Δίνουν και παίρνουν τα δημοσιεύματα, με αποκορύφωμα αφιέρωμα του TIME, σχετικά με την Τουρκάλαπολιτικό Μεράλ Ακσινέρ, στο πρόσωπο της οποίας πολλοί είναι αυτοί που βλέπουν, τη μόνη πολιτική φιγούρα… ικανή να αντιμετωπίσει επιτυχώς το φαινόμενο «Ερντογάν».

«Καπνός χωρίς φωτιά» σπανίζει, ενώ παραπέμπει συνειρμικά στην περίοδο της Τανσού Τσιλέρ με την οποία είχαμε προβλήματα.

Η Μεράλ Ακσινέρ δεν τρέπεται σε φυγή! Η πρώην υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας, έχει αποκτήσει το προσωνύμιο, «η λύκαινα».

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι το 1997, όταν η στρατιωτική νομενκλατούρα της Τουρκίας, επιχείρησε να καθαιρέσει την κυβέρνηση, η ίδια δεν δίστασε να σταθεί απέναντί της.

Στις απειλές του Τούρκου στρατηγού, τότε, ότι «θα την σουβλίζουν μπροστά από το υπουργείο της», η Ακσινέρ, χωρίς ίχνος φόβου, απάντησε αργότερα, ότι «κάνω αυτό που πρέπει, χωρίς να με αγγίζει τίποτα».

Έχοντας ήδη μια «μάχη» με το στρατιωτικό κατεστημένο, οι υποστηρικτές της, τη βλέπουν ως ανάχωμα στην φθίνουσα πορεία της δημοκρατίας στην γείτονα χώρα.

Μια βετεράνος πολιτικός του εθνικιστικού χώρου, υπήρξε κάθετα αντίθετη στο διακύβευμα του δημοψηφίσματος εκ μέρους του Ερντογάν, στην μεγαλύτερη συγκέντρωση, δηλαδή, εξουσιών στο πρόσωπο του προέδρου.

Η Πύρρειος νίκη του Ερντογάν, πέρα της εμβάθυνσης της αμφισβήτησης απέναντί του, ανέδειξε την Ακσινέρ, σε νέο κεντρικό πολιτικό πρόσωπο.

Στις συγκεντρώσεις, υπέρ του «όχι» στο δημοψήφισμα, είναι χαρακτηριστικό το σύνθημα, «Μεράλ, πρωθυπουργέ μας»!

Είναι κοινό μυστικό, ότι το όνομά της Ακσινέρ, ψιθυρίζεται για την νέα πολιτική αντίπαλο του Ερντογάν, στις προεδρικές εκλογές του 2019.

Υπάρχουν υπόνοιες, ότι ήδη σχεδιάζει την ίδρυση του νέου κόμματος της. Τον περασμένο Μάιο, το πρόσωπό της «φωτίστηκε» όταν ρωτήθηκε για τη στρατηγική της εναντίον του Ερντογάν:

«Διέρρηξα την άμυνα ζώνης του», δήλωσε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας, «γιατί γνωρίζει ότι είμαι πραγματική μαχήτρια».

«Για να τον νικήσεις, πρέπει να παίξεις το παιχνίδι του»!

Ελάχιστοι είναι αυτοί που τολμούν να ορθώσουν ανάστημα απέναντι στο τουρκικό καθεστώς.

Μετά από 14 χρόνια πρωθυπουργίας και προεδρίας, ο Ερντογάν, έχει ελέγξει ή καταστείλει κάθε έννοια ή φωνή αντιπολίτευσης. Οι φυλακίσεις δικηγόρων αλλά και δημοσιογράφων, είναι ένα μόνο μέρος της καταστολής.

Η εξουσία αυτή, κερδήθηκε βασιζόμενη σε παρόμοιες μεθόδους λαϊκισμού και συντηρητικού Λόγου, όπως σε εκλογικές διαδικασίες στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, το 2016. Η καταστολή γενικεύτηκε την επομένη του αποτυχημένου και αιματηρού πραξικοπήματος, ένα χρόνο πριν, στις 15 Ιουλίου του 2016.

Πέρα των 50.000 πολιτών που συνελήφθησαν, μεταξύ αυτών πολλών δημοσιογράφων, φοιτητών/ μαθητών αλλά δημοσίων λειτουργών, άλλοι 10 ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ αυτών και ο επικεφαλής της Διεθνούς Αμνηστίας, δικάζονται με κατηγορίες περί «τρομοκρατίας».

Ο επικεφαλής της τουρκικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ηγήθηκε μιας πορείας 280 μιλίων, από την Άγκυρα στην Κωνσταντινούπολη, ως διαμαρτυρία ενάντια στις μαζικές συλλήψεις πολιτών. Αυτή ήταν και η κυριότερη δράση της αντιπολίτευσης, τα τελευταία χρόνια.

