ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Χριστοπωλητή, όταν σε πλήρωνε το pronews.gr, ήταν καλά;

Το άγνωστο μυστικό όπλο της Γερμανίας στον Β’ΠΠ: Τα υπερπυροβόλα του Χίτλερ

Ανάμεσα στα πολλά παράξενα όπλα που σχεδίασαν οι επιστήμονες του Γ΄ Ράιχ ήταν και τα υπερπυροβόλα, τα οποία, σύμφωνα με τους σχεδιαστές τους, θα μπορούσαν από την ηπειρωτική Ευρώπη να πλήξουν ακόμα και το Λονδίνο

Το άγνωστο μυστικό όπλο της Γερμανίας στον Β’ΠΠ: Τα υπερπυροβόλα του Χίτλερ

Τα όπλα αυτά τελικά κατασκευάστηκαν, ύστερα από μια μακρά περίοδο μελετών, αλλά, όπως και τόσα άλλα γερμανικά όπλα της τελευταίας στιγμής, δεν πρόλαβαν να χρησιμοποιηθούν επιχειρησιακά.

Το 1885, δύο Αμερικανοί, οι Λίμαν και Άσκελ, εμφανίστηκαν στον επικεφαλής του Γραφείου Εξοπλισμού του αμερικανικού Στρατού, για να του υποβάλουν μια πρόταση για την κατασκευή ενός νέου ισχυρού πυροβόλου.

Εκείνη την εποχή, το μόνο προωθητικό σε χρήση από το πυροβολικό ήταν η πυρίτιδα, η καύση της οποίας δεν ήταν δυνατό να ελεγχθεί.

Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχουν περιορισμοί τους οποίους δεν μπορούσαν να παρακάμψουν οι κατασκευαστές πυροβόλων. Αν η κάννη κατασκευάζονταν με μικρό μήκος, ένα μέρος του προωθητικού γεμίσματος θα πεταγόταν έξω από αυτή, χωρίς να έχει καεί εντελώς – θα χανόταν έτσι προωθητικό και κατ’ επέκταση ισχύς.

Αν η κάννη κατασκευαζόταν με μεγάλο μήκος, η τριβή θα μείωνε την αρχική ταχύτατα εξόδου του βλήματος. Αν έμπαινε ισχυρότερη γόμωση, υπήρχε ο κίνδυνος ανατίναξης του πυροβόλου.

Η εναλλακτική πρόταση των Λίμαν και Άσκελ στηριζόταν στην κατασκευή ενός εμπροσθογεμούς πυροβόλου, επί της κάννης του οποίου θα υπήρχαν, κατά διαστήματα, βοηθητικά διαμερίσματα καύσης, με καλύμματα, υπό γωνία. Το βλήμα τοποθετούνταν στην κάννη, μαζί με προωθητικό.

Κατόπιν, τοποθετούνταν επιπλέον προωθητικό σε καθένα από τα βοηθητικά διαμερίσματα. Με την πυροδότηση του πυροβόλου, το βλήμα άρχιζε να κινείται προς την έξοδο της κάννης. Κινούμενο, όμως, τα καυτά αέρια που άφηνε πίσω του, ενεργοποιούσαν τα βοηθητικά γεμίσματα. Αυτά αναφλέγονταν με τη σειρά τους και προσέδιδαν μεγαλύτερη ώθηση στο βλήμα και μεγαλύτερη επιτάχυνση.

Αυτή η διαδικασία επαναλαμβανόταν καθώς το βλήμα περνούσε δίπλα από κάθε βοηθητικό θάλαμο, έτσι ώστε το ένα βλήμα να καταλήγει να εξέρχεται της κάννης με ισχύ πενταπλάσια ή και εξαπλάσια της κανονικής.

Από τη στιγμή που τα βοηθητικά διαμερίσματα βρίσκονταν σε κανονικά διαστήματα μεταξύ τους, η ισχύς του προωθητικού μπορούσε να υπολογιστεί, έτσι ώστε όταν το ένα απέδιδε τη μέγιστη ισχύ του, να «αναλαμβάνει» δράση το επόμενο.

Εξαιτίας μάλιστα του κενού διαστήματος, που άφηνε πίσω του το βλήμα καθώς κινούνταν προς την έξοδο της κάννης, δεν υπήρχε κίνδυνος η πίεση στο εσωτερικό της κάννης να ανέλθει σε τόσο υψηλά επίπεδα ώστε να προκαλέσει έκρηξη του πυροβόλου.

Με τον τρόπο αυτό, το βλήμα θα εξερχόταν της κάννης με φοβερά υψηλή αρχική ταχύτητα εξόδου, η οποία αλλιώς δεν θα είχε επιτευχθεί, και θα επιτύγχανε κατά συνέπεια ασύλληπτο βεληνεκές.

