ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Στην Ελλάδα ότι πιο μεγάλο είναι το έγκλημα, τόσο πιο μικρή είναι η τιμωρία - Τι, όχι;

Το Βαλκανικό Σύμφωνο του 1934: Η ανεπιτυχής προσπάθεια σταθεροποίησης των βαλκανικών χωρών λίγο πριν τον Β΄ΠΠ

Το Βαλκανικό Σύμφωνο του 1934 ή Βαλκανικό Σύμφωνο Φιλίας ή Βαλκανικό Σύμφωνο Συνεννόησης ήταν μια συνθήκη που υπογράφηκε από την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Ρουμανία και τη Γιουγκοσλαβία, στις 9 Φεβρουαρίου 1934, στην Αθήνα, με στόχο τη διατήρηση του γεωπολιτικού στάτους κβο στην περιοχή μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο

Το Βαλκανικό Σύμφωνο του 1934: Η ανεπιτυχής προσπάθεια σταθεροποίησης των βαλκανικών χωρών λίγο πριν τον Β΄ΠΠ

Το σύμφωνο κρίθηκε τελικώς ως ατελές, αποτυχημένο, ενώ προκάλεσε και την σφοδρή αντίδραση των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα.

Στα Βαλκάνια στις αρχές της δεκαετίας του 1930 επικρατούσε ένα κλίµα επίλυσης των διµερών διαφορών των χωρών, προ του κινδύνου αυτές να µετατραπούν σε εστίες ανάφλεξης.

Η εµπλοκή των έξι βαλκανικών κρατών (Ελλάδα, Ρουµανία,  Γιουγκοσλαβία, Βουλγαρία, Αλβανία και Τουρκία) σε δηλωτικές επαφές οδήγησε σε τέσσερις συνδιασκέψεις εκ των οποίων η τελευταία ήταν το Βαλκανικό Σύµφωνο του 1934 που υπογράφηκε στην Θεσσαλονίκη.

Η πρώτη βαλκανική συνδιάσκεψη πραγµατοποιήθηκε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1930, η δεύτερη στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα τον Οκτώβριο του 1931, η τρίτη στο Βουκουρέστι τον Οκτώβριο του 1932, και η τέταρτη στη Θεσσαλονίκη τον Φεβρουάριο του 1934. Στις τρεις πρώτες ουσιαστικά προετοιµάστηκε των έδαφος για την υπογραφή του Συµφώνου.

Οι πηγές αναφορικά µε το σε ποιον ανήκει η πατρότητα του Βαλκανικού Συµφώνου διίστανται.

Άλλες πηγές αναφέρουν ως πρωτεργάτη των συνδιασκέψεων τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου ο οποίος διατέλεσε υπουργός και πρωθυπουργός σε δύο χρονικές περιόδους (1924 και 1932), ενώ άλλες αναφέρουν τον Ρουµάνο υπουργό Εξωτερικών Νικολάε Τιτουλέσκο.

Το πιθανότερο είναι να συµβαίνουν και τα δύο. Ο µεν Παπαναστασίου να εµπνεύστηκε τις βαλκανικές συνδιασκέψεις και ο Τιτουλέσκο την υπογραφή ενός Συµφώνου.

Ήδη από τον Οκτώβριο του 1929 κατά τη διάρκεια οµιλίας του στο 27ο Παγκόσµιο Συνέδριο της Ειρήνης, ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου είχε προτείνει τη  δηµιουργία µιας Βαλκανικής Ένωσης, µε τη συµµετοχή και της Τουρκίας.

Σίγουρα πεδίο άντλησης της βαλκανικής συνεργασίας αποτέλεσε το προηγούµενο των Συνθηκών του Λοκάρνο (5 έως 16 Οκτωβρίου 1925) όπου συµφωνήθηκε η οριστικοποίηση των συνόρων των εµπολέµων κρατών του Α΄ΠΠ, όπως είχαν διαµορφωθεί µε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών.

Τι προέβλεπε το Σύµφωνο του ΄34

Το Σύµφωνο είχε την έννοια δηµιουργίας ενός συνολικού πλαισίου ασφάλειας, καθώς οι κυβερνήσεις γνώριζαν πως σε περίπτωση που θα ξεσπούσε ένας πόλεµος µεταξύ των κρατών της περιοχής, αυτός θαεξαπλωνόταν και θα συµπαρέσυρε όλα τα κράτη της Βαλκανικής Χερσονήσου. Για το λόγο αυτό ήταν, πλέον, αναγκαίο να συγκροτηθεί ένα πολυµερές σύµφωνο περιφερειακού χαρακτήρα, που θα παρείχε αµοιβαίες εγγυήσεις µεταξύ των κρατών (∆ορδανάς, 2011).

Υπήρχε όµως ένα πρόβληµα: ∆εν ήταν όλες οι χώρες πρόθυµες να συµµετάσχουν σε αυτή. Αλβανία και Βουλγαρία απείχαν από την υπογραφή του Συµφώνου.

Η πρώτη γιατί ουσιαστικά βρισκόταν υπό  ιταλική κηδεµονία και δεν µπορούσε να ασκήσει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική και η Βουλγαρία γιατί ως αναθεωρητική δύναµη -τότε- ηθελέ διέξοδο προς το Αιγαίο εις βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας.

Οι διπλωµατικές προσπάθειες που υπήρξαν από τις υπόλοιπες χώρες δεν στάθηκαν ικανές να µεταβάλλουν τη γνώµη της βουλγαρικής κυβέρνησης. Κυριότερος λόγος για την βουλγαρική αντίθεση στο Σύµφωνο ήταν ο όρος περί εγγύησης του εδαφικού καθεστώτος των συµβαλλοµένων χωρών.

Η Σόφια αντιπρότεινε την υπογραφή ενός συµφώνου όπου θα ίσχυαν οι όροι της «άρσης των περιοριστικών διατάξεων για τον επανεξοπλισµό της Βουλγαρίας, (είχε συµµετάσχει στον Α΄ΠΠ στο πλευρό των ηττηµένων κεντρικών δυνάµεων) εδαφική έξοδο στο Αιγαίο και, κυρίως, προστασία των βουλγαρικών µειονοτήτων» (Σφέτας, 2011:65).

Μόνο και µόνο η εδαφική έξοδος στο Αιγαίο ήταν ικανή συνθήκη για να συναντήσει την ελληνική άρνηση. Έτσι το «Βαλκανικό Σύµφωνο» περιορίστηκε µεταξύ των τεσσάρων δυνάµεων Ελλάδας, Ρουµανία, Γιουγκοσλαβία και Τουρκία.

Το «Σύµφωνο της Βαλκανικής Συνεννόησης», υπογράφηκε τελικά στις 9 Φεβρουαρίου 1934 στην Ακαδηµία Αθηνών, από τους υπουργούς Εξωτερικών των τεσσάρων δυνάµεων. 

Κύριος στόχος του η εγγύηση της διατήρησης των υπαρχόντων συνόρων και είχε διάρκεια αρχικά δύο ετών µε δυνατότητα ανανέωσης για πέντε και, στη συνέχεια, επτά χρόνια (Βερέµης, 2007).

Οι τέσσερις χώρες  συµφώνησαν να ανασταλούν όλες οι περιφερειακές διαφορές και εδαφικές αξιώσεις του ενός κράτους έναντι του άλλου.

Υπήρξαν όµως και άλλα κράτη πλην των προαναφερθέντων που αρνήθηκαν να συνυπογράψουν στο «Σύµφωνο» πιθανότατα µε ρόλο εγγυητή. Αυτά ήταν η Ιταλία η ΕΣΣ∆ και η Ουγγαρία, η τελευταία λόγω γεωγραφικής γειτνίασης.

Οι συζητήσεις περιστράφηκαν όµως και γύρω από θέµατα, τα οποία αφορούσαν στην οικονοµική και την πολιτική συνεργασία (ίδρυση Βαλκανικού Οικονοµικού Ινστιτούτου, Βαλκανικού Εµπορικού και  Βιοµηχανικού Επιµελητηρίου, Βαλκανικής Ταχυδροµικής  Ένωσης,  Βαλκανικού Ιστορικού Ινστιτούτου).

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Σφοδρή κριτική από τον Ελευθέριο Βενιζέλο – Πολιτικές ζυµώσεις

Η υπογραφή του Συµφώνου προκάλεσε την αντίδραση µεγάλου τµήµατος του πολιτικού κόσµου της Ελλάδας.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και άλλα µέλη της αντιπολίτευσης αντιτάχθηκαν τόσο στο γενικότερο πνεύµα, όσο και στους όρους του, καθώς υπήρχε ο φόβος εµπλοκής της Ελλάδας σε πολεµική σύγκρουση µε κάποια τρίτη δύναµη, για χάρη της ασφάλειας ενός βαλκανικού κράτους.

Η αντίδραση αυτή προήλθε κυρίως από το πρώτο άρθρο του Συµφώνου, όπου Γιουγκοσλαβία, Ελλάδα, Ρουµανία και Τουρκία δεσµεύονταν στην αµοιβαία προστασία των βαλκανικών συνόρων (άρ.1).

Παρόµοιες αντιδράσεις εκδηλώθηκαν όχι µόνο από πολιτικά πρόσωπα που προέρχονταν από τους κόλπους της βενιζελικής παράταξης, όπως ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος και ο Γεώργιος Καφαντάρης, αλλά και από τον Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος παρείχε κοινοβουλευτική στήριξη στην κυβέρνηση Τσαλδάρη.

Κάτω από την πίεση που δεχόταν από την αντιπολίτευση, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Παναγή Τσαλδάρη, µέσω του υπουργού  Εξωτερικών, ∆ηµήτριου Μάξιµου, προχώρησε σε διευκρινήσεις, ιδιαίτερα µετά την αποκάλυψη των επισυναπτόµενων  µυστικών  άρθρων.

Σύµφωνα µε τον Μάξιµο το Σύµφωνο αφορούσε την προστασία των ενδοβαλκανικών συνόρων και όχι την περίπτωση προστασίας των συνόρων από επίθεση κράτους εκτός των Βαλκανίων.

Καθώς σε αυτή την περίπτωση «οι συµβαλλόµενοι δεν υποχρεούντο να προστρέξουν και να το υποστηρίξουν ενόπλως».

Αυτό προέβλεπε όπως είπε και το άρθρο 3 του Μυστικού Πρωτοκόλλου. Όπως επίσης είχε πει ο ∆.Μάξιµος αυτό θα ίσχυε µόνο εάν βαλκανική δύναµη διενεργούσε επίθεση εναντίον συµβαλλόµενου κράτους, τότε θα ίσχυε το Σύµφωνο (περί προστασίας συνόρων) ως προς αυτό το βαλκανικό κράτος.

Ο Ε.Βενιζέλος όµως φοβόταν ότι σε περίπτωση που Ιταλία και Αλβανία προχωρούσαν σε συµµαχία και η πρώτη διενεργούσε επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας, µέσω αλβανικού εδάφους, τότε αυτοµάτως αυτό θα έφερνε την Ελλάδα σε εµπόλεµη κατάσταση µε την Ιταλία.

Οι φόβοι της αντιπολίτευσης γενικώς αφορούσαν την θέση της Ελλάδος σε περίπτωση ενός πολέµου µεταξύ Ιταλίας και Γιουγκοσλαβίας και ΕΣΣ∆ και Ρουµανίας.

Τα παραπάνω συζητήθηκαν διεξοδικά στην σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών στις 26 Φεβρουαρίου του 1934 η οποία πραγµατοποιήθηκε «κεκλεισµένων των θυρών» και είχε διάρκεια… έξι ηµερών!