Ωστόσο, ο γκριζομάλλης αρχηγός της αντιπολίτευσης, δεν εμπνέει τον τουρκικό λαό, ότι μπορεί να ηγηθεί μιας γενικότερη αλλαγής.

«Είναι καλός άνθρωπος, αλλά δεν ξέρει πώς για να αντιμετωπιστεί, ο Ερντογάν, πρέπει να παίξει το παιχνίδι του», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γκιονούλ Τολ, διευθυντής στο Κέντρο Τουρκικών Σπουδών, στο Ινστιτούτο Μέσης Ανατολής, στην Ουάσιγκτον.

«Η Μέραλ Ακσινέρ, από την άλλη, και ο τρόπος που εκφράζει την πολιτική της αντίθεση στον Ερντογάν, θεωρώ ότι κάνει εξαιρετική δουλειά, στο να επικοινωνεί αυτά τα μηνύματα», προσθέτει ο Τολ.

Η Ακσινέρ φαντάζει ως ιδιαίτερη περίπτωση αντιπάλου του Ερντογάν και αυτό γιατί το ακροατήριο της αποτελείται από επιχειρηματίες, ισλαμιστές αλλά και εθνικιστές ψηφοφόρους.

Είναι αμετανόητη ως προς τα συντηρητικά της πιστεύω, τόσο που να την παρομοιάζουν ως την ακροδεξιά Λεπέν.

Είναι ιδιαίτερα σκληρή ως προς τους Κούρδους αυτονομιστές, αλλά και ως προς το μεταναστευτικό, έχει διατυπώσει την άποψη ότι ναι μεν θα «φιλοξενούσε» τους Σύρους πρόσφυγες στη χώρα της, αλλά «με τους δικούς της όρους».

Ωστόσο, εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι απευθύνεται σε ένα ευρύ πολιτικό φάσμα, περιλαμβανομένων και των Κούρδων πολιτών.

Παράλληλα, αποστρέφεται κάθε σύγκρισή της με πολιτικούς της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς και του ρατσιστικού λόγου.

«Δεν ασκούμε πολιτική βασισμένη στη φυλή ή την εθνότητα», αναφέρει σε έντονο τόνο. «Θεωρούμε ότι το έθνος μας, μοιράζεται κοινές μνήμες, κοινούς δεσμούς και κοινές χαρές», προσθέτει χαρακτηριστικά. Ασκώντας έντονη αντιπολίτευση το διακύβευμα του δημοψηφίσματος του Ερντογάν, σημείωσε δραστική αύξηση της δημοφιλίας της, στο τουρκικό εκλογικό σώμα.

Πρώην οπαδοί του Ερντογάν, αλλά και αριστεροί, είναι τα τελευταία στοιχεία του εκλογικού σώματος, που την παρακολουθεί, πλέον με ελπίδα. Αντίθετα, με τον Κιλιτσντάρογλου, η Ακσινέρ θεωρείται ότι μπορεί να ηγηθεί μιας πολιτικής αλλαγής.

«Είναι ο κυριότερος πολιτικός αντίπαλος του Πρόεδρου Ερντογάν», αναφέρει ο Αϊκάν Ερντεμίρ, φιλελεύθερος Τούρκος πολιτικός που θήτευσε μαζί της στο κοινοβούλιο.

«Η Ακσινέρ, μπορεί να γίνει η ελκυστική υποψήφια της τουρκικής κέντρο-δεξιάς», προσθέτει.

«Πιστεύω στον κανόνα του δικαίου»

Γεννημένη το 1956, στο Ισμίτ (Νικομήδεια), με προσφυγικές ρίζες από τη Ελλάδα, ανέπτυξε το ενδιαφέρον της για τη πολιτική, όταν στην πόλη της, εκλέχτηκε η πρώτη γυναίκα δήμαρχος στην ιστορία της Τουρκίας, της Λαϊλά Ατακάν.

Παρότι έλαβε το διδακτορικό της τίτλο στη Ιστορία, άφησε την έδρα της καθηγήτριας πανεπιστημίου το 1994, έχοντας εκλεγεί ως βουλευτής με το κοσμικό-συντηρητικό Κόμμα του Ορθού Δρόμου. Έχοντας λίγα χρόνια κοινοβουλευτικής θητείας, έγινε το επίκεντρο του τουρκικού πολιτικού δράματος.

Κατέχοντας τη θέση της υπουργού Εσωτερικών στην κυβέρνηση συνεργασίας του ισλαμιστή πρωθυπουργού Ερμπακάν, ήταν μία εκ των πρωταγωνιστών της έκρυθμης εκείνης περιόδου, με το Κουρδικό να αναζωπυρώνεται.

Ειδικότερα, το χειμώνα προς άνοιξη του 1997, ο στρατός επέδωσε τελεσίγραφο στην κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας την πολιτική ένταση εκείνων των μηνών.

