Είναι γνωστό πως η διατροφή, η άσκηση και ο ύπνος αποτελούν βασικά στοιχεία ενός υγιεινού τρόπου ζωής. Ωστόσο ο ρόλος που παίζει ο ύπνος στον έλεγχο του σακχάρου σε υγιείς γενικά ανθρώπους δεν έχει διερευνηθεί εκτενώς.

Οι διαταραχές ύπνου συχνά εμφανίζονται μαζί με άλλα προβλήματα υγείας, πράγμα που τους επιτρέπει να λειτουργούν ως μια μέτρηση της γενικής υγείας.

Επίσης, η ποιότητα του ύπνου έχει μια άμεση αιτιώδη επίδραση σε πολλές απειλητικές για τη ζωή ασθένειες, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, η παχυσαρκία και ο διαβήτης τύπου 2.

Και ο διαταραγμένος ύπνος που προκαλείται από παθήσεις όπως η αποφρακτική υπνική άπνοια σχετίζεται τόσο με την επικράτηση του διαβήτη τύπου 2 όσο και με τον κίνδυνο επιπλοκών από τη νόσο.

Αυτό και άλλα στοιχεία υποδεικνύουν μια ισχυρή σύνδεση ανάμεσα στην ποιότητα και τη διάρκεια του ύπνου και στην ικανότητα του σώματος να ρυθμίζει σωστά τα επίπεδα γλυκόζης.

Στην έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Diabetologia από τους Neli Tsereteli του Διαβητικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Lund (Σουηδία) και Paul Franks από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Harvard (ΗΠΑ), οι επιστήμονες εξέτασαν τη σχέση ανάμεσα στον ύπνο (διάρκεια, ποιότητα και μέσο σημείο μεταξύ ύπνου και αφύπνισης) και τη μεταγευματική γλυκαιμική απόκριση (αλλαγή στα επίπεδα γλυκόζης μετά την κατανάλωση ενός γεύματος) στα πρωινά γεύματα ποικίλης μακροθρεπτικής σύνθεσης.

​​​​​​​Στη μελέτη συμμετείχαν 953 υγιείς ενήλικες από Βρετανία και Αμερική και οι ερευνητές παρακολουθούσαν τον ύπνο τους αλλά και το σάκχαρο αίματος, λαμβάνοντας δείγμα κάθε 15 λεπτά σε όλη τη διάρκεια της μελέτης.

Διαπιστώθηκε, λοιπόν, ότι ενώ δεν υπήρχε στατιστικά σημαντικός συσχετισμός ανάμεσα στο μήκος της περιόδου ύπνου και της μεταγευματικής γλυκαιμικής απόκρισης, καταγράφηκε σημαντική αλληλεπίδραση όταν λαμβανόταν υπόψη το διατροφικό περιεχόμενο του πρωινού γεύματος.

Οι πιο μεγάλες περίοδοι ύπνου σχετίζονταν με χαμηλότερη γλυκόζη αίματος μετά από πρωινό γεύμα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και υδατάνθρακες, υποδεικνύοντας καλύτερο έλεγχο του σακχάρου.

​​​​​​​Επιπλέον, οι ερευνητές παρατήρησαν μια επίδραση στο ίδιο άτομο, καθώς ένας συμμετέχων που κοιμόταν περισσότερο από το κανονικό ήταν πιθανό να έχει μειωμένη μεταγευματική γλυκόζη μετά από πρωινό γεύμα υψηλών υδατανθράκων και λιπαρών την επόμενη ημέρα.

Οι συγγραφείς βρήκαν, επίσης, μια σημαντική σύνδεση ανάμεσα στην αποδοτικότητα του ύπνου (αναλογία χρόνου ύπνου με συνολικό μήκος περιόδου ύπνου) και τον γλυκαιμικό έλεγχο που ήταν ανεξάρτητος από τη θρεπτική δομή του πρωινού γεύματος της επόμενης ημέρας.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Οι συμμετέχοντες με υψηλότερη αποδοτικότητα ύπνου ήταν κατά μέσο όρο πιο πιθανό να έχουν χαμηλότερη μεταγευματική γλυκόζη απ’ όσους είχαν χαμηλότερη αποδοτικότητα. Τέλος, όταν ένας άνθρωπος κοιμόταν πιο αποδοτικά απ’ ό,τι συνήθως, η μεταγευματική γλυκόζη έτεινε, επίσης, να είναι χαμηλότερη από το κανονικό.