Ο αμερικανικός Στρατός έδωσε την έγκρισή του στους Λίμαν και Άσκελ, οι οποίοι κατασκεύασαν ένα πυροβόλο. Είχε διαμέτρημα 6 in. Μεταξύ 1885-86 το πυροβόλο δοκιμάστηκε εντατικά. Τα αποτελέσματα των δοκιμών ήταν όμως απογοητευτικά.

Η επιτευχθείσα αρχική ταχύτητα εξόδου του βλήματος ήταν μικρότερη αυτής ενός κοινού πυροβόλου των 6 in. Κάπου υπήρχε προφανώς λάθος στη θεωρία των Λίμαν και Άσκελ. Προσεκτικές μελέτες αποκάλυψαν το πρόβλημα. Η έμφραξη του βλήματος εντός των ραβδώσεων της κάννης ήταν προβληματική.

Έτσι, οι φλόγες της πρώτης έκρηξης «ξεπερνούσαν» σε ταχύτητα το βλήμα και προκαλούσαν την ανάφλεξη του προωθητικού στα πρώτα βοηθητικά διαμερίσματα προτού το βλήμα φτάσει στο ύψος αυτών. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνταν πίεση μπροστά από το βλήμα, η οποία ακύρωνε μέρος της κινητικής ενέργειας που είχε αποκτήσει το βλήμα με την καύση τού κυρίως προωθητικού γεμίσματος.

Η αλληλεπίδραση των αντίρροπων αυτών δυνάμεων μείωνε δραματικά την αρχική ταχύτητα εξόδου του βλήματος, καθώς το ίδιο ακριβώς συνέβαινε μπροστά από κάθε βοηθητικό διαμέρισμα. Η αποτυχία αυτή είχε ως αποτέλεσμα την ακύρωση του προγράμματος. Το πυροβόλο των Λίμαν και Άσκελ καταχωρήθηκε απλώς στα βιβλία της Ιστορίας.

Περίπου 30 χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, κάποιος, το όνομα του οποίου δεν διασώζεται, πρότεινε την κατασκευή του πυροβόλου πολλαπλών θαλάμων στη βρετανική Υπηρεσία Επιμελητείας.

Η συγκεκριμένη υπηρεσία όμως τηρούσε αρχεία και είχε υπόψη της τις αναφορές του αμερικανικού Γραφείου Εξοπλισμών. Οι αποτυχημένες προσπάθειες του 1885 ανασύρθηκαν στην επιφάνεια, και ως εκ τούτου η πρόταση απορρίφθηκε ευγενικά.

Τα γερμανικά σχέδια

Λιγότερα από 30 χρόνια κύλησαν πριν την επανεμφάνιση της παλαιάς πρότασης, στις αρχές του 1943, από έναν Γερμανό μηχανικό, τον Κέντερς, ο οποίος εργαζόταν για την εταιρεία Rochling Eisen und Stahlwerke της Λειψίας – που πρότεινε την ιδέα στον υπουργό Εξοπλισμών του Χίτλερ, τον Άλμπερτ Σπέερ.

Μέσω των επαφών του με τον Σπέερ, το σχέδιο του Κέντερς έφτασε και στα αυτιά του Χίτλερ. Ο τελευταίος δεν άργησε να πειστεί από τον Κέντερς ότι το προταθέν πυροβόλο ήταν ένα όπλο που θα μπορούσε να του χαρίσει τη νίκη. Ο Κέντερς υποσχόταν να κατασκευάσει ένα πυροβόλο, το βλήμα του οποίου θα διέσχιζε τη Μάγχη με ευκολία.

Πρέπει να λεχθεί ότι τόσο ο Κέντερς όσο και η εταιρεία Rochling Eisen und Stahlwerke δεν ήταν άγνωστοι στον Χίτλερ, αφού είχαν ήδη παράγει ένα ειδικό βλήμα, διατρητικό σκυροδέματος, η απόδοση του οποίου είχε βαθιά εντυπωσιάσει τον Χίτλερ, κι έτσι έδωσε την έγκρισή του.

Ο Κέντερς προχώρησε ταχύτατα και κατασκεύασε ένα λειτουργικό, υπό κλίμακα, υπόδειγμα του πυροβόλου του, που έβαλλε βλήματα των 20 χιλ.

Το πυροβόλο αυτό λειτούργησε ικανοποιητικά και, καθώς οι ενδείξεις για το μέλλον του προγράμματος ήταν θετικές, ο Χίτλερ προχώρησε σε μια από τις τυπικές του πομπώδεις διακηρύξεις. Επέμεινε αντί ενός ή δύο υπερπυροβόλων, να κατασκευαστούν 50, τα οποία θα τοποθετούνταν σε ειδικά διαμορφωμένη θέση, πίσω από το Καλέ, σκοπεύοντας το Λονδίνο.

Τα πυροβόλα θα τοποθετούνταν σε ένα λόφο, ενώ υπόγειες εγκαταστάσεις θα δημιουργούνταν για την αποθήκευση πυρομαχικών, και γενικά για την υποστήριξη των πυροβόλων, έτσι ώστε να είναι δυνατό να διατηρηθεί ένας συνεχής καταιγισμός πυρών κατά της βρετανικής πρωτεύουσας, μέρα και νύχτα.

Οι μήκους 150 μέτρων κάννες θα είχαν διαμέτρημα 150 χιλ. και θα έφεραν έναν μη προκαθορισμένο αριθμό βοηθητικών διαμερισμάτων – όσους αποδεικνύονταν απαραίτητοι για την επίτευξη του επιθυμητού βεληνεκούς. Πράγματι, ο απαιτούμενος αριθμός βοηθητικών διαμερισμάτων ανήλθε στα 28 ανά κάννη, σε μια φάση της σχεδίασης.

Η γέμιση ενός τέτοιου πυροβόλου απαιτούσε πολύ χρόνο.

Μα ακόμα και αν υποθέσουμε ρυθμό βολής της τάξης του ενός βλήματος ανά 15 λεπτά ανά πυροβόλο, ο οποίος ήταν δυνατό να επιτευχθεί, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η «πυροβολαρχία» των 50 πυροβόλων θα ήταν σε θέση να εξαπολύει 200 βλήματα την ώρα κατά του Λονδίνου.

Λαμβάνοντας υπόψη και τη φυσιολογική διασπορά των βλημάτων στην περιοχή γύρω από το στόχο, εύκολα αντιλαμβανόμαστε την καταστροφή που θα προκαλούσε ένας τέτοιος, συνεχής επί πολλές ημέρες, βομβαρδισμός στο κεντρικό Λονδίνο.

Τα βαρέα όπλα

Στα τέλη του καλοκαιριού του 1943, οι εργασίες κατασκευής των θέσεων τάξης των υπερπυροβόλων είχαν αρχίσει να εκτελούνται στην περιοχή του Μαρκίς-Μιμογιέσκ, μεταξύ του Καλέ και της Βουλόνης, σε απόσταση 95 μιλίων από το Λονδίνο.

Στην περιοχή επιλέχθηκαν δύο κατάλληλα σημεία, στα οποία άρχισαν οι εργασίες εκσκαφής. Το σχέδιο προέβλεπε την κατασκευή δύο οχυρωμένων με έργα από σκυρόδεμα θέσεων, στην καθεμία από τις οποίες θα τάσσονταν 25 πυροβόλα.

Οι κάννες τους θα προστατεύονταν από τεράστιες ατσάλινες πλάκες, εν είδει θώρακα, από τις οποίες θα εξείχαν μόνο οι άκρες από τις κάννες των πυροβόλων. Μια στρατιά από εργάτες, τεχνικούς και σκαπανείς, εργάζονταν για την κατασκευή του δικτύου υποστήριξης. Στο μεταξύ, ο Κέντερς εργαζόταν πάνω σε ένα φυσικού μεγέθους υπόδειγμα του πυροβόλου του, διαμετρήματος 150 χιλ., και στη σχεδίαση ενός μακρού, σε σχήμα ακοντίου, βλήματος βάρους 300 λιβρών.

Το βλήμα έφερε στην άκρη του εύκαμπτα πτερύγια. Αυτά παρέμεναν διπλωμένα όσο το βλήμα ήταν στην κάννη, και άνοιγαν μόλις την εγκατέλειπε.

Η ανάπτυξη του κανονικού, πλήρους μεγέθους πυροβόλου έγινε στο πεδίο δοκιμών Χιλερσλέμπεν, ένα πεδίο μήκους 19 μιλίων και πλάτους 8, που βρισκόταν 15 μίλια βορειοδυτικά του Μαγδεμβούργου και 80 μίλια δυτικά του Βερολίνου.

Το πυροβόλο συναρμολογήθηκε και δοκιμάστηκε σε μια απομονωμένη περιοχή, ακτίνας 15 μιλίων, στην οποία απαγορευόταν η είσοδος σε όλους, εκτός αυτών που είχαν άμεση σχέση με το πρόγραμμα της ανάπτυξης της «αντλίας υψηλής πίεσης», όπως ήταν η κωδική ονομασία του πυροβόλου.

Το πυροβόλο τοποθετήθηκε σε μια εξέδρα από σκυρόδεμα με ανοδική κλίση 6ο – αρκετή για να επιτευχθεί βεληνεκές της τάξης των 8 χλμ. με τη χρήση ειδικού πυρομαχικού.

Δεν εξελίχθηκαν όμως όλα και τόσο ευνοϊκά. Τα πλευρικά βοηθητικά διαμερίσματα θα πυροδοτούνταν διαδοχικά με ηλεκτρικά μέσα. Η διαδικασία όμως αυτή προκαλούσε προβλήματα, αφού το βλήμα έχανε την ευστάθειά του σε υψηλές αρχικές ταχύτητες εξόδου, οι οποίες όμως δεν ήταν τελικά αρκετά υψηλές για να προσδώσουν στο βλήμα την προβλεπόμενη τροχιά.

