτων προσώπων με ειδικά τεχνικά μέσα, μόνο αν υπάρξει διάταξη του εισαγγελικού λειτουργού.

Η σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Δ.Δ.Α.) δέχεται κατ’ αρχάς το νόμιμο των παρακολουθήσεων υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος της Ε.Σ.Δ.Α. διαθέτει την εξουσία να προστατεύει την ασφάλειά του τηρώντας όμως την αρχή της αναλογικότητας δηλαδή του περιορισμού των θεσμοθετημένων περιορισμών των δικαιωμάτων.

Έτσι η παρακολούθηση εν γένει είναι εντός των ορίων της νομιμότητας εάν είναι κατάλληλη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, δεν υπάρχει άλλο λιγότερο επαχθές μέτρο που να ικανοποιεί στον ίδιο βαθμό τον επιδιωκόμενο σκοπό και οι δυσμενείς συνέπειες να τελούν σε σχέση αναλογίας με τα προσδοκώμενα οφέλη.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

*Ο Άλκης Ν. Δερβιτσιώτης είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης