Το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής ερείδεται εις μία σταθερά η οποία κατατείνει εις την διαχρονική διασφάλιση των εθνικών μας συμφερόντων με γνώμονα αφενός την πολιτική διπλωματία και εξ ετέρου τις δομικές και ενεργές διεκδικήσεις της Πατρίδας μας, ως κράτους μέλους της Ε.Ε και ισοτίμως ενταγμένα εις τον αμυντική συμμαχία του Νάτο.

Είιναι λοιπόν πρόδηλον, ότι η στάση εν γένει της Ευρώπης καθίσταται παλύμβουλη και φαίνεται να κινείται εις εύθρυπτον άμμο με ψαθυρό υπόβαθρο καθότι ο γνώμων λήψεως αποφάσεως, δεν ερείδεται εις την  συνολική «συγγενή» λόγω Ενώσεως στρατηγικής, τούτο δε προκύπτει με σαφήνεια και ακρίβεια εκ της ευθείας συνεργασίας της ως προς τα εξοπλιστικά με την Τουρκία με μία χώρα η οποία αφενός πόρρω απέχει, αφίσταται εξ αντικειμένου εν άλλοις λόγοις παρασάγγας, από τις ιδρυτικές διακηρύξεις της αρχές, και εξ ετέρου εκδηλώνει ένα έντονο θρησκευτικό φονομενταλισμό με ακραίες εθνικιστικές τάσεις.

Ειδικότερον, ομιλεί απαξιωτικά και εμμένει εις την παράνομη κατοχή της Βορείας Κυπρου, μέλους της Ε.Ε, και εν ταυτώ απειλεί ευθέως την Ελλάδα, με casus belli, εάν ενασκήσει δεόντως, του συννόμου δικαιώματος, από το Διεθνές δίκαιο να χαράξει παραδεκτώς τα θαλάσσια σύνορα της, εις τα 12 ναυτικά μίλια.

Εκ παραλλήλου μία χώρα, η οποία ήδη αρνείται και παραχαράσσει την αντικειμενική αλήθεια αναφορικώς προς την γενοκτονία, ειρήσθω εν παρόδω των Ποντίων, το 1919, και εν γένει της θηριωδίας της Τουρκίας, επί της τριαντοκανταετούς στρατηγικής εξοντώσεως των Χριστιανών, (Ασσυρίων, Αρμενίων και Ποντίων),αρχής γενομένης από το 1894 έως το 1924, με την άνοδο των φανατισμένων Νεοτούρκων και προεξάρχοντα τον  Κεμάλ Ατατούρκ, το οποίο επιχειρήσε, δια των ως άνω θηριωδιών και σωρείας εγκλημάτων, να εκκαθαρίσουν τους Χριστιανούς ιδρύοντας αμιγώς ένα Ισλαμικό Κράτος.

Η οικοδόμηση της Ελληνοτουρκικής φιλίας, υπόκειται εις εύλογα όρια, εξισορροπώντας αφενός την καλή γειτονία εξ ετέρου όμως χωρίς να θίγεται η εύθραυστη ισορροπία των εθνικών μας συμφερόντων αλλά και χωρίς να αμαυρώνεται  η ιστορία του παρελθόντος.

Ο Ελληνισμός υπέφερε τα πάνδεινα, κατά την Οθωμανική Αυτοκρατορία, μέχρι την Περίοδο της Ελληνικής Αναγγενήσεως, με την συνδρομή της Εκκλησίας, ως προς την διάσωση της πολιτισμικής μας ταυτότητας, επαναστατώντας προεχόντως και κυρίως Υπέρ Πίστεως και μετά ταύτα υπέρ Πατρίδος, μετά πολλών αγώνων και θυσιών, όντες αταλάντευτα προσηλωμένα προς το πρόταγμα της Μεγάλης Ιδέας, δηλαδή το 1821 έως το 1922,

Η Εθνική παλιγγενεσία, η διασπορά του Οικουμενικού Ελληνισμού, ως πολιτισμός, ιστορία γλώσσα, ως πνεύμα, είχε μεταλαμπαδευθεί, συγκερνώντας και αλληλοπεριχωρώντας την ζώσα Ορθόδοξη παράδοση με τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό, πλην΄όμως ο Ελληνισμός μεγαλούργησε με την ίδρυση ενός εθνικά ανεξάρτητου και ελεύθερου κράτους, έξωθεν της Οθωμανικής δείνης και του Τουρκικού εξανδραποδισμού, παρά τις εσωτερικές αντικροουόμενες δυνάμεις, και τον εθνικό διχασμό, πλην όμως το όραμα την ανασυγκρότησης της εθνικής ταυτότητας και της σταθεράς εθνικής μας ιδιοπροσωπίας, ακρωτηριάστηκε άπαξ και δια παντός.

Μετά τον ξεριζωμό της Ελλήνων της Μικράς Ασίας, και την δημιουργία σωρίας προσφύγων, ως προς το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος, δημιούργησε μία νέα πραγματικότητα, πέραν όμως από την λοιπή δημιουργία νομικών ζητημάτων δια την στέγαση τους, επί της ουσίας, αποτελεί την μελανή σελίδα της σύγχρονης ιστορίας του Ελληνισμού και πρόκριμα, δια τα μελλούμενα, τόσον καθόσον αφορά την ιστορική πορεία και τη διαδρομή του Ελληνισμού όσο και την σχέση της Ελλάδας με τους συμμάχους.

Εν κατακλείδι, φρονώ, σήμερον, λαμβάνοντας υπόψιν και την απόφαση της Γερμανίας δια τους αλλοδαπούς και εν γένει την μη αλληλέγγυα στάση, προς ημάς την Ελλάδα, παρά την εκπεφρασμένη βούληση περί καθίδρυσης μίας κοινής πολιτικής, γεννά πολλά ερωτηματικά για το τι μέλλει γενέσθαι.

Συνελόντι ειπείν δια την εξαγωγή ενός κρίσιμου συμπεράσματος οφείλουμε εκών άκων να προβούμε εις μία περιδιολόγηση της ιστορίας σε κρίσιμες περιόδους, ούτως ώστε να αξιοποιήσουμε την προηγούμενη εμπειρία του έθνους μας για μια καλύτερη εξωτερική πολιτική.

Εν πάση περιπτώσει το μείζον έγκειται εις το να αφουγκραζόμεθα, το βήμα της Ιστορίας του Πνεύματος του Ελληνισμού, η εντοπιότητα δε και ο χρονος του οποίου συναπαντάται ανυπεθρέτως εις την ευλογημένη παράδοση η οποία έχει παρακατατίθεται από γενεά σε γενεά με ημάς ως θεματοφύλακες.