Σειρά υπολογισμών είχε αποδείξει ότι απαιτούνταν αρχική ταχύτητα εξόδου της τάξης των 5.000 ποδών/δευτερόλεπτο για να φτάσει ένα βαλλόμενο από το Μιμογιέσκ βλήμα στο Λονδίνο.

Έως τότε όμως η υψηλότερη αρχική ταχύτητα εξόδου που είχε επιτευχθεί ήταν της τάξης των 3.300 ποδών/δευτερόλεπτο, η οποία όμως ήταν αρκετή για να προκαλέσει αστάθεια πτήσης στο βλήμα. Επίσης, παρουσιάστηκαν προβλήματα και στο βλήμα καθαυτό, τα πτερύγια του οποίου, σε πολλές περιπτώσεις, δεν άνοιγαν κανονικά ή δεν άνοιγαν καθόλου.

Ένα ακόμα πρόβλημα ήταν οι περιοδικές ανατινάξεις της ίδιας της κάννης, που κατέστρεφαν κάθε φορά ένα μέρος της, το οποίο έπρεπε να αντικατασταθεί.

Ακόμα κι έτσι, η κατασκευή ενός κανονικού πυροβόλου ήταν σε εξέλιξη στην περιοχή του Μισντρόι, στις ακτές της Βαλτικής, κοντά στο Πεενεμούντε.

Μια ειδική μοίρα πυροβολικού είχε συγκροτηθεί για την υπηρέτησή του, οι άνδρες της οποίας είχαν, από τα τέλη του 1943, αρχίσει να εκπαιδεύονται στη χρήση του. Οι εργασίες επίσης προχωρούσαν στο Πα ντι Καλέ. Έτσι, ο Κέντερς όφειλε να παραδώσει ένα πυροβόλο ικανό να τεθεί σε υπηρεσία.

Η κατάσταση όμως αποτελματώθηκε το Μάρτιο του 1944, όταν ο στρατηγός φον Λέεμπ, του Γραφείου Οπλισμού του Στρατού, αποφάσισε να επιθεωρήσει το μυστηριώδες πυροβόλο στο Μισντρόι και να το παρακολουθήσει εν λειτουργία. Η βολή επίδειξης όμως κατέληξε σε πλήρη αποτυχία, με τα βλήματα να κινούνται με τυχαία κατεύθυνση, στον αέρα. Ήταν προφανές ότι το πυροβόλο του Κέντερς απείχε πολύ από το χαρακτηριστεί ως επιχειρησιακό όπλο.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή περίπου 20.000 βλήματα είχαν παραχθεί ή βρίσκονταν υπό παραγωγή. Ο στρατηγός φον Λέεμπ σύστησε αμέσως μια επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν διάφοροι ειδικοί του Γραφείου Οπλισμού του Στρατού.

Ήδη πολύς χρόνος και πολύ χρήμα είχαν ξοδευτεί για να εγκαταλειφθεί έτσι απλά το σχέδιο. Εξάλλου, ο στρατηγός δεν είχε την αρμοδιότητα να ακυρώσει το πρόγραμμα. Έπρεπε να απευθυνθεί στον Χίτλερ, προοπτική που δεν τον ενθουσίαζε καθόλου.

Δεν υπήρχε πλέον και χρόνος για να ληφθεί υπόψη η επιμονή του Κέντερς για αυτονομία στη σχεδίαση και στην παραγωγή του όπλου. Σύμφωνα με τον στρατηγό Σνάιντερ, του Γραφείου Όπλων του Στρατού, αν η υπηρεσία του είχε κληθεί από την αρχή να γνωμοδοτήσει, αναμφίβολα το σχέδιο θα είχε απορριφθεί.

Αν όμως είχε διαταχθεί να αναλάβει αυτή την εξέλιξη του προγράμματος, ήταν πολύ πιθανό να είχαν θετικά αποτελέσματα. Τώρα πια όμως ήταν αργά και θα ήταν τυχεροί αν κατόρθωναν να περισώσουν κάτι από το ναυάγιο.

Τρία ήταν τα βασικά προβλήματα:

Πρώτον, το σχήμα των βλημάτων, δεύτερον, το παλαιό πρόβλημα της πρόωρης ανάφλεξης του προωθητικού στα βοηθητικά διαμερίσματα, από την προηγούμενη του βλήματος φλόγα, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία εξαιρετικά υψηλών, τοπικά, πιέσεων και, τρίτον, το πρόβλημα της ανάφλεξης των προωθητικών των πλευρικών βοηθητικών διαμερισμάτων την ακριβώς κατάλληλη στιγμή.

Το πρόβλημα με το βλήμα διευθετήθηκε απλά, με την ανάθεση κατασκευής του σε έξι διαφορετικούς σχεδιαστές και εταιρείες. Η Skoda, η Krupp, η Wittkowitz Eisen und Stahlwerke, η Rochling, η Fasterstoff και η Bochumer Verein παρήγαγαν όλες λειτουργικά σχέδια και κατασκεύασαν πρωτότυπα.