Αυτή όµως αντί να µειώσει τις ενστάσεις των πολιτικών αρχηγών, ενίσχυσε την άποψή τους ότι το Σύµφωνο εγκυµονούσε κινδύνους εµπλοκής της Ελλάδας µε την Ιταλία.

Τελικά, έπειτα από διαπραγµατεύσεις ανάµεσα στους πολιτικούς  αρχηγούς αποφασίστηκε, στις 3 Μαρτίου, να εξετασθεί η πρόταση Μεταξά, σύµφωνα µε την οποία πριν κατατεθεί το Σύµφωνο προς κύρωση από τα Νοµοθετικά Σώµατα, να προβεί ο Μάξιµος σε ερµηνευτική δήλωση που να απέκλειε το ενδεχόµενο σύγκρουσης της Ελλάδας µε µια εξωβαλκανική δύναµη.

Ο υπουργός Εξωτερικών τελικά προχώρησε στη δήλωση πως η Ελλάδα δεν θα οδηγηθεί σε πόλεµο µε µία Μεγάλη ∆ύναµη, για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που ανέλαβε µε την υπογραφή του συµφώνου, ολιγοτοκίας το δρόµο για επικύρωση από την Βουλή (στα µέσα Μαρτίου) και στη συνέχεια, από τη Γερουσία (στις αρχές Απριλίου 1934) (Σφέτας, 2011).

Επίλογος

Η στάση όµως της Αθήνας όπως ήταν φυσικό δυσαρέστησε τις υπόλοιπες συµµαχικές χώρες, και κυρίως Γιουγκοσλαβία και Ρουµανία, καθώς αυτό σήµαινε πως η Ελλάδα δεν θα στήριζε τη Γιουγκοσλαβία και τη Ρουµανία σε περίπτωση ιταλογιουγκοσλαβικού και ρουµανοσοβιετικού πολέµου, αντίστοιχα.

Συνεπώς, θεωρούσαν πως το Σύµφωνο αυτοµάτως έπαυε να έχει αξία, όσο ένα από τα συµβαλλόµενα κράτη τηρούσε µια επισφαλή στάση.

Αυτό ήταν ουσιαστικά και το τέλος του «θνησιγενούς» Συµφώνου το οποίο ουδέποτε ανανεώθηκε πέραν της αρχικής διετούς διάρκειας.

Η Ελλάδα παρά το γεγονός ότι επιχείρησε να οικοδοµήσει την βαλκανική σταθερότητα των συνόρων, κυρίως λόγω της βουλγαρικής απειλής,  αλλά φοβούµενη πως θα βρεθεί αντιµέτωπη σε µια µεγαλύτερη σύγκρουση, κυρίως µε την Ιταλία, δυσαρέστησε τους υπόλοιπους συµβαλλόµενους, δηλαδή ουσιαστικά την Γιουγκοσλαβία και την Ρουµανία.

Τελικά οι φόβοι της Αθήνας βγήκαν αληθινοί αφού κατέληξε να δεχθεί  την επίθεση µέσω του αλβανικού εδάφους από την Ιταλία.

Το σενάριο Βενιζέλου  έµελλε να βγει αληθινό, αλλά κατά το ήµισυ.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
ΔΕΙΤΕ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Tο pronews.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το pronews.gr ουδεμία νομική ή άλλα ευθύνη φέρει.

Δικαίωμα συμμετοχής στη συζήτηση έχουν μόνο όσοι έχουν επιβεβαιώσει το email τους στην υπηρεσία disqus. Εάν δεν έχετε ήδη επιβεβαιώσει το email σας, μπορείτε να ζητήσετε να σας αποσταλεί νέο email επιβεβαίωσης από το disqus.com

Όποιος χρήστης της πλατφόρμας του disqus.com ενδιαφέρεται να αναλάβει διαχείριση (moderating) των σχολίων στα άρθρα του pronews.gr σε εθελοντική βάση, μπορεί να στείλει τα στοιχεία του και στοιχεία επικοινωνίας στο [email protected] και θα εξεταστεί άμεσα η υποψηφιότητά του.