Η ενέργεια αυτή χαρακτηρίστηκε ως «μεταμοντέρνο πραξικόπημα». Ήταν τότε ακριβώς, που μια νέα πολιτικός ύψωσε το ανάστημα της ενάντια στους στρατιωτικούς. Δήλωσε έτσι, την αντίθεση της στην εμπλοκή του Στρατού, στα πολιτικό γίγνεσθαι την Τουρκίας. Ωστόσο, ποτέ δεν καλλιέργησε κλίμα εκδίκησης έναντι των στρατιωτικών τότε, κάτι που υπογραμμίζει άλλη μια σημαντική διαφορά της με τον Ερντογάν. Ο τελευταίος, έχει επιδείξει μια απερίγραπτη πολιτική αντιποίνων κατά των κατηγορούμενων στρατιωτικών.

Τότε αλλά και τώρα, η Ακσινέρ συνεχίζει να αυτοχαρακτηρίζεται ως σκληρή συντηρητική πολιτικός με μόνο ένα πρόταγμα: την ισχύ του νόμου.

Αυτό το χαρακτηριστικό της, έρχεται σε άμεση αντίθεση με τον ακραίο λαϊκισμό του Ερντογκάν.

«Θεωρεί (ο Ερντογάν), ότι ο κόσμος είναι μαύρο-άσπρο. Δεν πιστεύω στο δίπολο καλό-κακό. Πιστεύω στο νόμο των νόμων», αναφέρει χαρακτηριστικά η Ακσινέρ.

Παράλληλα, είναι πολύ επικριτική στο πως βλέπει το ρόλο της γυναίκας, ο Ερντογάν: «Μας θέλει να μείνουμε στο σπίτι», αναφέρει.

Το πολιτικό παρελθόν της Ακσινέρ έχει να επιδείξει τις στενές επαφές που είχε με ακραία στοιχεία της τουρκικής πολιτικής. Αφότου εκδιώχθηκε από το γραφείο της, με την χούντα του 1997, η Ακσινέρ επανήλθε στο πολιτικό στίβο 10 χρόνια αργότερα, ως μέλος του δεξιού Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης, ενός κόμματος που έχει τις ρίζες του στο βίαιο ακροδεξιό παρελθόν της Τουρκίας.

Η νεολαία του κόμματος, οι Γκρίζοι Λύκοι έχουν κατηγορηθεί για σειρά δολοφονιών κατά τις δεκαετίες του ’70 και ’80, σε μια περίοδο έντονης πολιτικής βίας.

Ακόμα και σήμερα, τα μέλη του Εθνικιστικού Κόμματος Δράσης, σχηματίζουν το σύμβολο των Γκρίζων Λύκων με τα δάχτυλά τους, σε δημόσιες εκδηλώσεις.

Η ίδια η Ακσινέρ, μοιράζεται το ίδιο σύμβολο με τους ομοϊδεάτες της, αναφέροντας ότι η πολιτική της επαφίεται στον εθνικισμό.

Στο παρελθόν ήταν κάθετα αντίθετη σε οποιαδήποτε προσπάθεια ειρήνευσης με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα.

Αναφέρει χαρακτηριστικά, ότι κάθε μειονότητα της Τουρκίας καλύπτεται απολύτως από το υφιστάμενο Σύνταγμα της χώρας και έτσι δεν πρέπει να γίνει καμιά νέα παραχώρηση.

«Προσπάθησαν να με κάνουν να σιωπήσω, αλλά δεν τα κατάφεραν»

Πλέον η Ακσινέρ έχει στόχο την προεδρία της χώρας.Οι πολιτικοί της αντίπαλοι την χαρακτηρίζουν ως «Χίλαρι Κλίντον της Τουρκίας», ως μη επαρκής δηλαδή για την προεδρία της χώρας, παρότι είναι καλή πολιτικός.

Στη περίοδο που διανύουμε, ο Ερντογάν έχει κηρύξει «ανένδοτο» στους πολιτικούς του αντιπάλους, με κυριότερο γεγονός την σύλληψη του επικεφαλής του φίλο-Κουρδικού κόμματος, Ντεμιρτάς.

Από τις διώξεις και την γενικότερη καταστολή δεν γλύτωσε ούτε η Ακσινέρ. Φιλοκυβερνητικά κανάλια και ΜΜΕ, αναφέρονται με δυσμενή σχόλια στην προσωπική της ζωή.

Επίσης, δέχεται ανώνυμες απειλές κατά της ζωής της. Όμως δηλώνει χαρακτηριστικά:

«Από τον Απρίλη του 2016, προσπαθούν να με κάνουν να τα παρατήσω, αλλά δεν το έχουν καταφέρει».

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Ένα πράγμα δεν θα κάνει ποτέ, αναφέρει: Να το βάλει στα πόδια. Δεν έχει διαβατήριο και δηλώνει ότι εάν οι αρχές παρουσιαστούν στην πόρτα της, αυτή θα ανταποκριθεί ως εξής: «Παρακαλώ περάστε, είμαι στη διάθεσή σας».