Το πρόβλημα της πρόωρης ανάφλεξης λίγο πολύ επιλύθηκε με τη χρήση ενός μεγάλου κυλινδρικού εμβόλου, το οποίο τοποθετούνταν πίσω από το βλήμα και λειτουργούσε ως προωθητής και εμφραγέας των αερίων της έκρηξης. Στο τέλος της πορείας του βλήματος, πεταγόταν μαζί του εκτός κάννης.

To πρόβλημα της πυροδότησης των βοηθητικών προωθητικών την ακριβώς κατάλληλη στιγμή, ήταν πιο δύσκολο να επιλυθεί. Ακόμα και η ηλεκτρική ανάφλεξη ενός προωθητικού δεν γίνεται αστραπιαία. Μεσολαβεί χρόνος περίπου 0,015 του δευτερολέπτου.

Αυτό, όμως, για ένα βλήμα που κινείται με ταχύτητα, για παράδειγμα, 2.000 μέτρων/δευτερόλεπτο, σημαίνει ότι το βλήμα θα έχει μετακινηθεί 30 μέτρα μέσα στην κάννη, όταν θα πυροδοτείται από το βοηθητικό προωθητικό. Η ακριβής πυροδότηση ήταν λοιπόν αδύνατη και η μόνη λύση ήταν να επανέλθουν στην πεπατημένη του 1885, να επιτρέψουν δηλαδή στην ακολουθούσα το βλήμα -κατά την έξοδό του- φλόγα να αναφλέξει τα βοηθητικά προωθητικά.

Ακόμα όμως και αν όλα αυτά τα προβλήματα ξεπερνιούνταν, υπήρχαν και άλλες αδυναμίες στο σχέδιο που έπρεπε να τους απασχολήσουν. Στο σημείο συνδέσμου της κάννης με τα πλευρικά διαμερίσματα, η πίεση ήταν δυνατόν να φτάσει σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε, με δεδομένη την κοντινή απόσταση μεταξύ των βοηθητικών διαμερισμάτων (3,20 μέτρα), να προκαλέσει την ανάφλεξη του προωθητικού ενός διαμερίσματος πριν από την ανάφλεξη του προηγούμενού του.

Αποτέλεσμα αυτού θα ήταν η συγκέντρωση ισχυρών δυνάμεων που θα προκαλούσαν, σποραδικά, υψηλές πιέσεις στην κάννη.

Πειράματα εξάλλου απέδειξαν ότι η ύπαρξη περισσοτέρων από 20 πλευρικών βοηθητικών διαμερισμάτων δεν ήταν πρακτική. Ύστερα από την ανάφλεξη των πρώτων έξι διαμερισμάτων, το βλήμα ανέπτυσσε τόσο υψηλή ταχύτητα, ώστε οι εκρήξεις που θα ακολουθούσαν δεν θα υπήρχε χρόνος να παράγουν πίεση, χρήσιμη για την περαιτέρω επιτάχυνση του βλήματος.

Το διάστημα διευρυνόταν πίσω από το βλήμα ταχύτερα από ό,τι τα αέρια της έκρηξής του ήταν σε θέση να πληρώσουν.

Μέχρι το Μάιο του 1944, αρκετά βλήματα από τους διάφορους κατασκευαστές είχαν συγκεντρωθεί, και το εγκατεστημένο στο Μισντρόι πυροβόλο ετοιμαζόταν να επαναλάβει τις δοκιμές. Στο μεταξύ, όμως, άλλοι παράγοντες είχαν υπεισέρλει – τα V-1 ήταν έτοιμα να ενταχθούν σε υπηρεσία και οι Σύμμαχοι υποψιάζονταν ότι χώροι εκτόξευσης ετοιμάζονταν γι’ αυτό στη βόρεια Γαλλία.

Οι Σύμμαχοι προχώρησαν σε εκτεταμένη αναγνώριση του εδάφους, για την ανακάλυψη των χώρων εκτόξευσης του V-1. Έτσι, ανακάλυψαν και τις εργασίες για την εγκατάσταση των υπερπυροβόλων.

Ήδη από το Σεπτέμβριο του 1943 οι ειδικοί άνδρες της RAF, με τη μελέτη αεροφωτογραφιών, ανακάλυψαν τις παρακάμψεις από τη σιδηροδρομική γραμμή Καλέ-Βουλόνης, που οδηγούσαν στις σήραγγες, κάτω από τους δύο χώρους εγκατάστασης των πυροβόλων. Τον Οκτώβριο, μία ακόμα αναγνωριστική πτήση ανακάλυψε τις εκσκαφές γύρω από τις σήραγγες, καλυμμένες από ψεύτικες θημωνιές.

Για ό,τι και αν επρόκειτο -οι εκτιμήσεις διέφεραν- σίγουρα δεν θα ήταν κάτι καλό για τα βρετανικά νησιά. Έτσι, το Νοέμβριο, η 9η Αμερικανική Αεροπορική Δύναμη βομβάρδισε τη γύρω από τις σήραγγες περιοχή. Εκείνη την εποχή, οι Γερμανοί είχαν αποκτήσει σχετική εμπειρία στην αντιμετώπιση της εχθρικής αεροπορικής αναγνώρισης.

Γνώριζαν ότι αν άρχιζαν αμέσως να επιδιορθώνουν τις ζημιές από την επιδρομή, η RAF ή η USAAF θα επανέρχονταν για μια νέα προσπάθεια. Έτσι, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν απλώς το εργοτάξιο, στη δυτική πλευρά του χώρου και, αφήνοντας τα ερείπια ανέγγιχτα, να συνεχίσουν κρυφά τις εργασίες στην ανατολική πλευρά. Οι εργασίες συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια του χειμώνα.

Έως τα τέλη Μαΐου του 1944, οι δοκιμές συνεχίζονταν στο Μισντρόι, με εκτελέσεις βολών των βλημάτων των διάφορων κατασκευαστών στη Βαλτική. Περιστασιακά, επιτυγχάνονταν βεληνεκή της τάξης των 89 χλμ. και όλοι συμφωνούσαν για την αναγκαιότητα επίτευξης αρχικής ταχύτητας εξόδου βλήματος της τάξης των 1.500 μέτρων ανά δευτερόλεπτο, η οποία θα έστελνε το βλήμα στην επιθυμητή απόσταση.

Κατά τη διάρκεια των δοκιμών, όμως, το πυροβόλο ανατινάχτηκε. Θεωρήθηκε πως υπεύθυνη για το ατύχημα ήταν η κακή ποιότητα κατασκευής. Τα κατεστραμμένα μέρη αντικαταστάθηκαν και οι δοκιμές επαναλήφθηκαν τον Ιούλιο του 1944.

Έως τότε βέβαια οι συμμαχικές Αεροπορίες είχαν διερευνήσει κάθε τετραγωνικό εκατοστό του εδάφους της βόρειας Γαλλίας, αναζητώντας σημάδια δραστηριοποίησης γερμανικών οπλικών συστημάτων. Μοιραία, το Μιμογέσκ ανιχνεύθηκε και πάλι. Προσεκτική μελέτη των φωτογραφιών του έδειξε αυξημένη δραστηριότητα, σε σχέση με τον προηγούμενο Οκτώβριο.

Στις 6 Ιουλίου λοιπόν, η περίφημη 617 Μοίρα Βομβαρδισμού της RAF επιτέθηκε. Με μια σειρά επιδρομών, στους ύποπτους για τις εκτοξεύσεις ιπτάμενων βομβών χώρους, η Μοίρα έπληξε το χώρο της «ανατολικής πυροβολαρχίας» στο Μιμογιέσκ. Μια βόμβα Τollboy, των 12.000 λιβρών, έπεσε επάνω στο εργοτάξιο και ανατινάχθηκε προκαλώντας φοβερές ζημιές στις εγκαταστάσεις και δημιουργώντας έναν τεράστιο κρατήρα. Άλλες τέσσερις ίδιες βόμβες έπεσαν κοντά στις εγκαταστάσεις, προκαλώντας τόσο ισχυρή δόνηση στο έδαφος, ώστε να καταρρεύσουν πολλές σήραγγες και οι βάσεις στήριξης των πυροβόλων. Σύμφωνα με την άποψη Γερμανού μηχανικού, ο χώρος είχε σε τέτοιο βαθμό ερημωθεί ώστε δεν μπορούσε να συνεχιστεί εκεί καμία εργασία.

Συμπτωματικά, η επανάληψη των δοκιμών στο Μισντρόι πραγματοποιήθηκε στις 5 και τις 6 Ιουλίου. Βλήθηκαν οκτώ βλήματα -το ένα έφτασε σε απόσταση 58 μιλίων στη Βαλτική- και ύστερα το πυροβόλο ανατινάχθηκε ξανά.

Ύστερα από τη συνήθη «νεκροψία», αποφασίστηκε να κληθούν κάποιοι ειδικοί για να επανασχεδιάσουν τα πλευρικά βοηθητικά διαμερίσματα και για να ισχυροποιήσουν την κάννη. Ήδη όμως από τον Ιούνιο οι Σύμμαχοι είχαν εισβάλει στη Γαλλία και έως τον Αύγουστο είχαν καταλάβει το Μιμογιέσκ θέτοντας τέλος στον θρύλο του V-3, αφού οι Σύμμαχοι πίστευαν ότι επρόκειτο για έναν ακόμα πιο εξελιγμένο πύραυλο.

Αποτυχία

Με τον τρόπο αυτό έπαψε βέβαια ο κίνδυνος προσβολής του Λονδίνου. Στο Μισντρόι όμως οι εργασίες συνεχίζονταν. Νέα βλήματα δοκιμάστηκαν, νέες διαμορφώσεις της κάννης, νέα προωθητικά.

Όλα αυτά δεν φαινόταν να έχουν νόημα πια. Στο μεταξύ, οι κατηγορίες αλληλοεκτοξεύονταν. Ο Κέντερς κατηγορούσε το Γραφείο Όπλων του Στρατού, το Γραφείο Όπλων κατηγορούσε τον Κέντερς και την εταιρεία Rochling κ.ο.κ.

Το Νοέμβριο, ο στρατηγός Ντόρνμπεργκ (ο ήδη γνωστός από τα προγράμματα V-1 και V-2) διατάχθηκε από τον στρατηγό των SS Κάμλερ να θέσει τα δύο υπάρχοντα πυροβόλα σε υπηρεσία ως κοινά πυροβόλα.

Πώς όμως ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν ως πεδινά δύο πυροβόλα με μήκος κάννης 150 μέτρα; Απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν δόθηκε ποτέ.

Φημολογείται ότι κατασκευάστηκαν δύο βραχύκαννα πυροβόλα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την υποστήριξη της επίθεσης στις Αρδέννες, το Δεκέμβριο του 1944.

Το ένα φημολογείται ότι είχε τοποθετηθεί σε έναν μετασκευασμένο κιλίβαντα πυροβόλου επί σιδηροτροχιών ή επάνω σε ενωμένα, επίπεδα σιδηροδρομικά βαγόνια -οι εκτιμήσεις διαφέρουν- ενώ το άλλο απλώς τοποθετήθηκε σε έναν κατάλληλο λόφο, στην πλαγιά του οποίου στερεώθηκε με τη χρήση είτε σκυροδέματος είτε ατσάλινων περιβλημάτων.

Το επί σιδηροτροχιών πυροβόλο φημολογείται ότι έβαλε κατά της αμερικανικής 3ης Στρατιάς, το Δεκέμβριο του 1944, από κάποια αδιευκρίνιστη θέση, ενώ το δεύτερο φημολογείται ότι, από την περιοχή του Χερμεσκέιλ, έβαλε κατά του Λουξεμβούργου. Και τα δύο πυροβόλα υποτίθεται ότι ανατινάχτηκαν από τους υπηρέτες τους, όταν η αμερικανική αντεπίθεση εξανάγκασε τις γερμανικές δυνάμεις σε υποχώρηση. Μια άλλη αναφορά κάνει λόγο για ένα κοντόκαννο πυροβόλο του τύπου, εγκατεστημένο στην περιοχή της Τρίερ.

Η φημολογία αυτή όμως δεν επιβεβαιώνεται. Η αρχική προώθηση των Γερμανών -κατά την αντεπίθεση των Αρδεννών- ήταν τόσο ταχεία, που κάθε προεπισημασμένος στόχος στην περιοχή δεν θα μπορούσε να πληγεί από την πρώτη κιόλας μέρα της μάχης, αφού θα είχε ήδη καταληφθεί από τις γερμανικές δυνάμεις.

Άλλωστε, ο καιρός ήταν πολύ άσχημος και η εναέρια παρατήρηση αδύνατη, ώστε μάλλον ήταν αδιανόητη η βολή βλημάτων εφοδιασμένων με σταθεροποιητικά πτερύγια εν μέσω της χιονοθύελλας, αφού είναι βέβαιο ότι αυτά θα κατευθύνονταν οπουδήποτε αλλού εκτός από το στόχο.

Αλλά και η μετέπειτα γερμανική υποχώρηση εκτελέστηκε οργανωμένα, με αργό ρυθμό. Συνεπώς, οι Γερμανοί θα ήταν σε θέση να μετακινήσουν τα πυροβόλα. Δεν υπήρχε λόγος να τα ανατινάξουν για να μην πέσουν στα χέρια των Συμμάχων. Στην πραγματικότητα, οι Σύμμαχοι δεν έφτασαν καν στην περιοχή του Χερμεσκέιλ.

Εξάλλου, σε καμία αναφορά ή καταγραφή συμπερασμάτων για τη μάχη, δεν γίνεται λόγος για το βομβαρδισμό από μυστηριώδη βλήματα πυροβολικού, περιοχών που θεωρητικά δεν θα κινδύνευαν από ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Κάτι τέτοιο θα είχε σίγουρα αναφερθεί, αφού σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν τα αποτελέσματα ενός τέτοιου βομβαρδισμού να χρεωθούν στην αντίπαλη Αεροπορία, με δεδομένες τις άσχημες καιρικές συνθήκες, οι οποίες δεν επέτρεψαν στις Αεροπορίες των αντιμαχομένων να επέμβουν, παρά ελάχιστα, στη μάχη.

Επίσης, καμία συμμαχική μονάδα δεν ανέφερε ποτέ ότι ανακάλυψε τα απομεινάρια, έστω, ενός πυροβόλου πολλαπλών θαλάμων. Ο γράφων αμφιβάλλει για το αν θα δοθεί ποτέ ικανοποιητική απάντηση στο ζήτημα αυτό.

Όλες οι πληροφορίες των Συμμάχων για το πυροβόλο του Κέντερς προέρχονται από αιχμαλώτους, που συνελήφθησαν στην περιοχή του Μιμογιέσκ και είχαν μια σχετική ιδέα για το χώρο και τη χρησιμότητά του. Οι πληροφορίες αυτές ήταν αρκετές για να σημάνουν συναγερμό στην Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Αμέσως σχηματίστηκε μια ερευνητική επιτροπή και στάλθηκε να μελετήσει το χώρο. Η επιτροπή ανακάλυψε μόνο πως επρόκειτο για ένα θανατηφόρο όπλο που στόχευε στην καρδιά του Λονδίνου.

Ύστερα από κάποιες διαφωνίες του Τσόρτσιλ με το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών, αποφασίστηκε η ανατίναξη των χώρων τάξης των πυροβόλων. Οι εγκαταστάσεις ανατινάχθηκαν με τη χρήση πλεοναζόντων βομβών και εκρηκτικών.

Τα συμμαχικά στρατεύματα, αργότερα, κατέλαβαν τελικά το πεδίο δοκιμών του Χιλερσλέμπεν και βρήκαν, ελαφρώς κατεστραμμένα, τα δύο πυροβόλα στις θέσεις τους.

Η αναφορά της επιτροπής που τα εξέτασε αναφέρει: «Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν οι ζημιές τους προέρχονται από ατύχημα ή προσπάθεια καταστροφής τους.

Από τις φήμες όμως που ακούσαμε από υπηρετούντες σε άλλους τομείς του στρατοπέδου, φαίνεται ότι τουλάχιστον το ένα ανατινάχτηκε μόνο του. Πέρα από τις προαναφερόμενες φήμες, καμία άλλη πληροφορία δεν αντλήθηκε από τους Γερμανούς.

Τα πυροβόλα ήταν τοποθετημένα 25 χλμ. μακριά από τις λοιπές εγκαταστάσεις και ήταν προσιτά μόνο σε λίγους και επιλεγμένους, οι οποίοι, φυσικά, έχουν εξαφανιστεί από το Χιλερσλέμπεν».

Δύο πυροβόλα βρέθηκαν, και τα δύο λειόκαννα, διαμετρήματος 150 χιλ. Το ένα έφερε δέκα ζεύγη πλευρικών βοηθητικών διαμερισμάτων και το άλλο πέντε. Το μήκος τους, από το κλείστρο έως την κορυφή της κάννης, έφτανε τα 75 μέτρα.

Μια αξιοσημείωτη διαφορά ήταν ότι το ένα πυροβόλο έφερε τα βοηθητικά διαμερίσματα κάθετα, ως προς τον κορμό, ενώ το δεύτερο τα έφερε υπό γωνία 45ο, προς τα πίσω.

Κατά την εξέταση ανακαλύφθηκε ότι το πρώτο πυροβόλο χρησιμοποιούσε έναν τύπο βιδωτού κλείστρου, για τον κύριο σωλήνα, ενώ το δεύτερο χρησιμοποιούσε έναν τύπου εμφρακτήρα καθώς και τους κάλυκες του βλήματος του οβιδοβόλου leFH 18 των 105 χιλ.

Και τα δύο πυροβόλα χρησιμοποιούσαν βιδωτά κλείστρα στα βοηθητικά διαμερίσματα, τα οποία γεμίζονταν με προωθητικό σε σάκους.

Αυτή ήταν η τελική κατάληξη ενός ακόμα από τα «όπλα-θαύματα», από τα οποία ο Χίτλερ ανέμενε την αντιστροφή της ροής του πολέμου. Και στην περίπτωση αυτή τα υπερφίαλα σχέδια των Γερμανών δεν απέδωσαν – και λόγω έλλειψης χρόνου.

Το σχέδιο του υπερπυροβόλου πάντως δεν ξεχάστηκε. Οι Αμερικανοί πραγματοποίησαν δοκιμές μετά τον πόλεμο, όπως και οι Ιρακινοί, επί καθεστώτος Σαντάμ Χουσέιν. Κανένα όμως σχέδιο δεν απέδωσε.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
ΔΕΙΤΕ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Tο pronews.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το pronews.gr ουδεμία νομική ή άλλα ευθύνη φέρει.

Δικαίωμα συμμετοχής στη συζήτηση έχουν μόνο όσοι έχουν επιβεβαιώσει το email τους στην υπηρεσία disqus. Εάν δεν έχετε ήδη επιβεβαιώσει το email σας, μπορείτε να ζητήσετε να σας αποσταλεί νέο email επιβεβαίωσης από το disqus.com

Όποιος χρήστης της πλατφόρμας του disqus.com ενδιαφέρεται να αναλάβει διαχείριση (moderating) των σχολίων στα άρθρα του pronews.gr σε εθελοντική βάση, μπορεί να στείλει τα στοιχεία του και στοιχεία επικοινωνίας στο [email protected] και θα εξεταστεί άμεσα η υποψηφιότητά του.